Οι γυναίκες ήταν παρούσες στην Επανάσταση του 1821, κάποιες με ενεργό ρόλο, κάποιες με επικουρικό, αλλά αθέατες στα ιστορικά έργα που αναφέρονται στον σημαντικότερο σταθμό του νεότερου ελληνισμού.
Τη ζωή, τη δράση και τις πράξεις επώνυμων και ανώνυμων ηρωίδων, οι οποίες μέχρι τώρα βρίσκονταν στο περιθώριο των μεγάλων αφηγήσεων για τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, φέρνει στο επίκεντρο η ιστορικός Βασιλική Λάζου με το νέο της βιβλίο «1821 – Γυναίκες και Επανάσταση».
«Οι γυναίκες ήταν παρούσες στα κάστρα και τις πολιορκίες του Αγώνα, ήταν εκείνες που επιδιόρθωναν τα τείχη, κατασκεύαζαν όπλα, μετέφεραν πολεμοφόδια, περιέθαλπαν τους τραυματίες, πρόσφεραν ρουχισμό σε όσους είχαν ανάγκη» τόνισε σε συνέντευξή της στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ – ΜΠΕ, Πρακτορείο FM 104,9 η συγγραφέας του βιβλίου, διδάσκουσα στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Βασιλική Λάζου.
«Οι γυναίκες είναι πάντα παρούσες στην ιστορία, παρ΄ όλο που πολλές φορές παραβλέπεται ο ρόλος τους» υπογράμμισε η κ. Λάζου προσθέτοντας ότι το βιβλίο αναδεικνύει ένα θέμα που δεν έχει λάβει έως τώρα στην ιστοριογραφία την προσοχή που θα έπρεπε.
Εξηγώντας ότι τα χρόνια του Αγώνα οι γυναίκες δεν πρέπει να θεωρούνται ως μία ενιαία κατηγορία, ότι ήταν διαφορετική η ζωή στην ύπαιθρο και στις πόλεις, στα νησιά και την ηπειρωτική Ελλάδα, η συγγραφέας επισήμανε ότι ήταν και διαφορετικά τα κίνητρα της συμμετοχής τους στην Επανάσταση.
«Οι γυναίκες όπως και ολόκληρος ο κόσμος βρέθηκαν στη δίνη του κοσμοϊστορικού γεγονότος, της Επανάστασης και του Αγώνα της Ανεξαρτησίας θέλοντας και μη, όπως ολόκληρη η κοινωνία βρέθηκε μπλεγμένη σε έναν πόλεμο» σημείωσε.
Η εικόνα της γυναίκας με τα μάτια των ξένων περιηγητών
Στο βιβλίο η συγγραφέας παρουσιάζει τις συλλογικές συνθήκες, τους μηχανισμούς και τα ήθη της εποχής, ξεκινώντας από τα προεπαναστατικά χρόνια, λίγο πριν ξεσπάσει η Επανάσταση στον Οθωμανοκρατούμενο Ελλαδικό χώρο. «Βλέπουμε τη ζωή και τη δράση των γυναικών, τα έθιμα που τους επιβάλλονταν, σε διαφορετικές περιοχές, στα Γιάννενα του Αλή Πασά, στην Αθήνα της Τουρκοκρατίας, στα νησιά όπου τότε υπάρχει εμπορική άνθηση, με πυκνό δίκτυο εμπορικών συναλλαγών και μεγάλο εμπορικό στόλο» ανέφερε η κ. Λάζου διευκρινίζοντας ότι οι πηγές στις οποίες ανέτρεξε για τη συγκεκριμένη περίοδο ήταν οι ξένοι περιηγητές που ταξίδεψαν στον Ελλαδικό χώρο.
«Βλέπουμε τη ζωή των γυναικών μέσα από την οπτική των ξένων περιηγητών, από τις ταξιδιωτικές τους εντυπώσεις τους, τα ημερολόγια και τα βιβλία τους, που εκδόθηκαν εκείνα τα χρόνια, και από όσα αντιλαμβάνονταν με την υποκειμενικότητά τους και τη λογοτεχνική τους ματιά» επισήμανε.
