Σε εθνική δημοσκόπηση που διεξήχθη στις ΗΠΑ, δύο στους τρεις γονείς δήλωσαν ότι τα παιδιά τους ηλικίας δημοτικού ή γυμνασίου χρησιμοποιούν συσκευές ήχου, ενώ είναι όλο και πιο διαδεδομένο να φορούν ακουστικά. Ωστόσο, αυτό ενέχει σημαντικούς κινδύνους για την υγεία των παιδιών, όπως προειδοποιούν οι ειδικοί.
Όπως προέκυψε από τη δημοσκόπηση του Παιδιατρικού Νοσοκομείου C.S.Mott του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν στις ΗΠΑ, δύο στους τρεις γονείς δηλώνουν ότι το παιδί τους ηλικίας 5-12 ετών χρησιμοποιεί προσωπικές συσκευές ήχου. Μεταξύ των γονέων που ανέφεραν ότι τα παιδιά τους χρησιμοποιούν ακουστικά κεφαλής (headphones) και ακουστικά ψείρες (earbuds), οι μισοί δήλωσαν ότι τα παιδιά περνούν τουλάχιστον μία ώρα την ημέρα χρησιμοποιώντας τα, ενώ ένας στους έξι είπε ότι μία τυπική ημέρα για το παιδί του περιλαμβάνει τουλάχιστον δύο ώρες χρήσης.
Τα παιδιά είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιούν αυτές τις συσκευές στο σπίτι, στο σχολείο και στο αυτοκίνητο, ενώ λιγότερο από το 10% των γονέων δηλώνει ότι τα παιδιά τις χρησιμοποιούν στο λεωφορείο, έξω ή στο κρεβάτι τους. Οι μισοί γονείς επισημαίνουν ότι τα ακουστικά βοηθούν το παιδί τους να ψυχαγωγείται.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, περισσότεροι γονείς παιδιών ηλικίας 9-12 ετών από ό,τι 5-8 ετών αναφέρουν ότι το παιδί τους χρησιμοποιεί ακουστικά, ενώ η καθημερινή χρήση ήταν επίσης πιθανότερο να είναι υψηλότερη στη μεγαλύτερη ηλικιακή ομάδα.
Ωστόσο, η παρατεταμένη ή ακραία έκθεση σε υψηλές εντάσεις θορύβου, υπογραμμίζουν οι ειδικοί, μπορεί να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμα προβλήματα υγείας, συμπεριλαμβανομένης της απώλειας ακοής ή εμβοών. Επίσης, η έκθεση σε θόρυβο μπορεί να επηρεάσει τον ύπνο των παιδιών, τη μάθησή τους, τη γλώσσα, τα επίπεδα άγχους, ακόμα και την αρτηριακή τους πίεση.
«Οι κίνδυνοι έκθεσης σε θόρυβο για τα μικρά παιδιά αφορούσαν ιστορικά δυνατές μεμονωμένες εκδηλώσεις με δυνατό ήχο, όπως συναυλίες ή πυροτεχνήματα, αλλά οι γονείς μπορεί να υποτιμούν την πιθανή βλάβη από την υπερβολική χρήση συσκευών ακρόασης», δηλώνει η παιδίατρος του νοσοκομείου, Σούζαν Γούλφορντ, και συνδιευθύντρια της δημοσκόπησης.
Η ίδια εξηγεί ότι «τα μικρά παιδιά είναι πιο ευάλωτα σε πιθανή βλάβη από την έκθεση σε θόρυβο, επειδή το ακουστικό τους σύστημα είναι ακόμη σε ανάπτυξη. Οι ακουστικοί τους πόροι είναι, επίσης, μικρότεροι από των ενηλίκων, εντείνοντας τα αντιληπτά επίπεδα ήχου».
Μόνο οι μισοί γονείς που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση ανέφεραν ότι έχουν προσπαθήσει να περιορίσουν τη χρήση συσκευών ήχου από το παιδί τους. Οι γονείς των οποίων το παιδί χρησιμοποιεί ακουστικά για περισσότερες από δύο ώρες την ημέρα είναι επίσης λιγότερο πιθανό να θέσουν όρια χρόνου ή έντασης σε σύγκριση με τους γονείς που αναφέρουν λιγότερη χρήση ακουστικών από το παιδί τους.
Η κ. Γούλφορντ σημειώνει τέσσερις συμβουλές για τη μείωση των κινδύνων έκθεσης των παιδιών σε θόρυβο μέσω ακουστικών:
- Να παρακολουθούν και να ρυθμίζουν οι γονείς την ένταση του ήχου και τον χρόνο χρήσης των συσκευών από το παιδί ακολουθώντας τον κανόνα 60/60, δηλαδή τα παιδιά να περιορίζονται σε όχι περισσότερα από 60 λεπτά χρήσης συσκευών ήχου την ημέρα σε ένταση που δεν υπερβαίνει το 60% της μέγιστης έντασης.
- Να αγοράζουν οι γονείς για τα παιδιά ακουστικά ακύρωσης θορύβου ή περιορισμού της έντασης ήχου.
- Να βοηθούν οι γονείς τα παιδιά να κάνουν διαλείμματα από τις προσωπικές συσκευές ακρόασης.
- Να είναι οι γονείς σε εγρήγορση για τα πρώιμα σημάδια απώλειας ακοής, λόγω της χρήσης συσκευών ήχου και να απευθύνονται σε παιδίατρο, ωτορινολαρυγγολόγο ή ακουολόγο.