Στις Σέρρες το Πάσχα αναβιώνουν πανάρχαια έθιμα με ιδιαίτερο συμβολισμό. Πολλά από αυτά τα έθιμα ήρθαν στις Σέρρες από τους πρόσφυγες της Θράκης, του Πόντου και της Μικράς Ασίας, ενώ άλλα διατηρηθήκαν από τα οθωμανικά χρόνια και άλλα βρίσκουν τις ρίζες τους στην Αρχαία Ελλάδα. Όλα μαζί συνάδουν τις ιδιαιτερότητες του νομού και τον πολιτισμό που διατηρεί ο τόπος, παρά το πέρας των χρόνων.
Μεγάλη Πέμπτη
Τη Μεγάλη Πέμπτη ξεκινούν, ουσιαστικά, οι προετοιμασίες για το Πάσχα. Οι γυναίκες απλώνουν στο μπαλκόνι τους ένα κόκκινο πανί που συμβολίζει το αίμα και τη θυσία του Ιησού. Όσο το κόκκινο πανί είναι κρεμασμένο στο μπαλκόνι ή το παράθυρο, οι γυναίκες δεν πλένουν, ούτε απλώνουν ρούχα, γιατί το θεωρούν κακό σημάδι. Βάφουν κόκκινα αυγά και ψήνουν τσουρέκια. Τα κόκκινα αυγά έχουν ιδιαίτερη σημασία. Το αυγό συμβολίζει τον τάφο του Χριστού που ήταν ερμητικά κλειστός- όπως το περίβλημα του αυγού- αλλά έκρυβε μέσα του τη ζωή αφού από αυτόν βγήκε ο Χριστός και αναστήθηκε.
Το κόκκινο έχει τις ρίζες του στην ιστορία που θέλει μία γυναίκα να μην πιστεύει την είδηση της Ανάστασης του Ιησού και να λέει: «Όταν τα αυγά που κρατώ θα γίνουν κόκκινα, τότε θα αναστηθεί και ο Χριστός. Και τότε αυτά έγιναν κόκκινα».
Αυτό το έθιμο καθιερώθηκε για πρώτη φορά στη βυζαντινή Αυλή από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και τη μητέρα του Αγία Ελένη, με επίσημη τελετή που γινόταν το πρωί της Κυριακής του Πάσχα. Οι καλεσμένοι τσούγκριζαν με τον αυτοκράτορα και τη βασιλομήτορα τα αυγά και στη συνέχεια ακολουθούσε γεύμα στο πασχαλινό τραπέζι.
Το πρώτο κόκκινο αυγό η νοικοκυρά το βάζει στο εικονοστάσι, το χρησιμοποιεί για να ξορκίσει το κακό και τη «γλωσσοφαγιά», ενώ ξεματιάζει και τα παιδιά της όλο τον χρόνο. Αυτό το αυγό θα χαλάσει, θα μείνει κούφιο, αλλά δεν θα μυρίσει ποτέ… είναι το ευλογημένο.
Τα πρώτα τσουρέκια οι αρραβωνιασμένες θα τα στείλουν στα πεθερικά τους για να έχουν την ευχή τους.
Μεγάλη Παρασκευή – «Αδώνια»
Τη Μεγάλη Παρασκευή, στη συνοικία του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, κατά τη διάρκεια της περιφοράς του Επιταφίου, αναβιώνει το έθιμο «Αδώνια».
Σύμφωνα με το τελετουργικό τού εθίμου, κάθε νοικοκυρά βάζει στο κατώφλι του σπιτιού της ένα τραπεζάκι πάνω στο οποίο έχει τοποθετήσει θυμίαμα την εικόνα του Εσταυρωμένου και λουλούδια στο βάζο, τα οποία είναι πασχαλιές. Δίπλα τοποθετεί ένα πιάτο με κριθάρι ή φακή, έθιμο που παραπέμπει στους «Αδώνιδος Κήπους, ένα έθιμο, το οποίο σύμφωνα με τη λαογραφική μας παράδοση και τη λαογράφο Αλεξάνδρα Παραφεντίδου, συμβολίζει τη νιότη που χάνεται γρήγορα και άδικα, όπως και ο Άδωνις που πέθανε από δάγκωμα κάπρου. Στην αρχαιότητα, την πρώτη ημέρα του εθίμου γινόταν η αναπαράσταση της κηδείας του και τη δεύτερη ημέρα η γιορτή για την ανάστασή του.
