«Μιλάμε για πληθυσμιακή έξαρση μεδουσών, όταν δεκάδες με εκατοντάδες μέδουσες μαζεύονται ανά κυβικό μέτρο», εξηγεί η υδροβιολόγος και συντονίστρια έρευνας στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος», Αναστασία Μήλιου, σημειώνοντας: «Οπότε δεν μπορούμε να μιλήσουμε για πληθυσμιακή έξαρση φέτος των μεδουσών». Εύστοχα, λοιπόν, ο αντινομάρχης Εβρου, Μιχάλης Κογιομτζής, μίλησε για «σύνηθες φαινόμενο που διαρκεί λίγες ημέρες» τον Δεκαπενταύγουστο, όταν παραθεριστές διαμαρτυρήθηκαν έντονα για μέδουσες, που προκάλεσαν στους πιο ευαίσθητους από τους λουόμενους κοκκινίλες και φαγούρα.
Ο κύκλος ζωής των μεδουσών επηρεάζεται εποχικά και οι πληθυσμιακές εξάρσεις κάποια καλοκαίρια είναι φυσιολογικές», εξηγεί η θαλάσσια βιολόγος και συντονίστρια θαλάσσιας έρευνας στο «Αρχιπέλαγος», κ. Μόνικα Δημητρίου και συμπληρώνει: «Κυριότερες αιτίες των εξάρσεων είναι η αύξηση της θερμοκρασίας και η υπεραλίευση.
Όταν υπεραλιεύονται ή θανατώνονται φυσικοί θηρευτές της μέδουσας -όπως π.χ. η θαλάσσια χελώνα- τότε η τελευταία αυξάνεται. Η θανάτωση των θηρευτών δεν προκαλείται μόνο από τον άνθρωπο. Μπορεί να προκληθεί κι από μια πλαστική σακούλα, που το ψάρι ή η θαλάσσια χελώνα θα νομίζουν ότι είναι μέδουσα, θα την φάνε και θα πεθάνουν από ασφυξία…
Την πληθυσμιακή έξαρση της χελώνας ευνοεί η ρύπανση της θάλασσας και με άλλους τρόπους: τον υπερτροφισμό (όταν σωρεύονται στη θάλασσα υψηλές ποσότητες «θρεπτικών» συστατικών από βιολογικούς καθαρισμούς που δεν λειτουργούν σωστά, λιπάσματα κ.α.) και τη χαμηλή συγκέντρωση διαλυμένου οξυγόνου (που επίσης προκαλείται από λύματα) η οποία έχει ως συνέπεια την ασφυξία διαφόρων ειδών στη θάλασσα, όμως ευνοεί ιδιαιτέρως την ανάπτυξη της μέδουσας αουρέλια (aurelia aurita).
Τα σοβαρότερα προβλήματα με τις εξάρσεις, όμως, προκαλούνται από είδη-εισβολείς που μεταφέρονται με το έρμα των φορτηγών πλοίων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξε η κατάρρευση των ιχθυοαποθεμάτων και της αλιείας πριν από λίγα χρόνια στη Μαύρη Θάλασσα. Γι’ αυτό σε πολλές περιοχές της γης, τα πλοία αδειάζουν το νερό από το έρμα τους πριν μπουν στους κόλπους, προκειμένου να μη μεταφέρουν επικίνδυνα για τα οικοσυστήματα είδη.
Διεθνής Επιτροπή για την Επιστημονική Παρακολούθηση της Μεσογείου
Σε κάθε περίπτωση οι πληθυσμιακές εξάρσεις της μέδουσας αποτελούν «δείκτη μέτρησης» για διάφορες αλλαγές στο οικοσύστημα της θάλασσας και κυρίως για την υπεραλίευση και τη μείωση των θαλάσσιων αποθεμάτων.
Γι αυτό το «Αρχιπέλαγος», σε συνεργασία με τη Διεθνής Επιτροπή για την Επιστημονική Παρακολούθηση της Μεσογείου (CIESM), υποστηρίζει στην Ελλάδα τη δια-μεσογειακή πρωτοβουλία Jellywatch, με την οποία ενθαρρύνεται η συμμετοχή του κοινού στην καταγραφή πληθυσμιακών εξάρσεων μεδουσών.
Στην Ελλάδα με περισσότερα από 18.000 χλμ. ακτογραμμής και 220.000 τ.μ. επιφάνεια θάλασσας, η συγκέντρωση δεδομένων για πληθυσμιακές εξάρσεις δεν είναι εύκολη. Γι αυτό, σημειώνει η κ. Μήλιου «η συμμετοχή όλων στην παρατήρηση και καταγραφή πληθυσμιακών εξάρσεων είναι πολύτιμη».
Τι πρέπει να κάνετε σε περίπτωση που σας τσιμπήσει μέδουσα
1. Απομακρύνετε τα τυχόν κολλημένα στο σώμα σας πλοκάμια. Όχι όμως με γυμνά χέρια, διότι αυτό θα οδηγήσει σε κόλλημα των πλοκαμιών στα χέρια και μεταφορά του ερεθισμού εκεί.
2. Ξεπλύνετε την περιοχή του τσιμπήματος με άφθονο θαλασσινό νερό. Αν δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος, γεμίστε την χούφτα σας με άμμο και τρίψτε το σημείο του σώματος που είναι κολλημένα τα πλοκάμια της τσούχτρας. Μη χρησιμοποιείτε γλυκό νερό, διότι μπορεί να ενεργοποιήσει κεντριά που έχουν μείνει στο δέρμα.
3. Τοποθετείστε στο σημείο του τσιμπήματος πάγο ή κρύες κομπρέσες. Αυτό περιορίζει τα τοπικά φαινόμενα από το δέρμα.
4. Αλείψτε την πάσχουσα περιοχή με κορτιζονούχο κρέμα. Περιορίζει την τοπική φλεγμονώδη αντίδραση και ανακουφίζει γρήγορα από το τσούξιμο και την φαγούρα. Αν δεν υπάρχει τέτοια κρέμα, χρησιμοποιείστε κομπρέσες με ξυδόνερο (1 μέρος ξύδι και 3 νερό). Έτσι αντιμετωπίζονται η φαγούρα και το τσούξιμο.
5. Πάρτε κάποιο χάπι αντισταμινικό. Με το χάπι αντιμετωπίζονται συστηματικότερα τα συμπτώματα. Η ανάγκη για χάπια τέτοιου είδους είναι μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η έκταση του προσβληθέντος δέρματος.
6. Τέλος αν τα συμπτώματα είναι έντονα και ιδιαίτερα αν δεν υποχωρούν μετά την εφαρμογή των τοπικών μέτρων, μπορεί να χρειασθεί κάποια ένεση κορτιζόνης.