«Όχι» είπε το Συμβούλιο Εφετών στην σύλληψη και έκδοση στη Γερμανία του Τούρκου Erol Gultekin σε βάρος του οποίου είχε εκδοθεί ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης από την Γενική Εισαγγελία του γερμανικού Ακυρωτικού Δικαστηρίου για υποθέσεις που σύμφωνα με τις τουρκικές αρχές αφορούν «τρομοκρατική δράση σε διάφορες χώρες».
Παρά την αντίθετη εισαγγελική πρόταση το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο δεν επέτρεψε την εκτέλεση του επίμαχου εντάλματος και διέταξε την άμεση απελευθέρωση του κρατουμένου. Πρόκειται για μια απόφαση η οποία από την υπεράσπιση του Gultekin χαρακτηρίζεται «λαμπρή ιστορική απόφαση».
Η απόφαση του Συμβουλίου Εφετών κατέστη, σήμερα, τελεσίδικη καθώς παρήλθε η προθεσμία των 24 ωρών που ορίζει ο νόμος για να προσβληθεί με έφεση από τον Άρειο Πάγο.
Σε δελτίο τύπου του δικηγόρου Κώστα Παπαδάκη ο οποίος μαζί με τις συναδέλφους του Μαριάννα Τζεφεράκου και Παναγιώτα Μασουρίδου υπερασπίστηκαν τον εκζητούμενο από τις γερμανικές αρχές μεταξύ άλλων αναφέρεται πως:
«O Erol Gultekin είναι αριστερός αγωνιστής, αντιμέτωπος για πάνω από 35 χρόνια με την άγρια καταστολή της τούρκικης δικτατορίας, φυλακισμένος και βασανισμένος για 8 χρόνια συνολικά, δικαιωμένος από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για βασανιστήρια που έχει υποστεί και για παραβίαση των υπερασπιστικών του δικαιωμάτων στα δικαστήρια Κρατικής Ασφάλειας της Τουρκίας, για τα οποία η Τουρκία καταδικάστηκε με την υπ’ αρ. 52941/1999 απόφαση του ΕΔΑ, ενώ εκκρεμούν άλλες δύο προσφυγές του κατά της Τουρκίας, που δεν έχουν ακόμα δικαστεί.
Η άγρια δίωξη των τουρκικών αρχών, η οποία τον χαρακτηρίζει τρομοκράτη, αποδίδοντάς του ότι ανήκει στο TKP -ML, ένα μαρξιστικό-λενινιστικό-μαοϊκό κόμμα που στην Τουρκία είναι παράνομο, όπως και όλα τα αριστερά κόμματα, τον ανάγκασε να ζει στη παρανομία όλα αυτά τα χρόνια και τελικά να ζητήσει τρείς μήνες πριν τη σύλληψή του από την Ελλάδα τη χορήγηση πολιτικού ασύλου, αίτημα το οποίο εκκρεμεί, ενώ η ιδιότητά του ως πολιτικού πρόσφυγα είναι αναμφισβήτητη.
Η Τουρκία δεν θα είχε ποτέ το σθένος να απαιτήσει από την Ελλάδα την έκδοσή του. Και δύσκολα ένα ελληνικό δικαστήριο θα αποφάσιζε την έκδοση ενός τέτοιου πολιτικού πρόσφυγα στην Τουρκία. Αλλά ό,τι δεν ζητά η Τουρκία ευθέως, αποτελεί πρακτική τα τελευταία χρόνια να το ζητά μέσω Γερμανίας ή Γαλλίας. Η Γερμανία, λοιπόν, ζήτησε την έκδοση του Erol για να δικαστεί ως αρχηγός τρομοκρατικής οργάνωσης, αφού ως τέτοια χαρακτηρίζει ακόμα και η Γερμανία το TKP ML, παρά το γεγονός ότι το τελευταίο δεν ανήκει στον επίσημο κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου».
Η υπεράσπιση του Gultekin τονίζει επίσης ότι το γερμανικό ένταλμα ως απόδειξη της τρομοκρατικής δράσης του, επικαλείται την «συμμετοχή του σε κομματικές συνεδριάσεις σε διάφορες χώρες στην Ευρώπη, οι κυριότερες από τις οποίες φέρονται ότι έγιναν στην Ελλάδα, που προέκυψαν σε γνώση της από παρακολουθήσεις και υποκλοπές τηλεφωνικών συνομιλιών. Η συμμετοχή στις συνεδριάσεις αυτές αποτελεί και το μοναδικό μέσο με το οποίο συνδέεται με την τέλεση αξιόποινων πράξεων που αποδίδονται στο TKP ML, όπως σειρά εκρήξεων στην Τουρκία στα πλαίσια του αντιδικτατορικού αγώνα ή ακόμα και αποστολή χρημάτων και διαφόρων υλικών μέσων ενίσχυσης στις περιοχές της Rojava και του Kobani..Ενώ αναφέρει ευθέως ότι ο Erol αγωνίζεται για μια κομμουνιστική κοινωνία».