Σήμερα, οι νοικοκυρές τοποθετούν τα όσπρια και το κριθάρι για να έχουν ευημερία, πλούσιες σοδειές και γεμάτο οικογενειακό τραπέζι.
Μεγάλη Παρασκευή – «Γεφύρια»
Στο μικρό χωριό Νέο Σούλι του δήμου Εμμανουήλ Παππά αναβιώνει κάθε Μεγάλη Παρασκευή το μοναδικό έθιμο «Γεφύρια». Το έθιμο βρίσκει τις ρίζες του στα βάθη των αιώνων και συνεχίζεται από γενιά σε γενιά. Σύμφωνα με αυτό, νεαρές κοπέλες και παλικάρια, όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα μαζεύουν από τις αυλές των σπιτιών διάφορα λουλούδια και μεγάλα φύλλα δέντρων. Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής ξεκινά ο στολισμός των «Γεφυριών». Ξύλινες και μεταλλικές κατασκευές στο σχήμα γεφυριού τοποθετούνται ψηλά από τη μία πλευρά του δρόμου έως την άλλη. Οι κατασκευές στολίζονται με πολλά λουλούδια και εικόνες που φέρνει ο κάθε κάτοικος από το σπίτι του. Σε όλη τη διαδρομή που θα διανύσει το βράδυ ο Επιτάφιος θα περάσει κάτω από τα στολισμένα «Γεφύρια» που θα παραμείνουν στο χωριό 40 ημέρες, έως την «Ανάληψη του Κυρίου». Μετά οι κάτοικοι θα πάρουν τα ξερά λουλούδια και τις εικόνες και θα τα βάλουν στο εικονοστάσι του σπιτιού, για να έχουν την ευλογία του Χριστού όλο τον χρόνο.
Μεγάλο Σάββατο – «Το κάψιμο του Ιούδα»
Στο Αρχοντοχώρι, το Δαρνάκικο Σαρμουσακλή, την τωρινή Πεντάπολη, του δήμου Εμμανουήλ Παππά, μικροί και μεγάλοι περιμένουν με αγωνία κάθε χρόνο το «Κάψιμο του Ιούδα».
Το έθιμο λαμβάνει χώρα το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, μετά την αναγγελία της Ανάστασης του Κυρίου. Μόλις ακουστεί το «Χριστός Ανέστη» μικροί και μεγάλοι, με λαμπάδες από μελισσοκέρι, κατευθύνονται στην εκκλησιαστική πλατεία του Αγίου Αθανασίου, όπου καίνε το αχυρένιο ομοίωμα του Ιούδα, το οποίο κατασκεύασαν το πρωί οι νέοι του χωριού και το κρέμασαν στο «ικρίωμα», την κρεμάλα, για να το βλέπουν όλοι. Με αυτόν τον τρόπο γίνονται οι εικονικοί τιμωροί του Ισκαριώτη και καίνε τον μισητό Ιούδα. Βεγγαλικά σκίζουν τον ουρανό και οι κροτίδες σπάνε σε κάθε σημείο της εκκλησίας. Για τους περισσότερους είναι η εξιλέωση μετά το θείο δράμα.
Το έθιμο το συναντάμε και σε άλλες περιοχές των Σερρών, ενώ η Πεντάπολη κερδίζει πάντα τους περισσότερους επισκέπτες.
