H μηνιγγίτιδα πλήττει κυρίως βρέφη και παιδιά (έως 4 ετών) καθώς επίσης εφήβους και νεαρούς ενήλικες (15-24). Πρόκειται για μια κεραυνοβόλο και καταστρεπτική νόσο με υψηλό ποσοστό περιστατικών-θνησιμότητας (7-14%), η οποία σε έως και έναν στους πέντε επιζήσαντες, μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμα κατάλοιπα, όπως είναι η κώφωση, η δημιουργία ουλών στο δέρμα, η νεφρική ανεπάρκεια και ο ακρωτηριασμός των κάτω άκρων.
Όπως τόνισε ο Δρ. Δ. Καφετζής, καθηγητής Παιδιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών, το μικρόβιο του μηνιγγιτιδόκοκκου βρίσκεται μόνο πάνω στους ανθρώπους, ενώ δεν προσβάλλονται αντικείμενα ή ζώα από τον εν λόγω ιό ενώ προκειμένου κάποιος να κολλήσει τον ιό από κάποιο άλλο άτομο που ήδη νοσεί, θα πρέπει να είναι σε επαφή μαζί του για πάνω από 5-8 ώρες.
Τα ποσοστά των φορέων είναι, επίσης, υψηλά σε κλειστές ή συνωστισμένες κοινωνίες, όπως είναι τα οικοτροφεία, τα στρατόπεδα και μεγάλες αθρόες συγκεντρώσεις, όπως για παράδειγμα αυτή του Hajj (ιερό προσκύνημα στη Μέκκα).
Σύμφωνα με στοιχεία μεταξύ των προσκυνητών που επέστρεψαν στη Σιγκαπούρη μετά από το Hajj του 2001, το ποσοστό των φορέων βρέθηκε να είναι 17%.
Η έναρξη της νόσου από μηνιγγιτιδόκοκκο μπορεί να είναι αιφνίδια και απρόβλεπτη, με το 60% των ασθενών να εμφανίζει συμπτώματα μετά από 24 ώρες από την έλευση στο νοσοκομείο.
Η νόσος μπορεί να είναι θανατηφόρος σε διάστημα 24-48 ωρών, επομένως είναι σημαντικό να τεθεί η διάγνωση το συντομότερο δυνατό. Τα κύρια κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου από μηνιγγιτιδόκοκκο είναι ο πυρετός, η κεφαλαλγία, ο μηνιγγισμός και το εξάνθημα αλλά τα αρχικά συμπτώματα είναι συχνά μη ειδικά και παρόμοια με αυτά των ιογενών λοιμώξεων, τα οποία είναι πιο κοινά και ήπια. Τα συμπτώματα της νόσου από μηνιγγιτιδόκοκκο μπορεί να ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία του ασθενούς.
Παρόλο που τα πρώιμα συμπτώματα στα νήπια είναι γενικά παρόμοια με αυτά των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας, μπορεί επιπλέον να περιλαμβάνουν πυρετό, λήθαργο και άρνηση λήψης τροφής. Στα πρώιμα χαρακτηριστικά της νόσου για τα νήπια και τους εφήβους περιλαμβάνονται επίσης ο πόνος στα πόδια, τα κρύα χέρια και πόδια, και το μη φυσιολογικό χρώμα του δέρματος, τα οποία είναι δηλωτικά της σήψης. Αργότερα κατά την πορεία της νόσου (σε διάστημα 12-24 ωρών), τα νήπια μπορεί να εμφανίσουν σημεία μηνιγγίτιδας όπως είναι το εξάνθημα και η φωτοφοβία.
Τα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας πάνω από 5 ετών, εμφανίζουν συχνότερα μηνιγγισμό (συνδυασμό αυχενικής δυσκαμψίας, φωτοφοβίας και κεφαλαλγίας) από τα παιδιά ηλικίας 1-4 ετών.
Παρόλο που το υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας από μηνιγγιτιδοκοκκική νόσο παρουσιάζεται στα νήπια ηλικίας μικρότερης του ενός έτους, οι έφηβοι και οι νεαροί ενήλικες (ηλικίας 15-24 ετών) εμφανίζουν επίσης αυξημένα ποσοστά θνησιμότητας σε σύγκριση με άλλες ηλικιακές ομάδες και αυτό, όπως είπε ο κ. Καφετζής, διότι είναι πιθανό να ζουν σε κοιτώνες κατά τη διάρκεια των σπουδών ή της στρατιωτικής τους θητείας και να συμμετέχουν σε δραστηριότητες που τους τοποθετούν σε αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων σε μπαρ και κλαμπ, της κοινής χρήσης ποτηριών, της ανταλλαγής φιλιών, του καπνίσματος και της συμμετοχής σε πολυπληθείς εκδηλώσεις.
Η πρόληψη της νόσου γίνεται μέσω του εμβολιασμού και η θεραπεία της νόσου από μηνιγγιτιδόκοκκο γίνεται μέχρι στιγμής με αντιβιοτικά, με φάρμακα για ανάταξη, με αιματοδυναμικά για ενίσχυση (καθώς η πίεση πέφτει πολύ) και με σκευάσματα για την αντιμετώπιση της σήψης.
Όπως είπε ο καθηγητής, από τις αρχές του έτους κυκλοφορεί στη χώρα μας και ένα νέο τετραδύναμο συζευγμένο εμβόλιο για τον μηνιγγιτιδόκοκκο, το οποίο ενδείκνυται για την ενεργή ανοσοποίηση εφήβων, ηλικίας άνω των 11 ετών και ενηλίκων.