Έντονη είναι η απορία σε άτομα τα οποία μολύνθηκαν από κορονοϊό αναφορικά με το ένα πιθανό να επαναμολυνθούν και πότε. Η ισχύς αλλά επίσης και η διάρκεια της ανοσίας μετά από μόλυνση από SARS-CoV-2 είναι, πράγματι, πολύ σημαντικές για την κλινική πρακτική, αλλά και για τον ευρύτερο σχεδιασμό των προληπτικών και θεραπευτικών στρατηγικών δημόσιας υγείας.
Σε πρόσφατο άρθρο το οποίο δημοσιεύτηκε στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Annals of Internal Medicine, οι συγγραφείς συνέθεσαν και μετα-ανέλυσαν όλα τα επιστημονικά δεδομένα σχετικά με την πιθανότητα επαναμόλυνσης από κορονοϊό.
Οι γιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Σταυρούλα Πάσχου (επίκουρη καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνος Δημόπουλος (καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα κύρια σημεία του άρθρου.
Πού κυμαίνεται ο κίνδυνος επαναμόλυνσης
Στην έρευνά τους συμπεριελήφθησαν 18 μελέτες οι οποίες διερεύνησαν τον κίνδυνο επαναμόλυνσης μετά από μόλυνση με SARS-CoV-2 σε σύγκριση με τον κίνδυνο μόλυνσης σε άτομα χωρίς προηγούμενη μόλυνση. Μεταξύ των μελετών, ο κίνδυνος επαναμόλυνσης κυμαινόταν από 0% έως 2,2%.
Με άλλα λόγια, σε άτομα με πρόσφατη λοίμωξη SARS-CoV-2 αποφεύχθηκε 80% ως 98% των συμπτωματικών λοιμώξεων με παραλλαγές αρχικού τύπου ή Άλφα συγκριτικά με μη εμβολιασμένα, μη προηγουμένως μολυσμένα άτομα.
Σύμφωνα με τη μετα-ανάλυση των δεδομένων και όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων η προηγούμενη μόλυνση μείωσε τον κίνδυνο επαναμόλυνσης κατά 87%, ισοδυναμώντας με 4,3 λιγότερες λοιμώξεις ανά 100 άτομα στον γενικό πληθυσμό και μεταξύ εργαζομένων στον τομέα της υγείας και 26,6 λιγότερες λοιμώξεις ανά 100 άτομα σε δομές παροχής φροντίδας. Η προστασία παρέμεινε πάνω από 80% για τουλάχιστον επτά μήνες.
Λιγότερο σαφή τα αποτελέσματα για τους ηλικιωμένους
Τα αποτελέσματα για τους ηλικιωμένους ήταν λιγότερο σαφή. Οι μέθοδοι για την ανίχνευση και τη διάγνωση της λοίμωξης διέφεραν μεταξύ των μελετών. Σημειώνεται, ότι καμία από τις μελέτες που συμπεριελήφθησαν δεν ακολούθησε ασθενείς μετά την εμφάνιση της παραλλαγής Delta ή Όμικρον.
Συμπερασματικά, πριν από την εμφάνιση των μεταλλάξεων Delta και Όμικρον, τα άτομα με πρόσφατη μόλυνση είχαν ισχυρή προστασία έναντι των συμπτωματικών επαναμολύνσεων από κορονοϊό για επτά μήνες σε σύγκριση με μη εμβολιασμένα, προηγουμένως μη μολυσμένα άτομα. Μένει να διερευνηθεί η ανθεκτικότητα της προστασίας επαναμόλυνσης από τις πιο πρόσφατες παραλλαγές.