Δεύτερη ημέρα του Πάσχα. Αυγομαχίες στην Καστανούσα Σιντικής
Στο χωριό Καστανούσα του δήμου Σιντικής αναβιώνουν κάθε χρόνο οι «αυγομαχίες» που λαμβάνουν χώρα το πρωί της δεύτερης εορταστικής ημέρας του Πάσχα. Το έθιμο βρίσκει τις ρίζες του στον ελληνικό Πόντο και συμβολίζει την Ανάσταση του Κυρίου και τη σύγκρουση του καλού με το κακό. Η προετοιμασία των αυγών ξεκινά ένα μήνα νωρίτερα, τον Μάρτιο. Αυτοί που θα συμμετέχουν στον διαγωνισμό προσέχουν τις κότες τους ως κόρη οφθαλμού. Τις ταΐζουν μόνο με καθαρό σιτάρι και λίγο άμμο, μυστικό για να κάνουν οι κότες αυγά με γερό τσόφλι. Στον διαγωνισμό χρησιμοποιούνται μόνο άβραστα αυγά κότας. Το σχήμα και το μέγεθος δεν έχουν σημασία. Ο κάθε διαγωνιζόμενος έχει στη διάθεσή του 30 αυγά. Νικητής αναδεικνύεται αυτός που έχει τα λιγότερα σπασμένα αυγά και το έπαθλο είναι, ως συνήθως, χρηματικό ποσό.
Έθιμο «Ζαμάντας» την ημέρας της Ζωοδόχου Πηγής, την πρώτη Παρασκευή μετά το Πάσχα
Την ημέρα της Ζωοδόχου Πηγής, πρώτη Παρασκευή μετά το Πάσχα, στο παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, στη, Πεντάπολη του δήμου Εμμανουήλ Παππά γιορτάζεται το έθιμο «Ζάμαντας».
Η γιορτή ξεκινά το απόγευμα της Πέμπτης, με αποκορύφωμα των λαϊκών εκδηλώσεων τον τοπικό χορό «Ζάμαντα», που χορεύεται με ζουρνάδες και νταούλια και ξέχωρη λεβεντιά από όλους τους κατοίκους του χωριού.
Το πρωί της γιορτής της Ζωοδόχου Πηγής, μόλις τελειώσει η λειτουργία, στο ομώνυμο παρεκκλήσι, νέοι του χωριού παραλαμβάνουν τις ιερές εικόνες από τον πολιούχο, Άγιο Αθανάσιο, τα δύο παρεκκλήσια, την Αγία Παρασκευή και Αγία Βαρβάρα, καθώς και από τα τρία εξωκλήσια, του Προφήτη Ηλία, του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Νικολάου. Αφού τις στολίσουν με κεντητά πολύχρωμα υφάσματα, κορδέλες και λουλούδια, τις επωμίζονται και σχηματίζουν θρησκευτική πομπή.
Της πομπής προηγείται η φιλαρμονική του χωριού, ενώ οι νέοι κρατούν θρησκευτικά λάβαρα και εκκλησιαστικά εξαπτέρυγα. Ακολουθούν οι ιερείς με τους ψάλτες και οι κάτοικοι με τις ιερές εικόνες στολισμένες, κρατώντας στα χέρια τους αναμμένες λαμπάδες. Η πομπή, συνοδευόμενη από κωδωνοκρουσίες των εκκλησιών, κατευθύνεται στο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, στο οποίο -αφού φτάσει- ο ιερέας «διαβάζει Αγιασμό» και οι νέοι περιφέρουν τις εικόνες τρεις φορές γύρω από την εκκλησία. Έξω από τις πόρτες των σπιτιών καίγονται θυμιάματα και κεριά.
Στη συνέχεια, οι νέοι με τις εικόνες και τον ιερέα ανεβασμένο σε ένα άλογο, το οποίο είναι στολισμένο, φορώντας το επιτραχήλιο και κρατώντας με το δεξί του χέρι μία εικόνα κατευθύνονται, με ακολουθία πιστών, προς το εξωκλήσι του Προφήτη Ηλία και μετά στον Άγιο Γεώργιο και τον Άγιο Νικόλαο. Σε κάθε εκκλησία γίνεται θρησκευτική τελετή και περιφέρονται τρεις φορές οι εικόνες. Από τον Άγιο Νικόλαο, η πομπή κατευθύνεται και περιοδεύει στην αγροτική περιοχή του χωριού. Σε ορισμένα μεγάλα σταυροδρόμια, με προσανατολισμό τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, ο ιερέας δέεται προς τον Επουράνιο Κύριο «υπέρ προστασίας της κωμοπόλεως ταύτης και των κατοικούντων εν αυτής» και για καλή σοδειά της γεωργικής παραγωγής. Σε αυτές τις δεήσεις, ο ιερέας τοποθετεί, θάβοντας μέσα στη γη ή στον κορμό κάποιου εύρωστου δέντρου, «προσφορά» (αγιασμένο αντίδωρο) από τη Θεία Λειτουργία ή «ύψωμα» όπως λέγεται.
