Στις 05:30 το πρωί της Δευτέρας 28 Οκτωβρίου 1940, εισβάλλουν από τα ελληνοαλβανικά σύνορα επτά πλήρως επανδρωμένες ιταλικές μεραρχίες. Οι φασιστικές δυνάμεις του 57χρονου δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι δεν περίμεναν καν να λήξει η προθεσμία του τελεσιγράφου που είχε τεθεί από τη Ρώμη στην ελληνική κυβέρνηση, βάσει του οποίου απαιτούνταν η ελεύθερη διέλευση των ενόπλων δυνάμεων της γείτονος προκειμένου να καταλάβουν μια σειρά από στρατηγικά σημεία για τις ανάγκες ανεφοδιασμού της μετέπειτα προώθησής τους στην Αφρική.
Γράφει ο Γεώργιος Σαρρής
Η εξουθενωτική νεροποντή που έπεφτε στην Πίνδο εκείνη τη νύχτα, η λάσπη, η πυκνή ομίχλη, το τρομερό κρύο, οι αστραπές και οι βροντές από κάθε σημείο του ορίζοντα, συμφύρονταν με τα καταιγιστικά πυρά από τα εχθρικά πυροβόλα, τη λάμψη των βομβίδων αλλά και τον βόμβο των αεροπλάνων, συνθέτουν ένα τοπίο κόλασης. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή όμως, ξεκινούσε το Έπος του ’40 καθώς οι ελληνικές δυνάμεις όχι μονάχα πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση, αλλά μέσα στα επόμενα εικοσιτετράωρα, προς μεγάλη έκπληξη των εισβολέων, αντί να υποχωρήσουν προχώρησαν στην αντεπίθεση κερδίζοντας όλο και περισσότερα εδάφη μέσα στο αλβανικό έδαφος. Για να συμβεί αυτό όμως, υπήρξε μια τεράστια προεργασία όλο τον προηγούμενο καιρό καθώς όλα τα στοιχεία έδειχναν ότι η Ιταλία θα μας κήρυττε τον πόλεμο.
Ο κομβικός ρόλος της οχυρωματικής Γραμμής Μεταξά
Ο Ελληνικός Στρατός ευτύχησε εκείνη την περίοδο να έχει στις τάξεις του ικανότατους αξιωματικούς που εφάρμοσαν κατά γράμμα τα αμυντικά σχέδια, που επικαιροποιήθηκαν αρκετές φορές από την ημέρα που ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς ανήλθε στην εξουσία, τον Αύγουστο του 1936. Καταρχάς κομβικό ρόλο διαδραμάτισε η έγκαιρη οχύρωση της ελληνοβουλγαρικής μεθορίου, αποτρέποντας οποιαδήποτε σκέψη της Βουλγαρίας εκείνη τη στιγμή να επιτεθεί ταυτόχρονα στο έδαφός μας.
Η επονομαζόμενη «Γραμμή Μεταξά», που πήρε το όνομά της από τον τότε πρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Εθνικής Άμυνας αποτέλεσε το μεγαλύτερο ελληνικό οχυρωματικό έργο της νεότερης Ιστορίας. Αποτελούνταν κυρίως από υπόγειες σήραγγες που περιλάμβαναν επιμέρους επίγεια οχυρά συγκροτήματα (συνολικά 21) με παρατηρητήρια, πυροβολεία και πολυβολεία καθώς και μια τεράστια ανάπτυξη αντιαρματικών τάφρων, ζωνών αντιαρματικών σιδηροπηγμάτων και σκυροδέματος με διπλές και τριπλές γραμμές ανάσχεσης, που στο σύνολό τους για εκείνη την εποχή αποτέλεσε ένα τιτάνιο έργο.
Δεν κατασκευάστηκε μόνο για αμυντικούς λόγους
Ο κύριος σκοπός της γραμμής δεν ήταν η συνεχής παθητική άμυνα έναντι μιας επίθεσης, αλλά η απόκρουση της αιφνίδιας εχθρικής προσβολής με παράλληλη εξασφάλιση προκάλυψης τμημάτων στρατού εκστρατείας. Η «Επιτροπή Μελετών Οχυρώσεων» που συστάθηκε επί τούτου, μελέτησε την κατασκευή μόνο για τις ανάγκες προκάλυψης οι οποίες και ήταν:
1. Η άμεση απόκρουση οποιασδήποτε αιφνίδιας εχθρικής εισβολής.
2. Η εξασφάλιση τη απρόσκοπτης επιστράτευσης εκ των παραμεθορίων πληθυσμών.
3. Η εξασφάλιση ταχείας συγκέντρωσης στρατού εκστρατείας στη παραμεθόριο περιοχή.
4. Η εξασφάλιση εκ μέρους των στρατευμάτων προκάλυψης ορισμένης γραμμής υπέρ του στρατού εκστρατείας.
