Ερευνητές από το τμήμα δημόσιας υγείας του Χάρβαρντ και του πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι θεραπείες με υποκατάστατα νικοτίνης, που απευθύνονται σε ανθρώπους που θέλουν να κόψουν το κάπνισμα, όπως τα αυτοκόλλητα και οι τσίχλες νικοτίνης, δεν είναι αποτελεσματικές μακροχρόνια και δε βοηθούν τους καπνιστές να κόψουν τη βλαβερή αυτή συνήθεια, ακόμη κι αν αυτοί συμμετέχουν και σε συμβουλευτικές συνεδρίες με ειδικούς.
Οι ερευνητές ζητούν αυστηρότερες ρυθμίσεις σχετικά με την πώληση προϊόντων που περιέχουν νικοτίνη.
Ο επικεφαλής της μελέτης, Hillel Alpert, ερευνητής στο πανεπιστήμιο Χάρβαρντ δήλωσε ότι αυτές οι μέθοδοι δεν αποδείχτηκαν περισσότερο αποτελεσματικές μακροχρόνια συγκριτικά με το αν κάποιος προσπαθούσε να το κόψει από μόνος του.
Στη μελέτη συμμετείχαν 787 ενήλικες καπνιστές, οι οποίοι είχαν κόψει το τσιγάρο σχετικά πρόσφατα, και ρωτήθηκαν αν κατά τα διαστήματα 2001-2002, 2003-2004 και 2005-2006 είχαν χρησιμοποιήσει υποκατάστατα νικοτίνης (όπως αυτοκόλλητο, τσίχλα, αναπνευστήρα ή σπρέι νικοτίνης) για να βοηθηθούν και για πόσο διάστημα τα χρησιμοποιούσαν αδιάκοπα. Ακόμη, κλήθηκαν να απαντήσουν αν είχαν ενταχθεί σε κάποιο πρόγραμμα συμβουλευτικής με τη βοήθεια γιατρού ή άλλου ειδικού.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, περίπου το ένα τρίτο αυτών… υποτροπίασε και ξανάρχισε το τσιγάρο, άσχετα με τη μέθοδο που χρησιμοποίησαν για να το κόψουν.
«Αυτό που δείχνει η συγκεκριμένη μελέτη είναι ότι πρέπει να παίρνουν έγκριση μόνο εκείνα τα φάρμακα που είναι αποδεδειγμένα αποτελεσματικά μακροχρόνια στο να βοηθούν τους καπνιστές να κόψουν το κάπνισμα και μειώνουν την ποσότητα νικοτίνης με σκοπό τη μείωση της εθιστικότητας των τσιγάρων» πρόσθεσε ο διευθυντής του κέντρου ελέγχου του τσιγάρου του Χάρβαρντ, και συγγραφέας της μελέτης, Gregory Connolly.
Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο διαδίκτυο επιστημονικό περιοδικό Tobacco Control.