Αφού γίνει η περιφορά στους αγρούς του χωριού και μόλις φτάσει η πομπή στην τοποθεσία «Περιστεριός» κατευθύνεται στην Αγία Παρασκευή. Εκεί την υποδέχονται συγκεντρωμένοι οι κάτοικοι με κωδωνοκρουσίες και παλαιότερα με πυροβολισμούς στον αέρα. Μετά την περιφορά των εικόνων, γύρω από την εκκλησία σχηματίζεται μεγάλη πομπή, η οποία κατευθύνεται στον Ιερό Ναό του Αγίου Αθανασίου. Εκεί, αφού περιφερθούν και πάλι, οι εικόνες τοποθετούνται από τους νέους στις θέσεις τους και τελείται Ακολουθία. Στη συνέχεια, όλοι οι κάτοικοι συγκεντρώνονται στην πλατεία του χωριού. Σε αυτόν τον χώρο, ο οποίος κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αποτελούσε το κέντρο των γύρω οικισμών, βρισκόταν η κατοικία του άρχοντα της περιοχής Μπεϊλίκ.
Ξεκινάει το λαϊκό πανηγύρι που ανοίγει με τον χορό του «Ζάμαντα» και χορεύουν όλοι, νέοι και γέροι. Η λαϊκή ψυχή και ο αυθορμητισμός των ανθρώπων συνθέτει έναν ιδιαίτερο ρυθμό και κινητικό μοτίβο που συνοδεύουν τον «Ζάμαντα». Οι πρωτοστατούντες στον χορό φορούν τις τοπικές γιορτινές φορεσιές τους. Πάντα οι άντρες μπροστά στον χορό του «Ζάμαντα» με το λευκό γαρίφαλο στο πέτο, πριν σύρουν τον χορό βγάζουν με περηφάνια το «προικάτο» μαντήλι της μάνας και το ανεμίζουν. Οι γυναίκες φορούν και αυτές την επίσημη φορεσιά τους. Το μεταξωτό φουστάνι με την κεντητή ποδιά. Στο κεφάλι φορούν μεταξωτό μαντήλι και στο δεξί αυτί στερεώνουν τη «Φαντακιά», μερικά ανθισμένα αγριολούλουδα, τα οποία φρόντιζαν από νωρίς το πρωί να τα έχουν επιλέξει και ετοιμάσει. Στη μέση τους έχουν πιασμένο στη ζώνη μεταξωτό μαντήλι και στο στήθος κρεμασμένες χρυσές αλυσίδες σε διπλές και τριπλές σειρές, με τις χρυσές ντούμπλες και τα φλουριά ένδειξη κοινωνικής και οικονομικής καταγωγής. Όταν τελειώσει ο χορός αναβιώνει το έθιμο της αναπαράστασης του «Ζάμαντα».
Το έθιμο αναφέρεται στην περίοδο παρακμής του Βυζαντίου και της κυριαρχίας των Οθωμανών. Όταν οι κάτοικοι του χωριού γιόρταζαν, χορεύοντας και πανηγυρίζοντας μετά την Ανάσταση τον ερχομό της άνοιξης, οι αλλόθρησκοι κατακτητές, με διάφορα προσχήματα, προκαλούσαν τους χριστιανούς και πολλές φορές δημιουργούσαν σοβαρά επεισόδια. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να σταματούν οι θρησκευτικές και λαϊκές εκδηλώσεις, η προσμονή και η προετοιμασία των οποίων ήταν ιδιαίτερα σημαντικές για τη ζωή ολόκληρου του χωριού.
