Το Διεθνές Ινστιτούτο για την Κυβερνοασφάλεια (CSI Institute), το ίδρυμα που δημιούργησε ο Αντιστράτηγος ε.α. της Αστυνομίας, Εμμανουήλ Σφακιανάκης, Ειδικός Ερευνητής, Αναλυτής Ηλεκτρονικών Εγκλημάτων, έχει καθιερωθεί ως ο εξειδικευμένος φορέας για την πρόληψη και την αντιμετώπιση θεμάτων ασφαλείας στο διαδίκτυο, καθώς και την εκπαίδευση νέων επιστημόνων σε έναν τομέα του οποίου ο ρόλος θα γίνεται ολοένα και πιο σημαντικός στον ηλεκτρονικό μας κόσμο.
Η τελευταία έκθεση της Europol σχετικά με τις απειλές στον Κυβερνοχώρο περιλαμβάνει το κακόβουλο λογισμικό (malware), τις κυβερνοεπιθέσεις (cyber-attacks), την υπεξαίρεση προσωπικών δεδομένων (phishing), το λυτρισμικό (ransomware), τα fake news και την παράνομη διάθεση φαρμάκων και συναφών προϊόντων. Τράπεζες, εταιρείες και δημόσιοι οργανισμοί έχουν μεγάλη ανάγκη εκπαιδευμένων ειδικών κυβερνοασφάλειας. Πρόκειται για το επάγγελμα με την μεγαλύτερη ζήτηση παγκοσμίως, καθώς απαιτούνται 3 εκατομμύρια ειδικοί επιπλέον των υπαρχόντων, όπως υπολόγισε το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF).
Για να καλύψει αυτό το κενό, το CSI Institute σε συνεργασία με το κολλέγιο BCA το οποίο ήδη προσφέρει Μasters σε Cybersecurity και Maritime Cyber Security δημιούργησαν δύο εκπαιδευτικά προγράμματα (Diplomas) σε:
- Κυβερνοασφάλεια και Κυβερνοεγκληματολογία (Cybersecurity & Cybercriminology)
- Κυβερνοψυχολογία (Cyberpsychology)
Πρόκειται για ένα πρωτοποριακό εγχείρημα, που αποδεικνύει τον δυναμισμό της ελληνικής κολλεγιακής εκπαίδευσης και την ικανότητά της να απαντάει με επιτυχία στις προκλήσεις του παρόντος και του μέλλοντος.
Για τη συνεργασία ο κος Σφακιανάκης δήλωσε:
«Το CSI Institute, ως κυβερνητική, μη κερδοσκοπική οργάνωση, προάγει εκπαιδευτικούς και κοινωφελείς σκοπούς. Πρωτεύων στόχος μας είναι η εκπαίδευση και η επιστημονική έρευνα στις νέες τεχνολογίες και το διαδίκτυο. Η Ελλάδα διαθέτει εξαιρετικούς νέους επιστήμονες πληροφορικής, οι οποίοι μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στον ψηφιακό κόσμο, συμβάλλοντας στην παγίωση του συναισθήματος ασφάλειας των πολιτών ως προς τη χρήση του διαδικτύου και ταυτόχρονα στην ανάδειξη της χώρας μας ως σημαντικού παράγοντα στην ανάπτυξη τεχνολογιών κυβερνοασφάλειας. Επιλέξαμε ως συνεργάτη το BCA για τη σοβαρότητα, το κύρος και την καινοτομική του κουλτούρα. Ταιριάζουμε στη φιλοσοφία, καθώς και το CSI Institute και το BCA θέλουμε να προηγούμαστε των εξελίξεων και στον τομέα της κυβερνοασφάλειας να είμαστε ένα τουλάχιστον βήμα μπροστά από τους παράνομους του διαδικτύου. Αυτό χρειάζεται συνεχή εγρήγορση και υλοποιείται μόνο από ανθρώπους και ιδρύματα που θεωρούν την καινοτομία μόνιμο στοιχείο του DNA τους.»
Την πεποίθησή του ότι, με τα νέα Diplomas, το BCA θα αποτελέσει τη ελληνική Silicon Valley της κυβερνοασφάλειας, εξέφρασε ο Διευθύνων Σύμβουλος του BCA κος Χάρης Δασκαλάκης ο οποίος προσέθεσε:
«Πριν 50 χρόνια, το BCA υπήρξε το πρώτο κολλέγιο που καθιέρωσε τις επιχειρησιακές σπουδές στην Ελλάδα και κατέδειξε τη σημασία της σύνδεσης της εκπαίδευσης με την αγορά. Πρόκειται για έναν προσανατολισμό με διπλό όφελος: η Οικονομία έχει στη διάθεσή της εξειδικευμένους επιστήμονες που δημιουργούν υψηλή προστιθέμενη αξία, και οι νέοι μας σπουδάζουν αντικείμενα, με μεγάλο επιστημονικό ενδιαφέρον και με εξαιρετικές προοπτικές καριέρας και αμοιβών. Άλλωστε το BCA προσφέρει ήδη μεταπτυχιακές σπουδές Masters στην κυβερνοασφάλεια, οπότε υπήρχε ήδη το αναγκαίο υπόβαθρο για τη συνεργασία με το CSI Institute. Τρέφουμε μεγάλη εκτίμηση στο πρόσωπο και στο έργο του κου Σφακιανάκη και αισθανόμαστε χαρά και τιμή που πλέον γινόμαστε συνεργάτες.»
Στη χρησιμότητα των δύο Diplomas αναφέρθηκε η Γενική Διευθύντρια του Ινστιτούτου CSI, η κα Καλλιόπη Ιωάννου:
«Η Κυβερνοεγκληματολογία είναι η μελέτη αλλά και η πρόβλεψη ενός ήδη πολύπλοκου τύπου εγκλήματος, τα παγκόσμια έσοδα του οποίου υπολογίζονται σε ένα τρισεκατομμύριο δολάρια. Χρειάζεται συστηματική μελέτη και κωδικοποίηση των μεθόδων αντιμετώπισής του σε διεθνές επίπεδο, καθώς το κυβερνοέγκλημα δεν γνωρίζει σύνορα. Επίσης, η κυβερνοψυχολογία είναι ένας νέος τομέας που δεν αφορά μόνο στο έγκλημα, αλλά στον σύνολο των νοητικών διεργασιών και των κοινωνικών και ατομικών ψυχολογικών φαινομένων που προκύπτουν ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης με την ψηφιακή τεχνολογία και ιδιαίτερα με το διαδίκτυο. Ο εθισμός στο διαδίκτυο που αφορά μεγάλο ποσοστό παιδιών και νέων είναι ένα αντικείμενο που χρειάζεται ειδική αντιμετώπιση, άρα και ειδικούς με ανάλογη εκπαίδευση. Η συνεργασία του Ινστιτούτου μας με το BCA ανοίγει νέους ορίζοντες στην προαγωγή αυτών των επιστημών στη χώρα μας.»