Το αδυνάτισμα αποτελεί μία από τις πιο συχνές ανησυχίες για εκατομμύρια ανθρώπους που επιδιώκουν να βελτιώσουν την υγεία και την εμφάνισή τους. Όμως, η προσπάθεια απώλειας βάρους δεν είναι πάντα τόσο απλή όσο φαίνεται. Οι ορμονικές ανισορροπίες και οι λαναθασμένες πρακτικές συχνά καθιστούν το αδυνάτισμα μια δύσκολη και ψυχολογικά επιβαρυντική διαδικασία.

Η κ. Μπαρμπαγιάννη Αικατερίνη MD, MSc, υποψήφια διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, ειδική παθολόγος με εξειδίκευση στον σακχαρώδη διαβήτη, μιλά στο Newsbeast και εξηγεί τις βιολογικές λειτουργίες πίσω από την απώλεια βάρους ώστε να κατανοήσουμε καλύτερα το σώμα μας και να βρούμε την καλύτερη μέθοδο για εμάς. Διότι ένα είναι ξεκάθαρο: δεν υπάρχει μία λύση για όλους.

Ποιος είναι ο ρόλος των ορμονών στη ρύθμιση του σωματικού βάρους και πώς μπορούν να επηρεάσουν τη διαδικασία απώλειας βάρους;

Η σχετική σταθερότητα του σωματικού βάρους στον ενήλικο εξαρτάται από τη διατήρηση ισορροπίας μεταξύ της συνολικής πρόσληψης ενέργειας (ό,τι τρώμε), της κατανάλωσης ενέργειας (ό,τι καίμε) και της αποθήκευσης ενέργειας. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται ενεργειακή ομοιόσταση και ρυθμίζεται από ένα πολύπλοκο δίκτυο ορμονών και νευρικών σημάτων, που «ενημερώνουν» συνεχώς τον εγκέφαλο για τις ενεργειακή κατάσταση του σώματος.

Για παράδειγμα, μετά την κατανάλωση τροφής, οι ορμόνες κορεσμού αυξάνονται και η ορμόνη πείνας μειώνεται. Αντίστροφα, η πείνα σηματοδοτείται από την αύξηση της ορμόνης της πείνας καθώς και των χαμηλών επιπέδων ορμονών κορεσμού.

Το πολύπλοκο αυτό σύστημα έχει αναπτυχθεί στα πλαίσια της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, καθώς η πρόσληψη επαρκούς ενέργειας είναι απαραίτητη για την επιβίωσή μας. Χωρίς τροφή απλά δεν ζούμε. Για τον λόγο αυτό έχουν αναπτυχθεί ποικίλα βιολογικά συστήματα που μας ενθαρρύνουν να τρώμε. Κάθε φορά που ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται στέρηση τροφής, κινητοποιεί τους μηχανισμούς που αυξάνουν την πείνα ώστε να εξασφαλιστεί επαρκές απόθεμα ενέργειας, ανεξαρτήτως του βάρους ενός ατόμου. Έτσι, όταν άτομα με παχυσαρκία ξεκινούν δίαιτα, ο εγκέφαλος αντιλαμβάνεται αυτή την αλλαγή, τη «στέρηση» τροφής, ως μη φυσιολογική κατάσταση. Και την αντιμετωπίζει με αύξηση ορμονών που προκαλούν πείνα και μείωση άλλων ορμονών πληρότητας και κορεσμού. Αυτό εξηγεί γιατί ακόμη και όταν χάνουμε βάρος, αυτό επανακτάται εύκολα μέσα σε διάστημα λίγων ετών.

Ποιες είναι οι πιο συνηθισμένες αιτίες για τις οποίες κάποιος δυσκολεύεται να χάσει βάρος παρά τις προσπάθειές του;

O παραπάνω μηχανισμός, που ονομάζεται «μεταβολική προσαρμογή», είναι και ο λόγος που σήμερα γνωρίζουμε ότι για τη θεραπεία της παχυσαρκίας συνήθως δεν επαρκούν η μείωση της πρόσληψης τροφής και η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας. Εξάλλου, η παχυσαρκία είναι μια νόσος πολυπαραγοντική και μπορεί να οφείλεται σε πολλές και διαφορετικές αιτίες: το γενετικό υπόστρωμα, διάφορα νοσήματα, φάρμακα και κοινωνικοπολιτισμικές συνθήκες είναι κάποια παραδείγματα. Το πώς καθεμία από αυτές τις αιτίες επηρεάζει το κάθε άτομο ξεχωριστά πρέπει να ελέγχεται εξατομικευμένα, ώστε και η αντιμετώπιση να είναι στοχευμένη. Η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, αναλόγως της υποκείμενης αιτίας, μπορεί να απαιτήσει συγκεκριμένη θεραπευτική κατεύθυνση (π.χ. από ιατρό, διατροφολόγο, ψυχολόγο ή γυμναστή) ή -συνηθέστατα- από ομάδα επαγγελματιών υγείας.

