Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί μας αρέσει να ακούμε αρνητικά κουτσομπολιά για τους διάσημους και να «καταθροχίζουμε» κάθε ιστορία που αφορά κάποιο σκάνδαλο στο οποίο εμπλέκονται πολιτικοί;
Η παρακάτω μελέτη στην οποία αναφέρεται σε πρόσφατο άρθρο της στο Business Insider η Jennifer Welsh, δημοσιεύτηκε στις 24 Οκτωβρίου στο «Annals Of The New York Academy Of Sciences» και λέει: «Η ανάγνωση εφημερίδων, η παρακολούθηση των ειδήσεων, μια βόλτα έξω στο δρόμο ή μια συζήτηση με φίλους αποτελούν στοιχεία της καθημερινότητας των ανθρώπων, που τους παρέχουν ανεξάντλητες ευκαιρίες να ενημερωθούν για τις ατυχίες και τη δυστυχία τρίτων. Το πώς οι άνθρωποι αντιδρούν στον πόνο του άλλου, ωστόσο, εξαρτάται από την προϋπάρχουσα προκατάληψη που έχουν απέναντι στο “στόχο”» γράφουν οι συγγραφείς της μελέτης Mina Cikara από το πανεπιστήμιο Carnegie Mellon και Susan T. Fiske από το Princeton.
Ήταν ήδη γνωστό ότι η «χαρά για τη δυστυχία των άλλων» ήταν πιο πιθανό να εμφανιστεί υπό τις εξής προϋποθέσεις:
– όταν μας συμφέρει
– όταν φαίνεται σαν το άτομο να την «άξιζε»
– όταν συμβαίνει σε κάποιον που ζηλεύουμε ή φθονούμε
Μάλιστα, ο φθόνος βρίσκει ευρύτερης εφαρμογής στη ζωή μας, κι αυτό λόγω των στερεότυπων που έχουμε αναπτύξει και ενστερνιστεί στη ζωή μας, υποστηρίζει η μελέτη.
Αποφασίζουμε ποιος θα «φθονούμε» βάσει αυτών των στερεότυπων που τους έχουμε αποδώσει –πόσο «θερμοί» και «ικανοί» είναι. Βάσει αυτών οι ερευνητές δημιούργησαν τέσσερις κατηγορίες: εκείνους που προκαλούν οίκτο, αηδία, υπερηφάνεια και φθόνο.
Αυτά τα στερεότυπα μας καθοδηγούν στο να κρίνουμε και να φθονούμε ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε καν, με αποτέλεσμα να χαιρόμαστε για παράδειγμα για τη δυστυχία ενός διάσημου προσώπου που δεν έχουμε γνωρίσει ποτέ, αντί να νιώθουμε συμπάθεια προς το πρόσωπό του.
Οι ερευνητές διεξήγαγαν τέσσερα πειράματα για να διαπιστώσουν αν η θεωρία τους «έστεκε».
1. Ταίριαξαν φωτογραφίες ανθρώπων με τις τέσσερις κατηγορίες του παραπάνω πίνακα με θετικά, αρνητικά και ουδέτερα γεγονόταν που είχαν συμβεί (π.χ. δηλώσεις όπως «κέρδισα ένα στοίχημα 5 δολαρίων», «με έβρεξε ένα ταξί που περνούσε γρήγορα» και «πήγα στο μπάνιο»). Στη συνέχεια έδειξαν αυτές τις φωτογραφίες στους συμμετέχοντες, μελετώντας τις αντιδράσεις και κινήσεις του προσώπου τους, για να καθορίσουν τη συναισθηματική τους κατάσταση.
Όταν το αντικείμενο φθόνου (π.χ. ένας επιχειρηματίας με κοστούμι) είχε μια ατυχία (για παράδειγμα τον κατουρούσε ένα σκυλί) οι συμμετέχοντες γελούσαν περισσότερο απ’ ό,τι αν του συνέβαινε κάτι καλό.
2. Σε ένα δεύτερο πείραμα, οι ερευνητές παρουσίασαν στους συμμετέχοντες ένα «παράγοντα φόβου», ένα σενάριο κατά το οποίο μπορούσαν να τιμωρήσουν τους άλλους παίκτες με ένα ήπιο σοκ, ή ένα πιο δυνατό. Τους ρώτησαν πόσο πρόθυμοι ήταν να επιβάλλουν την πιο αυστηρή τιμωρία σε κάθε μία από τις τέσσερις κατηγορίες στερεότυπων.
