Όλοι θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη πίσω από πολλά από αυτά που κάνουμε στη ζωή μας. Ωστόσο, δεν είναι πάντα προφανείς οι δραστηριότητες και οι καταστάσεις εκείνες που μας οδηγούν στην ευτυχία.
Η εκτίμηση για το πώς θα νιώσουμε σε μια δεδομένη κατάσταση, είναι αυτό που οι ψυχολόγοι αποκαλούν «συναισθηματική πρόβλεψη». Όλοι κάνουμε ασυνείδητα τέτοιες προβλέψεις καθημερινά και αυτό διαμορφώνει το πώς θέτουμε προτεραιότητες στη ζωή μας. Για κακή μας τύχη όμως, είμαστε εξαιρετικά κακοί στο να διακρίνουμε αυτά που μας κάνουν ευτυχισμένους. Και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που η ζωή είναι τόσο περίπλοκη, καθώς συχνά επενδύουμε σε τομείς που δεν οδηγούν στην πραγματική ευτυχία.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρει το PsychologyToday, αν σας ζητούσαν να διαλέξετε ανάμεσα στο να κερδίσετε το λαχείο ή να υποστείτε ένα σοβαρό ατύχημα που θα σας προκαλούσε σοβαρή αναπηρία, η απάντησή σας θα ήταν προφανής. Όμως μια μελέτη που βασίστηκε πάνω σε αυτό το ερώτημα έδειξε κάτι διαφορετικό…
Τη δεκαετία του 1970, ο διάσημος κοινωνικός ψυχολόγος Philip Brickman και οι συνεργάτες του συνέκριναν τον βαθμό ευτυχίας μεταξύ ατόμων που υπέστησαν παραπληγία ύστερα από ατύχημα και των νικητών του λαχείου. Παραδόξως (και ως απόδειξη της συλλογικής μας ανικανότητας να προβλέψουμε πώς θα νιώσουμε σε μια δεδομένη κατάσταση) δεν υπήρχε διαφορά μεταξύ τους όσον αφορά την ικανότητά τους να απολαμβάνουν τις καθημερινές χαρές, λέει ο Σάμουελ Γουίλκινσον, αναπληρωτής Καθηγητής Ψυχιατρικής στο Yale School of Medicine και αναπληρωτής Διευθυντής του Ερευνητικού Προγράμματος για την Κατάθλιψη του Yale. Το αντίθετο, οι νικητές του λαχείου είχαν λίγο μικρότερη ικανότητα να απολαμβάνουν τη ζωή (αν και αυτή η διαφορά δεν ήταν στατιστικά σημαντική).
Γιατί αδυνατούμε να καταλάβουμε τι μας κάνει ευτυχισμένους;
Μέρος της (ομολογουμένως απρόσμενης) διαπίστωσης είναι ότι ως είδος ο εγκέφαλός μας εξελίχθηκε σε μια εποχή υλικής ανεπάρκειας. Εξαιτίας αυτού, τα ένστικτά μας συχνά μας οδηγούν να πιστεύουμε ότι περισσότερα υλικά αγαθά (που κάποτε, στο μακρινό μας παρελθόν, μας βοήθησαν να επιβιώσουμε) θα μας κάνουν πιο ευτυχισμένους. Είμαστε ψυχολογικά προγραμματισμένοι να πιστεύουμε ότι αν μπορέσουμε να αποκτήσουμε περισσότερα αγαθά ή να πάρουμε προαγωγή με υψηλότερη αμοιβή, τότε θα είμαστε τελικά ευτυχισμένοι.
Η φύση, από την άλλη, δεν μας έχει προετοιμάσει να ζούμε σε μια εποχή όπου υπάρχει σχετική αφθονία. Η ανθρώπινη επιθυμία και η ανάγκη για ικανοποίηση δεν περιορίζεται εύκολα, καθώς δεν διαθέτουμε έναν «ψυχολογικό δείκτη» που να μας λέει πότε έχουμε φτάσει στο σημείο της επάρκειας. Όπως σωστά παρατήρησε ο κοινωνικός φιλόσοφος Άνταμ Σμιθ, «η επιθυμία για φαγητό περιορίζεται σε κάθε άνθρωπο από τη χωρητικότητα του στομαχιού του. Η επιθυμία, όμως, για τις ανέσεις και τα στολίδια σε σπίτι, ντύσιμο, εξοπλισμό και έπιπλα φαίνεται να μην έχει κανένα όριο». Οι άνθρωποι θέλουν διαρκώς όλο και περισσότερα υλικά αγαθά.
