H μελέτη που δημοσιεύθηκε στο «The Lancet» στις 27 Οκτωβρίου παρέχει τα πρώτα δεδομένα κλινικής πράξης που αφορούν στην αποτελεσματικότητα του εμβολίου κατά της οροομάδας Β της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου.
Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι η πρώτη χώρα, η οποία εισήγαγε το εμβόλιο κατά της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου τύπου Β στο -χρηματοδοτούμενο από το δημόσιο- εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμού.
Το ποσοστό χορήγησης του εμβολίου στο πλαίσιο του βρετανικού Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών είναι υψηλό. Πάνω από το 90% από τα τουλάχιστον 600.000 βρέφη ηλικίας 0-1 ετών που ήταν κατάλληλα για εμβολιασμό, έλαβαν δύο δόσεις.
Τους πρώτους δέκα μήνες εφαρμογής του προγράμματος, τα προκαταρκτικά δεδομένα κατέδειξαν εκτιμώμενη αποτελεσματικότητα του εμβολίου 82,9% έναντι οποιουδήποτε στελέχους της μηνιγγίτιδας Β και 94,2% κατά των στελεχών που μπορούν να προληφθούν μέσω του εμβολιασμού, για όλα τα παιδιά που έλαβαν τις πρώτες δύο από τις τρεις συνιστώμενες δόσεις.
Τον Ιούνιο του 2016, τα καταγεγραμμένα περιστατικά της νόσου μειώθηκαν κατά 50% στον κατάλληλο για εμβολιασμό πληθυσμό σε σύγκριση με το μέσο αριθμό περιστατικών που καταγράφηκαν συνολικά τα τελευταία τέσσερα χρόνια, ανεξαρτήτως από την κατάσταση εμβολιασμού των νηπίων ή την αναμενόμενη κάλυψη του στέλεχος του εμβολίου.
Ο εθνικός μηχανισμός επιτήρησης του Ηνωμένου Βασιλείου θα συνεχίσει να παρακολουθεί συστηματικά την μακροπρόθεσμη επίπτωση του προγράμματος.
Αποτελεσματικότητα του εμβολίου
Το υψηλό ποσοστό χορήγησης αντικατοπτρίζει τη δημόσια ζήτηση και αποδοχή του νέου εμβολίου κατά της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου τύπου Β.
Τα δεδομένα υψηλής αποτελεσματικότητας του εμβολίου, πρέπει να δρουν καθησυχαστικά για τις υγειονομικές αρχές που εξετάζουν το ενδεχόμενο εισαγωγής του εμβολίου κατά της μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου τύπου Β στο εθνικό τους πρόγραμμα.