Ως μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Βασιλική Κατριβάνου και Ελένη Σωτηρίου, οι συνδικαλιστές της ΑΔΕΔΥ Παύλος Αντωνόπουλος και Σπύρος Παπακωνσταντίνου, της ΟΛΜΕ Χρήστος Κάτσικας, καθώς και η σύζυγός του Erol, που ήρθε από την Τουρκία για το σκοπό αυτό. Κατατέθηκαν επίσης εκατοντάδες ψηφίσματα συμπαράστασης από κοινωνικούς και συνδικαλιστικούς φορείς, ενώ τέθηκαν υπόψη του δικαστηρίου και οι καταδικαστικές αποφάσεις της Τουρκίας από το ΕΔΔΑ, που θεμελίωναν την ιδιότητά του ως θύμα βασανιστηρίων και διώξεων στην Τουρκία.
Στο δελτίο τύπου της υπεράσπισης αναφέρει επίσης για την εκδοθείσα απόφαση πως «πρόκειται για μία λαμπρή απόφαση, παρμένη σε τέτοια κορυφαία πολιτική συγκυρία που αυτοδίκαια σηματοδοτείται ως μία πράξη αντίστασης στο γερμανικό ιμπεριαλισμό και την απαίτησή του από τις ελληνικές δικαστικές αρχές να του παραδίδουν Τούρκους αγωνιστές. Είναι μία απόφαση που νομιμοποιεί τον αγώνα και την δυναμική αντίσταση στα ανελεύθερα καθεστώτα και συνειρμικά παραπέμπει στην ελληνική αντιδικτατορική πάλη, την οποία και τιμά. Μετά την απόφαση Πόλε το 1976, που δεν είχε την ίδια τύχη στον Αρειο Πάγο, ισάξιας ιστορικής σημασίας για τελευταία φορά υπήρξε το καλοκαίρι 2004 παρά την έξαρση της τρομοϋστερίας την περίοδο της Ολυμπιάδας η άρνηση του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης Αναστάση Παπαληγούρα να συναινέσει στην έκδοση του Τούρκου αγωνιστή Ταϊλάν στη Γερμανία, όπως είχαν ήδη αποφασίσει τα ελληνικά δικαστήρια. Ήταν η τελευταία φορά που ο Έλληνας Υπουργός Δικαιοσύνης είχε το δικαίωμα βέτο, καθώς μετά από τότε ίσχυσε ο ν. 3251/2004 για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, που καταργεί το δικαίωμα αυτό στους Υπουργούς, μεταθέτοντας στα δικαστήρια και την ευθύνη της πολιτικής διαχείρισης των υποθέσεων έκδοσης με βάση το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης. Πέρα από τα παραπάνω, η εξαιρετική αυτή δικαστική απόφαση αποτελεί ένα σοβαρό ανάχωμα απέναντι σε μία ογκούμενη λαίλαπα δικαστικού αυταρχισμού και αυτό είναι που καθιστά την αξία της μεγαλύτερη, καθώς η λάμψη από το φως είναι εντονότερη όσο πιο βαθύ είναι το σκοτάδι που την περιβάλλει».
Καταγγέλλεται επίσης ότι «Παρά την αποφυλάκισή του την ίδια μέρα, οι αστυνομικές αρχές έσπευσαν για άλλη μία φορά να υπονομεύσουν τη δικαστική απόφαση κρατώντας τον αναίτια και στερώντας του την ελευθερία, προφασιζόμενοι τη διερεύνηση της δυνατότητας διοικητικής απέλασης, εξαιτίας του ότι δεν είχε χαρτιά και παραβλέποντας την απαγόρευση απέλασης των αλλοδαπών που ζητούν πολιτικό άσυλο, πράγμα το οποίο προέκυπτε από το φάκελό του. Οι μηχανισμοί της πραγματικής εξουσίας δε διστάζουν να επιδεικνύουν την ισχύ της απέναντι σε κυβερνήσεις, ακόμα και δικαστήρια. Αφέθηκε ελεύθερος ύστερα από πιεστικές παρεμβάσεις της άξιας ομάδας δικηγόρων για τα δικαιώματα των προσφύγων και μεταναστών και κάτω από την κατακραυγή της πίεσης δημοσίων φορέων και προσώπων».