Σύγχρονες ψυχολογικές μελέτες έχουν καταστήσει σαφές ότι, πέρα από το να έχουμε ό,τι είναι αρκετό για να καλύψουμε τις βασικές μας ανάγκες, ο περισσότερος πλούτος δεν οδηγεί σε περισσότερη ευτυχία.
Τα πειράματα επιβεβαιώνουν ότι ο αλτρουισμός είναι ανταποδοτικός
Τα πειράματα που έχουν γίνει στον τομέα της ψυχολογίας και της κοινωνικής επιστήμης, έχουν δείξει επανειλημμένα ότι οι πράξεις αλτρουισμού και η προσφορά στους άλλους μπορούν να δημιουργήσουν βαθιά συναισθήματα ικανοποίησης και ανταμοιβής. Για παράδειγμα, μελέτες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε εθελοντική εργασία ή κάνουν δωρεές σε φιλανθρωπικούς οργανισμούς αναφέρουν υψηλότερα επίπεδα ευτυχίας και ψυχικής ευεξίας.
Σε μία έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Science, δόθηκε ένα χρηματικό ποσό σε φοιτητές πανεπιστημίου. Μέχρι το τέλος της ημέρας, οι μισοί φοιτητές έπρεπε να ξοδέψουν τα χρήματα για τον εαυτό τους – σε λογαριασμούς, έξοδα ή προσωπικά δώρα. Οι άλλοι μισοί έπρεπε να τα ξοδέψουν για κάποιον άλλον ή να τα δωρίσουν σε φιλανθρωπικό ίδρυμα. Προς έκπληξη των περισσοτέρων (συμπεριλαμβανομένων των ίδιων των φοιτητών), στο τέλος της ημέρας πιο ευτυχισμένοι ήταν εκείνοι που ξόδεψαν τα χρήματα σε άλλους. Παρόμοια πειράματα έχουν επιβεβαιώσει το εύρημα ότι ο αλτρουισμός είναι ανταποδοτικός.
Αυτό το χαρακτηριστικό της γενναιοδωρίας να προκαλεί ευτυχία μπορεί και να είναι εγγενές στην ανθρώπινη φύση. Η απόδειξη προκύπτει από την παρατήρηση ότι το συγκεκριμένο φαινόμενο εμφανίζεται αρκετά νωρίς στην παιδική ηλικία. Μεταξύ των νηπίων κάτω των δύο ετών, εκείνα που δίνουν γλυκά είναι πιο ευτυχισμένα από εκείνα που παίρνουν γλυκά. Και, περιέργως, αυτό που οι ερευνητές αποκαλούν «κοστοβόρο δόσιμο» φαίνεται να οδηγεί σε περισσότερη ευτυχία από το μη κοστοβόρο δόσιμο. Το να δίνεις κάτι που είναι δικό σου (και άρα απαιτεί θυσία), σε αντίθεση με το να δίνεις κάτι που δεν είναι δικό σου, φέρνει μεγαλύτερη συναισθηματική ανταμοιβή.
Φυσικά, τίποτα από τα παραπάνω δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αφιερώνουμε χρόνο και ενέργεια για τη φροντίδα του εαυτού μας. Αλλά αν δεν είμαστε προσεκτικοί, το μυαλό μάς οδηγεί άθελά του στην κατεύθυνση της υπερβολικής επένδυσης στον εαυτό και στην καριέρα, αμελώντας την προσφορά και κατ’ επέκταση καλλιεργώντας μοναξιά και τη δυστυχία.