Υπάρχουν συγκεκριμένες ενδοκρινολογικές διαταραχές που συνδέονται με την παχυσαρκία;

Οι ενδοκρινικές παθήσεις (υποθυρεοειδισμός, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, σύνδρομο Cushing, υπογοναδισμός, ανεπάρκεια αυξητικής ορμόνης, ινσουλίνωμα κ.ά.) χαρακτηρίζονται από ορμονικές διαταραχές που μπορεί να επηρεάσουν τόσο την πρόσληψη τροφής όσο και την ενεργειακή δαπάνη και να οδηγήσουν σε αλλαγές του σωματικού βάρους. Ή μπορεί η φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπισή τους, όπως για παράδειγμα η ινσουλίνη και τα κορτικοστεροειδή, να οδηγεί σε αύξηση βάρους μέσω αυξημένης όρεξης, αυξημένης αποθήκευσης λίπους ή/και επιβράδυνσης του μεταβολισμού.

Συνεπώς, η ιατρική εξέταση, η λήψη ιστορικού και ο κλινικοεργαστηριακός έλεγχος είναι απαραίτητα, προκειμένου να τεθεί η διάγνωση και να αντιμετωπιστεί η αντίστοιχη διαταραχή.

Ποια είναι η γνώμη σας για τις δημοφιλείς δίαιτες χαμηλών θερμίδων ή εξαιρετικά χαμηλών υδατανθράκων; Είναι αποτελεσματικές ή ενέχουν κινδύνους;

Η απώλεια βάρους και η διατήρηση αυτής της απώλειας σε βάθος χρόνου βασίζονται στη μείωση της συνολικής προσλαμβανόμενης ποσότητας θερμίδων. Από εκεί και πέρα, όμως, δεν υπάρχει ένα συγκεκριμένο σωστό διατροφικό πρότυπο.

Η προσέγγιση πρέπει να στηρίζεται κατ’ αρχάς σε υγιεινές επιλογές, με στόχο τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου και την εξασφάλιση της συνολικής υγείας, αλλά να είναι ταυτόχρονα εξατομικευμένη, σύμφωνα με την ηλικία, τις ιδιαίτερες μεταβολικές ανάγκες, τους παράγοντες κινδύνου, τις συννοσηρότητες. Συγχρόνως, πρέπει να εναρμονίζεται με προσωπικές και κοινωνικοπολιτισμικές προτιμήσεις, να είναι οικονομικά εφικτή, αλλά και ρεαλιστική, ευέλικτη και απολαυστική, ώστε να επιτυγχάνεται η μακροχρόνια συμμόρφωση. Για να είναι ασφαλής και αποτελεσματική η οποιαδήποτε διατροφική παρέμβαση, συνήθως απαιτείται επιτήρηση από καταρτισμένους επαγγελματίες υγείας, δηλαδή διατροφολόγους.

Υπάρχουν φαρμακευτικές αγωγές ή ορμονικές θεραπείες που μπορούν να βοηθήσουν στην απώλεια βάρους; Αν ναι, σε ποιες περιπτώσεις είναι κατάλληλες;

Οι αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως προαναφέρθηκε, με περιορισμό της πρόσληψης θερμίδων, υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου διατροφής και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας είναι βάση και προϋπόθεση οποιασδήποτε προσπάθειας της διαχείρισης του βάρους.

Ωστόσο, ενώ τα υγιεινοδιαιτητικά μέτρα οδηγούν σε απώλεια βάρους, συχνά αποτυγχάνουν στη διατήρηση της απώλειας αυτής, με αποτέλεσμα, όπως αναφέρθηκε και πιο πριν, την επανάκτηση του βάρους εντός λίγων ετών.

Οι νεότερες φαρμακευτικές αγωγές συμβάλλουν καθοριστικά στην επίτευξη αυτού του στόχου. Μέσω μείωσης της πείνας και ταχύτερης επίτευξης κορεσμού, οδηγούν σε μειωμένη πρόσληψη θερμίδων. Η απώλεια βάρους που μπορεί να επιτευχθεί με τα φάρμακα αυτά, επιπροσθέτως της διατροφής και της άσκησης, είναι ακόμα μεγαλύτερη, βοηθώντας συγχρόνως στην καρδιομεταβολική ρύθμιση και στην πρόληψη των επιπλοκών της νόσου.

Η φαρμακοθεραπεία συνιστάται για άτομα με Δείκτη Μάζας Σώματος πάνω από 30 ή πάνω από 27 παρουσία συννοσηροτήτων που σχετίζονται με το βάρος. Η χορήγηση γίνεται με ιατρική συνταγή και απαιτείται ιατρική παρακολούθηση, καθώς, όπως σε όλες τις φαρμακευτικές αγωγές, υπάρχουν αντενδείξεις και πιθανές παρενέργειες.