Συγκεκριμένα η Επιτροπή Μελετών ανέφερε στην έκθεσή της πως «δεν αποκλείεται σε κάποιους τομείς (σ.σ. της οχυρωτικής γραμμής), να πρόκειται να αμυνθούν οι κύριες δυνάμεις εκστρατείας, επί της τοποθεσίας των έργων, τα οποία θα μελετηθούν επιπρόσθετα, τα οποία πιθανόν, αν και επαρκή για τις ανάγκες της κάλυψης, να μην είναι επαρκή για τις θέσεις αντίστασης όλης της Στρατιάς. Η Επιτροπή έκρινε ότι δεν μπορούσε ν΄ ασχοληθεί με την εξέταση και της περίπτωσης αυτής. Στη Διοίκηση εναπόκειται να καθορίσει ποια σημεία θα είναι τα σημεία αυτά και αν θα πρέπει εκεί να κατασκευαστούν περισσότερα ή ισχυρότερα έργα». Εκ της περικοπής αυτής συνάγεται καθαρά ότι όλο το έργο είχε προσωρινό αμυντικό και μόνο χαρακτήρα».
Το ευφυές σχέδιο της μυστικής επιστράτευσης από τον Αύγουστο
Επίσης ήταν ευφυέστατη η σύλληψη εκείνη την εποχή της μυστικής επιστράτευσης που εφαρμόστηκε τον Αύγουστο του 1940, δηλαδή δύο μήνες πριν την ιταλική επίθεση. Ένας σημαντικός αριθμός οπλιτών είχε συγκεντρωθεί εγκαίρως στα σύνορα με την Αλβανία πραγματοποιώντας διακριτικά στρατιωτικές ασκήσεις και αναγνώριση του εδάφους, κάτι που φάνηκε πολύ χρήσιμο από τα τέλη Οκτωβρίου και μετά.
Μάλιστα όταν έγινε η γενική επιστράτευση, οι άνδρες είχαν έως και 5 ημέρες για να παρουσιαστούν, ωστόσο η οργάνωση και το πάθος του κόσμου ήταν τόσο μεγάλο που η συντριπτική πλειοψηφία κατετάγη από την πρώτη κιόλας ημέρα. Σε γενικές γραμμές το σχέδιο επιστράτευσης προέβλεπε την άμεση κινητοποίηση 56 συνταγμάτων πεζικού. Με την κήρυξη του πολέμου εκδόθηκε η ακόλουθη διαταγή από το Γενικό Επιτελείο Στρατού: «Από έκτης πρωινής σήμερον περιερχόμεθα εμπόλεμον κατάστασιν προς Ιταλίαν. Άμυνα εθνικού εδάφους διεξαχθή βάσει διαταγών, ας έχετε. Εφαρμόσατε σχέδιον επιστρατεύσεως. Εντολή Υπουργού. Ο Αρχηγός του Επιτελείου, Αλέξανδρος Παπάγος».
Μελετημένα σχέδια και πολιτικής επιστράτευσης
Παράλληλα κάθε υπουργείο που εμπλεκόταν στην προπαρασκευή της χώρας για τον πόλεμο είχε φροντίσει να καταρτίσει τα δικά του σχέδια. Έτσι, υπήρχαν γύρω στα δέκα διαφορετικά σχέδια πολιτικής επιστράτευσης όπως: σχέδιο ανάπτυξης της παραγωγής, της συλλογής και διανομής των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, σχέδιο εξέλιξης της εγχώριας βιομηχανίας, σχέδιο οικονομικής λειτουργίας της χώρας και σχέδιο χρησιμοποίησης μη επιστρατευμένων πολιτών για την εκτέλεση καθορισμένων υπηρεσιών στο εσωτερικό της επικράτειας.
Καίριο ρόλο στην πολιτική άμυνα διαδραμάτιζε η Εθνική Οργάνωσις Νεολαίας (ΕΟΝ), η κυβερνητική οργάνωση νέων που ιδρύθηκε από το καθεστώς του Ιωάννη Μεταξά το 1936 και διαλύθηκε τον Απρίλιο του 1941, τρεις μήνες μετά το θάνατό του, με την κατάρρευση του μετώπου από τη γερμανική εισβολή. Σκοπός της οργάνωσης ήταν η «επωφελής διάθεση του ελευθέρου από της εργασίας χρόνου των νέων, προς προαγωγήν της σωματικής και ψυχικής καταστάσεως αυτών, ανάπτυξιν του εθνικού φρονήματος και της πίστεως προς την θρησκείαν, δημιουργίαν πνεύματος συνεργασίας και κοινωνικής αλληλεγγύης…». Πρακτικά βέβαια λειτουργούσε ως ένα ακόμη προπαγανδιστικό μέσο του δικτατορικού καθεστώτος, που απευθυνόταν στους νέους ηλικίας από 8 έως και 25 ετών. Η εγγραφή δεν ήταν υποχρεωτική, αλλά γινόταν με επιτυχία συστηματική προσπάθεια με διάφορα μέσα προκειμένου να ενταχθεί στην οργάνωση το μεγαλύτερο τμήμα των νέων.