Αλλά, αν σκέφτεστε να ενισχύσετε το αλτρουιστικό αποτύπωμα για να μεγιστοποιήσετε την ευτυχία σας, είναι σημαντικό να κατανοήσετε ότι δεν είναι όλες οι μορφές δωρεάς ίσες. Ακολουθούν μερικοί κανόνες που πρέπει να έχετε υπόψη:
Η απλήρωτη εθελοντική εργασία είναι γενικά πιο συναισθηματικά ανταποδοτική από το να πληρώνεστε για τον χρόνο και την εργασία σας. Γιατί συμβαίνει αυτό; Φαίνεται ότι οι εξωτερικές ανταμοιβές, όπως τα χρήματα, μπορούν παραδόξως να υπονομεύσουν τα εσωτερικά κίνητρα για μία αλτρουιστική πράξη. Η αμοιβή για την εργασία μπορεί να μετατρέψει την αλληλεπίδραση πιο πολύ σε συναλλαγή παρά σε καλή πράξη προσφοράς.
Η εργασία που γίνεται με απροθυμία δεν είναι πολύ ανταποδοτική. Μπορεί να οδηγήσει σε δυσαρέσκεια και, επομένως, σε λιγότερη ευτυχία. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι κακή ιδέα να πείσετε με αγάπη τα έφηβα παιδιά σας να κάνουν δουλειές ή να προσφέρουν εθελοντικά. Απλώς σημαίνει ότι αυτοί (και εσείς) θα μεγιστοποιήσετε την συναισθηματική ανταμοιβή που αποκομίζετε από την υπηρεσία, έχοντας καλή διάθεση.
Η προσφορά πρόσωπο με πρόσωπο φαίνεται να είναι το «χρυσό πρότυπο». Η προσφορά σε άλλους με τρόπο που μπορείτε να αλληλεπιδράσετε μαζί τους και να βιώσετε την ευγνωμοσύνη τους, παράγει περισσότερες συναισθηματικές ανταμοιβές από την εικονική ή ανώνυμη υπηρεσία. Αυτό πιθανόν έχει να κάνει με το γεγονός ότι εξελιχθήκαμε σε σχετικά μικρές κοινότητες όπου οι αλληλεπιδράσεις πρόσωπο με πρόσωπο ήταν ο κανόνας. Δεν είναι ότι οι εικονικές ή ανώνυμες μορφές προσφοράς δεν είναι σημαντικές, αλλά αν στόχος είναι να μεγιστοποιήσετε την ανταμοιβή, προσπαθήστε να βρείτε ευκαιρίες να βοηθήσετε στην κοινότητά σας.
Για να είστε πιο ευτυχισμένοι, ο πολιτικός ακτιβισμός (ακόμη κι αν είναι απλήρωτος) δεν είναι το ίδιο με το να βοηθάτε άλλους. Το να αφιερώνετε χρόνο υπηρετώντας έναν πολιτικό σκοπό, είναι συχνά ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Όταν η πλευρά σας κερδίζει, μπορεί να νιώθετε ευφορία. Αλλά όταν χάνετε, μπορεί να μείνετε με αισθήματα βαθιάς απογοήτευσης και μηδενισμού. Επιπλέον, όπως έχει σημειώσει ο Άρθουρ Μπρουκς, το μεγαλύτερο μέρος του σύγχρονου πολιτικού ακτιβισμού γεννά βαθιά συναισθήματα «θυμού και περιφρόνησης για τους ανθρώπους που βρίσκονται στη “λάθος πλευρά” του ζητήματος». Τέτοια συναισθήματα έχουν ψυχολογικό κόστος στην ευτυχία μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σημαντικοί σκοποί για τους οποίους πρέπει να αγωνιστούμε. Αλλά αν αφιερώνετε όλο τον ελεύθερο χρόνο σας στον ακτιβισμό και καθόλου σε άλλους τύπους προσφοράς, θα ταλαιπωρείστε ψυχικά.
Την επόμενη φορά που θα βρείτε απρόσμενα ελεύθερο χρόνο και δεν είστε σίγουροι πώς να τον αξιοποιήσετε, θυμηθείτε ότι δεν είστε πολύ καλοί στο να προβλέπετε τι θα σας κάνει ευτυχισμένους. Ο εγκέφαλός σας θα σας πει ότι πρέπει να προλάβετε μια εργασία, να ελέγξετε το email σας ή να ασχοληθείτε με κάποια άλλη δραστηριότητα για να «προχωρήσετε». Αλλά αν θέλετε να μεγιστοποιήσετε την ευτυχία σας, δοκιμάστε να κάνετε κάτι για κάποιον άλλον.