Έτσι, κατά τη διάρκεια ενός τέτοιου μεγάλου πανηγυριού, όλος ο κόσμος ήταν πιασμένος στον χορό «τρία κάτια χουρός γένουνταν», δηλαδή χόρευε τόσος κόσμος ώστε να έχουν σχηματιστεί τρεις ομόκεντρες κυκλικές σειρές, με την ελπίδα πως αυτή τη φορά το πανηγύρι τους θα ολοκληρώνονταν έτσι όπως το ήθελαν. Ξαφνικά, όμως, αντιλαμβάνονται να ανηφορίζει και να πλησιάζει το βάρβαρο μπουλούκι των άπιστων Οθωμανών. Εξαγριωμένοι, χτυπώντας και βρίζοντας τους κατοίκους, ήθελαν και πάλι να τους «χαλάσουν» τη γιορτή. Ένας λεβέντης δεν ανέχτηκε τις αφόρητες προκλήσεις και τραμπουκισμούς των άπιστων και πετάχτηκε μέσα από το πλήθος που ήταν συγκεντρωμένο. Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, ο νιος ήταν γιος μίας χήρας μάνας και προτάχθηκε για να αναμετρηθεί στην προκλητική πρόσκληση του Οθωμανού «αρχινταή» που δρούσε στην περιοχή, ο οποίος ήταν γνωστός ή τον αποκαλούσαν με το όνομα «Ζάμαντα» που σημαίνει στα τουρκικά, κατά μία έννοια, χωροφύλακας. Τότε, άρχισαν να χτυπιούνται κάτω από τα τρομαγμένα και ανήσυχα βλέμματα όλων και τις σπαρακτικές παρακλήσεις της μάνας. Όμως, ο αγώνας ήταν άνισος για τον νέο, γιατί με δόλιο τρόπο («κρατούσε ο Ζάντας δεντρί ξεριζωμένο» λέει ο στίχος του τραγουδιού), κατάφερε να τον χτυπήσει θανάσιμα. Το τι επακολούθησε τότε, μπορούμε να το φανταστούμε. Στην αρχή πανικός και ξεφωνητά του πλήθους, καθώς έβλεπαν το παλικάρι που ξεψυχούσε πλημμυρισμένο στα αίματα στη σπαρακτική αγκαλιά της μάνας του. Οι βάρβαροι αναστατωμένοι από την ανέλπιστη, αυτήν τη φορά, εξέλιξη της επιδρομής τους, αποχωρούσαν βιαστικά φοβούμενοι κάποιο επεισόδιο αντεκδίκησης.
Αυτό το σοβαρό και δυσάρεστο γεγονός μαθεύτηκε σε όλη την περιφέρεια και πιθανόν να αποτέλεσε αιτία για εντονότατες διαμαρτυρίες προς τον Σουλτάνο της Υψηλής Πύλης. Για να αποφύγουν οι κατακτητές αντιδράσεις και επεισόδια παραχώρησαν προς τους κατοίκους ιδιαίτερα προνόμια ελευθερίας, ιδιοκτησιών, φόρων κ.λπ. Από τότε αρχίζει για τον τόπο μία καλύτερη ζωή. (Η περιοχή σε απογραφές του 13ου-14ου αιώνα έχει σημαντικό οικονομικό ενδιαφέρον και ειδικό ιδιοκτησιακό καθεστώς, έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σε ανάμνηση της θυσίας του νέου και ως ελάχιστο φόρο τιμής, οι άνθρωποι του χωριού μετέβαλαν τα συναισθήματα τους σε τραγούδι, κίνηση και μελωδία, προϊόντα της λαϊκής δημιουργίας.
Όταν τελειώσει η αναπαράσταση του εθίμου ξεκινά και πάλι ο χορός. Τότε, κάποιος, συνήθως από τους προύχοντες, φωνάζει: «Αϊντε κάηκαν τ’ αρνούδια (αρνιά)». Αυτό σημαίνει ότι όλοι οι κάτοικοι με τους φιλοξενούμενους πρέπει να πάνε για φαγητό και το απόγευμα να συνεχίσουν τον εορτασμό.