Ανακάλυψαν ότι, οι συμμετέχοντες προσφέρθηκαν να επιβάλλουν το μεγαλύτερο σοκ σε εκείνον που αντιστοιχούσε στην κατηγορία «φθόνος» -τον επιχειρηματία με το κοστούμι.
3. Στη συνέχεια οι ερευνητές προσπάθησαν να αλλάξουν την εικόνα των «χαρακτήρων προς φθόνο» που είχαν δημιουργήσει στους συμμετέχοντες, δίνοντάς τους περισσότερες πληροφορίες γι’ αυτούς και «μεταμορφώνοντας» τον επιχειρηματία με το κοστούμι σε κάποιον που θα ταίριαζε στις άλλες κατηγορίες. Για παράδειγμα, τους είπαν ότι παρείχε συμβουλές σε μικρές επιχειρήσεις δωρεάν (υπερηφάνεια), χρησιμοποιούσε τα τελευταία του χρήματα για να αγοράσει ναρκωτικά (αηδία), ή πως είχε χάσει τη δουλειά του αλλά προσποιούνταν ότι εργαζόταν ακόμη (οίκτος). Γνωρίζοντας αυτές τις παραπάνω πληροφορίες, οι συμμετέχοντες χαίρονταν λιγότερο με τις ατυχίες/δυστυχίες του. Αυτά τα σενάρια, ωστόσο, δεν επηρέασαν τα συναισθήματά τους για τις άλλες ομάδες.
4. Για να εξετάσουν αν οι κοινωνικοί περιορισμοί συγκρατούσαν τους συμμετέχοντες από το να εκφράσουν τα πραγματικά τους αισθήματα χαράς για τη δυστυχία όσων φθονούσαν, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ένα παράδειγμα ενός ιστορικού αγώνα μπέιζμπολ: τους New York Yankees απέναντι από τους Boston Red Sox.
Το αίσθημα «χαράς για τη δυστυχία των άλλων» είναι αποδεκτό (αν όχι επιθυμητό) στα αθλητικά, την πολιτική και το κοτσομπολιό για τους διασήμους.
Αυτό που παρατήρησαν οι ερευνητές ήταν ότι οι οπαδοί μιας ομάδας ήταν πολύ χαρούμενοι όταν μια άλλη αντίπαλη ομάδα έχανε, ακόμη κι αν το αποτέλεσμα εκείνου του αγώνα δεν επηρέαζε τη δική τους.
«Το αίσθημα χαράς για τη δυστυχία των άλλων παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην κλιμάκωση των συγκρούσεων μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών ομάδων. Αυτό υποδηλώνει ότι το κάθε μέλος μιας ομάδας ξεχωριστά, δε χρειάζεται να έχει κάποιο προσωπικό ιστορικό προκειμένου να νιώσει την ανάγκη να κάνει κακό σε κάποιον άλλο, ειδικά αν η σχέση των δύο κοινωνικών ομάδων είναι ήδη “εχθρική”» αναφέρουν οι ερευνητές.
Το συμπέρασμα αυτό συνάδει με κάποιο τρόπο, με αυτό στο οποίο είχε καταλήξει προηγούμενη έρευνα, βάσει της οποίας όλοι έχουμε ένα μικρό σαδιστή μέσα μας. Η συγκεκριμένη μελέτη είχε βρει ότι πάνω από τους μισούς ανθρώπους έχουν «χαρακτηριστικά γνωρίσματα σαδιστικής προσωπικότητας».
«Αυτά τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μπορεί να είναι ισχυρότερα, όταν ο πόνος που παρατηρούμε αφορά σε κάποιον που ζηλεύουμε ή φθονούμε, ή κάποιοω από μια διαφορετική κοινωνική ομάδα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα στερεότυπα σχετικά με το κοινωνικό status και την ανταγωνιστικότητα εκτρέφουν την αντιπάθεια για “χαρακτηριστικές μειονότητες” (όπως π.χ. για τους Εβραίους, ή τους Ασιάτες) και επιτυχημένα μέλη “δευτερευουσών ομάδων” (όπως οι μαύροι, ή οι γυναίκες καριέρας)» σημειώνουν οι συγγραφείς. «Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι συγκεκριμένες εθνοτικές ομάδες, που εμφανίζονται στο τέταρο τεταρτημόριο –αυτό του «φθόνου»- έχουν πέσει θύματα γενοκτονιών ή περιστατικών μαζικής βίας» καταλήγουν.