Ποιος πρέπει είναι ο στόχος ως προς την απώλεια βάρους; Η υπερβολική απώλεια βάρους σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να έχει επιπτώσεις;

Να τονιστεί ότι στο θέμα του βάρους δεν μας ενδιαφέρει απλά το μέγεθος, αλλά και διάφορες παράμετροι, όπως η απώλεια λίπους και οι αλλαγές στην κατανομή του στο σώμα, καθώς και οι αλλαγές στη μυϊκή μάζα ή στον βασικό μεταβολικό ρυθμό.

Η σταδιακή απώλεια βάρους εκτιμάται ότι συμβάλλει στην πιο αποτελεσματική απώλεια λιπώδους μάζας και στην καλύτερη διατήρηση του βασικού μεταβολικού ρυθμού. Εντούτοις, τα επιστημονικά δεδομένα είναι περιορισμένα και απαιτείται περισσότερη και πιο μακροχρόνια έρευνα ως προς τον πιο αποτελεσματικό και ασφαλή ρυθμό απώλειας.

Σε σχέση με τον στόχο, αυτός θα πρέπει να προσδιορίζεται από τον γιατρό σε συνεργασία με τον ασθενή πριν από την έναρξη της θεραπείας. Πρέπει να είναι ρεαλιστικός και να περιλαμβάνει την απώλεια βάρους αλλά και τη διατήρηση της απώλειας αυτής σε βάθος χρόνου, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, καθώς και την ύφεση ή θεραπεία επιπλοκών ή συννοσηροτήτων που σχετίζονται με την παχυσαρκία.

Οι προτιμήσεις του ασθενούς παίζουν επίσης ρόλο, καθώς υπάρχει ετερογένεια ως προς τι θεωρείται αποδεκτό ή επιθυμητό μέγεθος και σχήμα σώματος. Συνεπώς, η απώλεια βάρους δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται απλώς ως ένα τελικό νούμερο στη ζυγαριά.

Μπαρμπαγιάννη Αικατερίνη MD, MSc, υποψήφια διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, ειδική παθολόγος με εξειδίκευση στον σακχαρώδη διαβήτη

Πώς επηρεάζει το χρόνιο στρες τις ορμόνες και, κατ’ επέκταση, τη διαχείριση του βάρους;

Το χρόνιο στρες μπορεί να είναι παράγοντας παχυσαρκίας, καθώς οδηγεί σε αλλαγές στα επίπεδα των ορμονών που σχετίζονται με το βάρος. Για παράδειγμα, τα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης, που υπό συνθήκες χρόνιου στρες επιμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, διαταράσσουν τον μεταβολισμό των υδατανθράκων, προκαλούν αντίσταση στην ινσουλίνη και συσσώρευση σπλαχνικού λίπους.

Επιπλέον, το άγχος συχνά αυξάνει την όρεξη κι εντείνει ανθυγιεινές διατροφικές συμπεριφορές, όπως ευκαιριακή άμετρη κατανάλωση τροφής και νυχτερινή κατανάλωση φαγητού, συμπεριφορές που συμβάλλουν επίσης στην ανάπτυξη της παχυσαρκίας. Αυτή η συναισθηματική υπερκατανάλωση τροφής συνδέεται, μάλιστα, συνηθέστατα με την επιλογή εξαιρετικά εύγευστων και ενεργειακά πυκνών τροφίμων (comfort food). Γι’ αυτό και σε κάποιες περιπτώσεις η συμπεριφορική θεραπεία, μέσω συνεργασίας με ειδικό επαγγελματία, κρίνεται αναγκαία.

Ποια είναι η συμβουλή σας για ένα άτομο που προσπαθεί να χάσει βάρος με υγιή τρόπο και να διατηρήσει το αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα;

Η παχυσαρκία είναι μια χρόνια, σύνθετη και υποτροπιάζουσα νόσος. Είναι ιδιαίτερα περίπλοκη ως προς την αιτιολογία της, τους μηχανισμούς της και στην αντιμετώπισή της. Η απόδοση της ευθύνης στο ίδιο το άτομο ως έλλειψη πειθαρχίας ή κινήτρων είναι λανθασμένη και η παροχή συμβουλευτικής τύπου «κάνε δίαιτα και άσκηση» είναι απλοϊκή.

Η επικοινωνία με ειδικευμένο επαγγελματία υγείας ή σε μερικές περιπτώσεις με ομάδα επαγγελματιών κρίνεται καθοριστική, για την ανεύρεση της υποκείμενης αιτίας, την παροχή εξατομικευμένης φροντίδας και τη διατήρηση του στόχου μακροπρόθεσμα. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας δεν είναι απλώς θέμα μείωσης βάρους, αλλά βελτίωση της συνολικής υγείας των ατόμων.