Άμεση σύλληψη εκατοντάδων Ιταλών κατασκόπων
Αυτό που δεν γνωρίζουν επίσης πολλοί είναι ότι με το που κηρύχθηκε ο πόλεμος, συνελήφθησαν αμέσως εκατοντάδες κατάσκοποι των Ιταλών που βρίσκονταν στη χώρα μας και τους είχε εντοπίσει το καθεστώς Μεταξά, χωρίς όμως να κινηθεί εναντίον τους. Αντιθέτως προσπαθούσε να τους πλασάρει λανθασμένες πληροφορίες. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως οι αναφορές που έφθαναν στη Ρώμη έκαναν λόγο για μια ανέτοιμη προς πόλεμο Ελλάδα και για μια άνετη νίκη. Μάλιστα ο ίδιος ο Μουσολίνι προγραμμάτιζε να παρελάσει στην Αθήνα έφιππος πάνω σε λευκό άλογο εντός 15 ημερών.
Αγορά νέων οπλικών συστημάτων
Η κυβέρνηση σε συνεργασία με τους επιτελείς, επιδίωκε επίσης να ανανεώσει τον εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων και να αγοράσει νέα όπλα. Ωστόσο από τα μέσα του 1938 που άρχισε να γίνεται όλο και περισσότερο ορατό το ενδεχόμενο να ξεσπάσει ένας νέος Παγκόσμιος Πόλεμος, οι περισσότερες δυτικές χώρες άρχισαν να εκτελούν παραγγελίες πώλησης οπλικών συστημάτων προς άλλα κράτη με το σταγονόμετρο, καθώς ήθελαν να είναι οι ίδιες όσο γίνεται πιο ετοιμοπόλεμες και να μην δώσουν τανκς ή αεροπλάνα σε κυβερνήσεις που μπορεί μελλοντικά να στρέφονταν εναντίον τους.
Έτσι για παράδειγμα η Ελλάδα είχε προγραμματίσει παραγγελίες προμήθειας 285 μαχητικών αεροπλάνων έως το 1942 αλλά μέχρι το 1937 έλαβε μόλις 120. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι υπερσύχρονα για την εποχή τους αεροπλάνα Supermarine Spitfire MK I, τα οποία είχαν παραγγελθεί και κατά μεγάλο μέρος προπληρωθεί στη Μεγάλη Βρετανία δεν παραδόθηκαν ποτέ, όπως επίσης και πολεμικά πλοία που ζητούσαμε να αγοράσουμε από τη Γηραιά Αλβιώνα.
Ποιες χώρες μας έδωσαν όπλα και ποιες αρνήθηκαν
Κατά μεγάλο μέρος δεν υλοποιήθηκε και η παραγγελία προμήθειας πυροβόλων, αεροπλάνων και πυρομαχικών από τη Γαλλία αλλά και από την Γερμανία από την οποία ζητούσαμε αντιαεροπορικά πυροβόλα, μαχητικά αεροσκάφη, αεροπορικούς κινητήρες και άλλα ανταλλακτικά. Αντιθέτως είχαμε αγοράσει αεροπλάνα από την Πολωνία (τα υπερσύγχρονα τότε PZL 24 που αποκτήθηκαν με την ανταλλαγή καπνού), οπλισμό για τα αεροσκάφη από την Τσεχοσλοβακία, καθώς επίσης και τυφέκια και πυρομαχικά από το Βέλγιο, τα περισσότερα εκ των οποίων όμως δεν έφτασαν.
Ένας σημαντικός αριθμός ελαφρών και βαρέων πολυβόλων που είχαν ξεκινήσει με εμπορική αμαξοστοιχία από την βελγική πολεμική βιομηχανία FN προς τη χώρα μας, κατασχέθηκε κατά τη διάρκεια της διαδρομής από τις γερμανικές δυνάμεις. Μάλιστα μετά τον πόλεμο, η εν λόγω εταιρεία επέστρεψε στη χώρα μας το χρηματικό ποσό που είχε προπληρωθεί για την αγορά των όπλων.
Το οπλοστάσιό μας όταν ξέσπασε ο πόλεμος
Όταν ξέσπασε πάντως ο πόλεμος την 28η Οκτωβρίου 1940 η Ελλάδα διέθετε 910 πυροβόλα διαφόρων διαμετρημάτων, 301 αντιαεροπορικά πυροβόλα επίσης διαφόρων διαμετρημάτων, 48 αντιαρματικά, 323 όλμους, 4.582 πολυβόλα, 13.200 οπλοπολυβόλα, 459.700 τυφέκια, ένα θωρηκτό, 10 αντιτορπιλικά, 6 υποβρύχια 5 τορπιλακάτους και 318 αεροπλάνα εκ των οποίων τα 120 ήταν καινούργια.
* Ο Γεώργιος Σαρρής είναι δημοσιογράφος – μέλος της ΕΣΗΕΑ, τιμηθείς με το Βραβείο Αθ. Μπότση για την αντικειμενική και με πληρότητα παρουσίαση ιστορικών πολιτικών θεμάτων