Η τελευταία πράξη του δράματος παίχτηκε χθες Παρασκευή (26/8) στο Ελμπασάν της Αλβανίας, όπου μέσα σε κλίμα οδύνης κηδεύτηκε η μικρή Αμέλια, το 6χρονο κοριτσάκι που πνίγηκε αβοήθητο στο Καλαμάκι Κορινθίας.
Συγγενείς και φίλοι είπαν το τελευταίο αντίο στο κοριτσάκι, που έφυγε τόσο νωρίς από τη ζωή.
Ο πατέρας δεν μπόρεσε να παραβρεθεί στην κηδεία, καθ’ ότι του επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι, ανάμεσα στους οποίους η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα.
«Έχω καταστραφεί. Η Αμέλια ήταν όλη μου η ζωή. Σκότωσα την ίδια μου τη ζωή. Έχασα τα πάντα», είπε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Star, μέσω του δικηγόρου του.
Απαντώντας στους επικριτές του, για ποιο λόγο δε βούτηξε στη θάλασσα να σώσει την κόρη του, λέει: «Όταν βουτάω το κεφάλι στη θάλασσα, αισθάνομαι ότι πνίγομαι. Κόβεται η αναπνοή μου. Ούτε δευτερόλεπτο δεν αντέχω κάτω από το νερό. Γι΄ αυτό δεν μπορούσα να βοηθήσω την κόρη μου».
Τα ερωτήματα, βέβαια, παραμένουν πολλά, με βασικότερο το γιατί δεν αναζήτησε βοήθεια στα γύρω σπίτια, όταν ακόμη πιθανόν να υπήρχε χρόνος για να σωθεί από τον πνιγμό η κόρη του.
Υπενθυμίζεται ότι ο ίδιος είπε πως πήγε στο μηχανάκι του και, επειδή δεν είχε μπαταρία το κινητό του, πήγε στο σπίτι του και από εκεί ενημέρωσε την αστυνομία.
Περιγράφοντας τι έγινε στη συνέχεια, όταν έφυγε από την παραλία και πήγε στο σπίτι του για να φορτίσει το κινητό του για να καλέσει βοήθεια, ο πατέρας της Αμέλιας είπε: «Όταν πήγα στο σπίτι δεν άλλαξα ρούχα. Στην παραλία φόρεσα την μπλούζα και γι΄ αυτό ήταν βρεγμένη μέχρι τη μέση. Αυτό μπορεί να γίνει, όταν ακουμπάει η μπλούζα στο βρεγμένο σορτσάκι. Το υπόλοιπο μέρος από το μπλουζάκι δεν ήταν απολύτως στεγνό, είχε την υγρασία του σώματος».
Στο μεταξύ, η άτυχη Αμέλια είχε ανασυρθεί από έναν ψαροντουφεκά, που βρισκόταν τυχαία στην περιοχή, αλλά ήταν πλέον πολύ αργά.
Τα αναπάντητα ερωτήματα και η διαδρομή από το εστιατόριο στην παραλία
Στο μεταξύ πολλά είναι τα ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα για το πώς ο πατέρας της έφυγε από το σημείο και άφησε τη μικρή αβοήθητη.
Πατέρας και κόρη, το πρωί της Δευτέρας, ανέβηκαν στο μηχανάκι και έφυγαν από το σπίτι της εν διαστάσει συζύγου του στο κέντρο της Κορίνθου. Μια συνάντηση που όπως αναφέρθηκε στην εκπομπή Live News δεν ήταν προγραμματισμένη.
Λίγο μετά τις 12.00 το μεσημέρι της Δευτέρας ο 42χρονος εθεάθη να γευματίζει με τη μικρή σε παραθαλάσσια ταβέρνα στο Καλάμακι, όπου σύμφωνα με μαρτυρίες έμεινε για περίπου μισή ώρα. Κάτι που και ο ίδιος κατηγορούμενος περιέγραψε στην απολογία του.
Στην απολογία του ο 42χρονος υποστηρίζει πως αμέσως μετά το φαγητό πήγαν στην παραλία.
«Δε θεώρησα ότι θα ήταν πρόβλημα που μόλις είχε φάει, γιατί η ποσότητα ήταν μικρή. Φτάσαμε στην παραλία και μπήκαμε στη θάλασσα» είπε ο 42χρονος.
Κρίσιμο είναι το χρονικό διάστημα των δυο ωρών, από τη 1 παρά τέταρτο όταν πατέρας και κόρη έφτασαν στην παραλία, μέχρι τις 3 παρά τέταρτο, όταν ο 42χρονος έχει ήδη φτάσει στο σπίτι του κι έχει καλέσει την αστυνομία για να πει ότι η κόρη του πνίγεται.
Ο ψαροντουφεκάς που εντόπισε πρώτος το παιδί κάτω από τη βάρκα κάλεσε την Αστυνομία στις 15.08.
«Στις 15.07 έγινε η κλήση από το κινητό της γυναίκας μου ή το δικό μου στην αστυνομία και στις αρχές, μετά από 5 λεπτά, 8 λεπτά, 10 λεπτά ήρθε ένας αστυνομικός. Ήρθε μαζί με τον πατέρα του παιδιού» ανέφερε ο ψαροντουφεκάς.
Σύμφωνα με τα όσα έχουν γίνει γνωστά, ο πατέρας όταν είδε το παιδί του να πνίγεται πήρε το μηχανάκι του και πήγε σπίτι του για να φορτίσει το κινητό του ώστε να ειδοποιήσει τις Αρχές.
Είναι το κρίσιμο χρονικό διάστημα που η μικρή πνίγεται μόνη και αβοήθητη, φαγωμένη και φορώντας όλα τα ρούχα της.
«Ο πατέρας του παιδιού δεν υπήρχε εκεί πέρα, δεν ήταν καν κάποιος συγγενής του παιδιού εκεί, τίποτα, κανείς. Το παιδί ήταν μόνο του παρατημένο, μέσα στην θάλασσα, μέσα στο νερό», λέει ο ψαροντουφεκάς.
Tο Λιμενικό μελετά ενδελεχώς όλες τις φωτογραφίες από την στιγμή του εντοπισμού της 6χρονης.
Φίλη τώρα της μητέρας μετέφερε τα λόγια της έξω από το νεκροτομείο του νοσοκομείου Κορίνθου όπου πήγε για να αναγνωρίσει την σωρό της κόρης της και φαίνεται πως δίνουν μια διαφορετική διάσταση στις τελευταίες ώρες της 6χρονης. «Πρέπει να ανοίξουν τα στόματα, να μιλήσουν εκεί πέρα στο χωριό. Ότι έχει περάσει άθλιες καταστάσεις. Ότι έτρωγε ξύλο» ανέφερε μεταξύ άλλων.