Αμερικανοί επιστήμονες θέλησαν να απαντήσουν στο εξής ερώτημα: πόσο σημαντικός είναι ο θηλασμός για τις γυναίκες σε σχέση με την προστασία από καρδιαγγειακά προβλήματα που μπορεί να εμφανίσουν μετά την εμμηνόπαυση;
Υπερλιπιδαιμία (αυξημένη χοληστερίνη), σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση, στεφανιαία νόσος (στηθάγχη, έμφραγμα) αποτελούν συνήθη προβλήματα υγείας για γυναίκες ώριμης ηλικίας, ενώ τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις.
Οι ερευνητές εξέτασαν τα δεδομένα από περίπου 140 χιλιάδες γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, μέσης ηλικίας 63 ετών, που είχαν γεννήσει τουλάχιστον ένα παιδί. Η μελέτη δημοσιεύθηκε το 2009 στο έγκυρο περιοδικό Γυναικολογίας Obstetrics Gynaecology. Ελέγχθηκαν στατιστικά παράγοντες όπως η ηλικία, ο αριθμός των γεννήσεων, η εκπαίδευση, η φυλή, η κοινωνικο-οικονομική κατάσταση της γυναίκας, η ηλικία που ήρθε η εμμηνόπαυση, ο τρόπος ζωής και το οικογενειακό ιστορικό, ώστε να μην επηρεαστούν τα αποτελέσματα της έρευνας. Προσδιορίστηκε για πόσους μήνες αθροιστικά θήλασαν οι γυναίκες αυτές τα παιδιά τους, εάν το έκαναν. Έπειτα εξακριβώθηκε κατά πόσο έπασχαν από παχυσαρκία, διαβήτη, υπέρταση, υπερλιπιδαιμία ή στεφανιαία νόσο.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι γυναίκες με ιστορικό γαλουχίας άνω των δώδεκα μηνών, αθροιστικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους (δηλαδή είτε δώδεκα μήνες θηλασμού για ένα παιδί είτε συνολικά για δύο για παράδειγμα παιδιά), είχαν 10% λιγότερες πιθανότητες να πάσχουν από υπέρταση στην ηλικία των 63 ετών, 20% λιγότερες πιθανότητες να πάσχουν από διαβήτη, 20% λιγότερο από υπερλιπιδαιμία και 10% λιγότερες πιθανότητες να πάσχουν από στεφανιαία νόσο, συγκρινόμενες με γυναίκες που ποτέ δε θήλασαν. Όσο μεγαλύτερη η διάρκεια της γαλουχίας τόσο καλύτερη η προστασία, δηλαδή υπήρχε δοσο-εξαρτώμενη σχέση του θηλασμού με την προστασία της υγείας της μητέρας δεκαετίες αργότερα.
Σε μια άλλη, αγγλική μελέτη του 2007, τρία χρόνια μετά το τέλος της γαλουχίας οι γυναίκες εμφάνιζαν υψηλότερα επίπεδα HDL – της «καλής» – λιποπρωτείνης – σε σύγκριση με όσες δεν θήλασαν. Μια άλλη έρευνα του 2009 κατέδειξε ότι όσες γυναίκες θήλασαν στη ζωή τους για τουλάχιστον δύο χρόνια είχαν μικρότερο κίνδυνο να πάθουν έμφραγμα του μυοκαρδίου σε μέση ή μεγάλη ηλικία.
Η ευεργετική επίδραση του θηλασμού στην υγεία της μητέρας είναι και άμεση. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, κάθε φορά που το μωρό μπαίνει στο στήθος, μειώνεται η συστολική και η διαστολική πίεση της μητέρας. Φανταστείτε την επίδραση του θηλασμού στην πίεσή της σε χρόνια βάση, εφόσον η γυναίκα θηλάζει πολλές φορές τη μέρα και για πολλά χρόνια τα παιδιά της!
Πηγή: pediatros