Για πρώτη φορά αποκατέστησαν σε ένα βαθμό την όραση σε θηλαστικά τυφλά εκ γενετής, όπως δήλωσαν επιστήμονες στις ΗΠΑ, χάρη σε μια νέα γονιδιακή-αναγεννητική τεχνική που αφήνει υποσχέσεις για νέες θεραπείες στους τυφλούς ανθρώπους, αν και είναι ακόμη πρόωρο να πει κανείς κατά πόσο αυτό όντως μπορεί να συμβεί στο μέλλον.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον νευροεπιστήμονα Μπο Τσεν της Ιατρικής Σχολής Icahn της Νέας Υόρκης, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», σύμφωνα με το «Science» και τη βρετανική «Ιντιπέντεντ», έδειξαν, μέσω πειραμάτων αρχικά σε ψάρια-ζέβρες και μετά σε ποντίκια, ότι είναι δυνατό να μετατραπούν νευρικά κύτταρα του αμφιβληστροειδούς φακού του ματιού (τα λεγόμενα «γλοιακά κύτταρα Μίλερ»), σε ραβδία, δηλαδή στους ζωτικούς κυτταρικούς φωτοϋποδοχείς, οι οποίοι αντιλαμβάνονται τις μεταβολές του φωτός, τα σχήματα και τις κινήσεις.
Αν αποδειχθεί εφικτό να δημιουργηθούν μελλοντικά στο εργαστήριο υγιή ανθρώπινα κύτταρα-φωτοϋποδοχείς, που θα αντικαταστήσουν τα κατεστραμμένα, τότε ακόμη και άνθρωποι εκ γενετής τυφλοί, καθώς και όσοι έχασαν σταδιακά την όρασή τους αργότερα σε μεγάλη ηλικία, θα μπορούν να ξαναδούν, σε ένα βαθμό τουλάχιστον. Η νέα μέθοδος περιλαμβάνει δύο στάδια: στο πρώτο εισάγεται ένα γονίδιο που ρυθμίζει μια πρωτεΐνη, η οποία επιφέρει πολλαπλασιασμό των γλοιακών κυττάρων Μίλερ, ενώ στο δεύτερο στάδιο γίνεται κυτταρικός αναπρογραμματισμός, καθώς τα κύτταρα αυτά μετατρέπονται πλέον σε ραβδία-φωτοϋποδοχείς.
Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, οι ερευνητές παρακολούθησαν για αρκετές εβδομάδες την ανάπτυξη των νέων κυττάρων μέσα στα μάτια των πειραματόζωων και διαπίστωσαν ότι έμοιαζαν ταυτόσημα με τα φυσιολογικά υγιή ραβδία, καθώς επίσης σχημάτιζαν τις αναγκαίες νευρωνικές συνδέσεις, ώστε να επεξεργάζονται τα σήματα της όρασης. Όπως είπαν, σε ποντίκια που είχαν τροποποιηθεί γενετικά, ώστε να είναι εκ γενετής τυφλά, η θεραπεία επανενεργοποίησε περιοχές του εγκεφάλου που εμπλέκονται στην επεξεργασία της όρασης. Το πόσο έβλεπαν τα ζώα, δεν μπορεί να το πει κανείς με βεβαιότητα, αν και οι σκεπτικιστές υποστήριξαν ότι είναι μάλλον απίθανο να διέκριναν κανονικά τα αντικείμενα.
Άλλοι επιστήμονες δήλωσαν ότι πρόκειται για σημαντική πρόοδο, που αποτελεί ένα μεγάλο βήμα σε σχέση με τις έως τώρα θεραπείες, οι οποίες μπορούν να επιβραδύνουν ή και να σταματήσουν την τύφλωση, αλλά όχι να την αναστρέψουν. Ο καθηγητής οφθαλμολογίας Κρις Ίνγκλχερν του Πανεπιστημίου του Λιντς ξεκαθάρισε ότι θα χρειασθούν αρκετά χρόνια, εωσότου γίνουν δοκιμές της νέας μεθόδου σε ανθρώπους, «παρόλα αυτά», όπως είπε, «πρόκειται για ένα μεγάλο βήμα».
Άλλοι εμφανίσθηκαν πιο επιφυλακτικοί. Ο νευροεπιστήμονας Σεθ Μπλάκσοου της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς των ΗΠΑ δήλωσε: «Κανείς δεν θέλει περισσότερο από μένα να είναι αυτό αληθινό, αλλά έχω σοβαρές αμφιβολίες γι’ αυτή τη μελέτη». Η νευροβιολόγος Μορίν ΜαΚολ του Πανεπιστημίου της Λούισβιλ του Κεντάκι δήλωσε ότι οι ερευνητές πρέπει να αποδείξουν ότι όντως τα νέα ραβδία στο μάτι αναπτύσσονται και λειτουργούν πλήρως.
Το επόμενο βήμα των ερευνητών, όπως είπε ο Τσεν, θα είναι να δοκιμάσουν αν η τεχνική τους «δουλεύει» αποτελεσματικά στο εργαστήριο με κύτταρα ανθρώπινου αμφιβληστροειδούς.