Την εκτίμησή του ότι θα έχουμε και του χρόνου μέγα πυρκαγιές στην χώρα, διατύπωσε ο καθηγητής διαχείρισης φυσικών καταστροφών, Κώστας Συνολάκης, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1.
«Θα μας πάρει χρόνο να δούμε γιατί είναι “μέγα” πυρκαγιές», τόνισε ο καθηγητής, εξηγώντας ότι αρχικά «η παρατεταμένη ξηρασία έκανε τις φωτιές να καίνε πιο γρήγορα». Όπως είπε, το τι πήγε και τι δεν πήγε καλά θα φανεί στην πορεία.
«Το ένα είναι αν είχαν καθαριστεί οι δρόμοι του δάσους, το άλλο είναι το κομμάτι που είναι δύσβατο», συμπλήρωσε σχετικά, εξηγώντας ότι, «οι πυρκαγιές κάνουν το δικό τους μικροκλίμα, αυτό που δεν ξέρουμε είναι ποιο ήταν το θερμικό φορτίο, η θερμοκρασία, ελπίζω πως θα έχουμε σύντομα δορυφορικές εικόνες του θερμικού φορτίου. Κάποια στιγμή θα πρέπει να έχουμε το δικό μας σύστημα στην Ελλάδα, ώστε να βλέπουμε σε μικρότερο διάστημα τις εικόνες της πυρκαγιάς και να μπορεί η πυροσβεστική να βλέπει την εικόνα σε πραγματικό χρόνο. Μπορείς να τις βλέπεις σε τρεις ώρες, όχι σε μικρότερο διάστημα».
Όπως τόνισε ο κ. Συνολάκης, για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της φωτιάς, εκτός της δορυφορικής εικόνας της, «πρέπει να γίνεται προσομοίωση της πυρκαγιάς. Σε κάθε πυροσβεστικό υπάρχει ο χειριστής που έχει ένα λάπτοπ που του επιτρέπει να κάνει μία χονδροειδή προσομοίωση για το πού θα πάει η φωτιά».
Στηριζόμενος στα επιστημονικά δεδομένα, εξέφρασε την βεβαιότητα ότι, «ειδικά του χρόνου η παγκόσμια θερμοκρασία θα αυξηθεί και κατά μεγάλη πιθανότητα θα έχουμε το φαινόμενο που επηρεάζει τα ρεύματα του Ειρηνικού και ολόκληρο το κλίμα της Γης. Μετά τον επόμενο χρόνο, οι προβλέψεις είναι ότι η θερμοκρασία θα πέσει».
Είπε χαρακτηριστικά ότι «φαίνεται πως θα υπάρξει αύξηση ακόμα και κατά μισό βαθμό Κελσίου που είναι πολύ και πολύ φοβάμαι πως θα έχουμε μέγα πυρκαγιές και του χρόνου».
«Αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι ότι, οι εκτιμήσεις που έχει κάνει η επιστημονική κοινότητα για τα επόμενα χρόνια έχουν έρθει πιο νωρίς και δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε ποιες θα είναι αυτές οι συνέπειες», πρόσθεσε και κατέληξε τονίζοντας ότι, «οι πιο δύσκολες συνθήκες είναι να προβλέψει κανείς τι θα γίνει αυτήν τη στιγμή στον Έβρο».