Στην προειδοποίηση ότι τα σταγονίδια με τα οποία μεταδίδεται ο κορονοϊός μπορούν να επιβιώσουν σε οποιαδήποτε επιφάνεια, ανάλογα και με τον περιβάλλοντα χώρο, από λίγες ώρες μέχρι και επτά ημέρες, προχώρησε μέσω ραδιοφωνικών του δηλώσεων ο καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιάννης Τούντας.
Αρχικά, κληθείς να σχολιάσει εάν η Ελλάδα πρέπει να λάβει μέτρα επιπέδου Ιταλίας, απάντησε: «Δεν θέλω να μιλήσω για μέτρα, επειδή οι μόνοι αρμόδιοι είναι το υπουργείο Υγείας και ο ΕΟΔΥ. Δημιουργούμε σύγχυση και κλονίζουμε την εμπιστοσύνη του κόσμου στην Πολιτεία και αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί, γιατί δεν θέλουμε να έχουμε επιδημία πανικού, εκτός από αυτή του κορονοϊού».
Ωστόσο, εκτίμησε πως «αναμένουμε αύξηση των κρουσμάτων. Κάθε μέρα τα νέα κρούσματα που ανακοινώνονται, σημαίνει ότι έχουν ήδη μεταδώσει τον ιό σε περισσότερα από δύο άτομα. Όταν ένας μεταδίδει σε δύο άτομα και πάνω, σημαίνει ότι είμαστε σε αυξητική τροχιά της επιδημίας. Όλα αυτά τα μέτρα που λαμβάνονται και σωστά λαμβάνονται, αποσκοπούν μέσα από την απομόνωση και την ιχνηλάτηση να μειώσουν τη μετάδοση. Αυτό θα σημάνει την αρχή της κάμψης της επιδημίας, κάτι που ελπίζουμε ότι μπορεί να συμβεί μέσα στον Απρίλιο, ή νωρίς τον Μάιο».
Το αισιόδοξο μήνυμα που μετέδωσε ο κ. Τούντας μέσω του ραδιοφώνου «Θέμα 104,6», είναι πως «η χώρα μας έχει πάρει εγκαίρως τα μέτρα που έπρεπε και γι’ αυτό δεν αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα που έχει σήμερα η Ιταλία».
Αναφερόμενος στη συζήτηση, που έχει ξεκινήσει τις τελευταίες ημέρες και στην Ευρώπη για τη λήψη κάποιων φαρμάκων, επισήμανε ότι «συνιστούμε όταν υπάρχουν συμπτώματα, όπως κρυώματος ή γρίπης, οι άνθρωποι να παίρνουν τα αντιφλεγμονώδη. Μας βοηθούν και στον πυρετό και στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων».
Πάντως, σημείωσε ότι «αν υπάρχει κάποιο άλλο πρόβλημα υγείας και θέλουμε κάποια άλλη θεραπεία, πρέπει να συμβουλευόμαστε τον γιατρό ή τον φαρμακοποιό».
Αναφερόμενος στην προτροπή και της κυβέρνησης να περιοριστούν τα μετρητά στις συναλλαγές των πολιτών, ξεκαθάρισε ότι «κάθε επαφή με αντικείμενο, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί από άλλο άτομο, μπορεί να αποτελεί εν δυνάμει εστία μετάδοσης του ιού». Μάλιστα, υπογράμμισε ότι «χρειάζεται άμεσος καθαρισμός των χεριών και βεβαίως να αποφεύγουμε να βάζουμε τα χέρια στο πρόσωπο». Προσέθεσε, δε, ότι «θέλει καλό καθαρισμό στις επιφάνειες, αλλά και στα ρούχα, τα οποία μπορούν να μεταδώσουν τον ιό».