Οι γυναίκες στην προετοιμασία της Επανάστασης
Η επόμενη ενότητα του βιβλίου διερευνά τη γυναικεία συμμετοχή στις οργανώσεις που προετοίμασαν το έδαφος για την Επανάσταση, στη Φιλική Εταιρεία, τη Φιλόμουσο Εταιρεία, τις Φαναριώτισσες, τις διανοούμενες, οι οποίες μέσω της μετάφρασης ξένων ευρωπαϊκών έργων προσπάθησαν να μεταλαμπαδεύσουν του φώτα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και να παράγουν δικό τους έργο.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην Ευανθία Καϊρη την πρώτη Ελληνίδα διανοούμενη, στη Ζακυνθινή λόγια, Ελισάβετ Μαρτινέγκου και τη Μητιώ Σακελλαρίου, που μετέφρασε θεατρικά έργα. Επιπρόσθετα εξετάζεται πώς έβλεπε ο Ελληνικός Διαφωτισμός τις γυναίκες, ποιες ήταν οι θέσεις του Ρήγα και του Κοραή.
Γυναίκες στον πόλεμο
Στην ενότητα «γυναίκες εν πολέμω» έχουν συμπεριληφθεί οι αγωνίστριες Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα και Μαντώ Μαυρογένους, που είχαν ενεργό ρόλο στην Επανάσταση και διέθεσαν τη μεγάλη τους περιουσία για τη χρηματοδότηση του ναυτικού αγώνα.
Ωστόσο σελίδες του βιβλίου αφιερώνονται στην πλειονότητα των απλών καθημερινών γυναικών που ενεπλάκησαν στη δίνη του πολέμου και στην ανάταση της Επανάστασης.
Παρ ΄όλο που είναι δύσκολο να ιχνηλατηθούν μέσα από τα έργα που αναφέρονται στην Επανάσταση, τα γραπτά των Αγωνιστών και τις αφηγήσεις που ακολούθησαν, η καθημερινότητά τους, οι πράξεις τους, οι γυναίκες ήταν παρούσες, τόνισε η κ. Λάζου.
Κάποιες αντιστάθηκαν με όπλα, όπως οι γυναίκες της Μάνης, όταν εισέβαλε ο τουρκο-αιγυπτιακός στρατός του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο που υπερασπίστηκαν τη γη τους με τα δρεπάνια του θερισμού. Οι δρεπαναφόρες Μανιάτισσες, περίπου 400, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα γυναικών που κατάφεραν να απωθήσουν την εισβολή στη γη τους.
Σουλιώτισσες, Μεσολογγίτισσες που θυσιάστηκαν για να αποφύγουν την αιχμαλωσία, γυναίκες μέσα και έξω από την πολιορκημένη Τριπολιτσά και τα άλλα κάστρα του Μοριά συμμετείχαν στα γεγονότα.
Γυναίκες θύματα πολέμου
Ξεχωριστή ενότητα αποτελούν οι γυναίκες θύματα του πολέμου, χριστιανές και οθωμανές. Ένας μεγάλος αριθμός γυναικών ήταν τα θύματα του πολέμου, των μαζικών αιχμαλωσιών, στη Χίο, στην Κάσο, στα Ψαρά, στην Πελοπόννησο. Αντιμετωπίστηκαν ως λεία πολέμου και εμπόρευμα για τα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής ή γνώρισαν τη φυγή και την προσφυγιά, όπως είναι πάντα η μοίρα αμάχων στους πολέμους, ανέφερε η συγγραφέας.
Η ζωή των γυναικών στα πρώτα βήματα του ελληνικού κράτους
Στην τελευταία ενότητα που αφορά εποχή του Καποδίστρια και τα πρώτα βήματα του ανεξάρτητου πια ελληνικού κράτους φωτίζονται ζητήματα μέριμνας των χιλιάδων εξαθλιωμένων προσφύγων, των ηθικών αμοιβών και των συντάξεων για τις χήρες των αγωνιστών, της γυναικείας εκπαίδευσης και της απουσίας των γυναικών από την πολιτική ζωή και τα πολιτειακά κείμενα του Αγώνα, ενώ επιχειρείται να δοθεί απάντηση στο ερώτημα: «τι άλλαξε στη ζωή των γυναικών από την οθωμανική κοινωνία στον δρόμο προς το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος;».
«Η θέση των γυναικών στην κοινωνία αντικατοπτρίζει και τη θέση τους στην ιστορία. Οι μεγάλοι ιστορικοί της Επανάστασης, δεν θεωρούσαν αξιομνημόνευτη την παρουσία των γυναικών γιατί ίσως και η ιστορία ήταν φτιαγμένη με έναν τέτοιο τρόπο, ώστε να δίνει έμφαση μόνο σε πολεμικά κατορθώματα, ή στην πολιτική, τομείς από τους οποίους η γυναίκα ήταν αποκλεισμένη» ανέφερε η κ. Λάζου.
«Συνέχισε να παραμένει αποκλεισμένη, λίγο άλλαξε η θέση της γυναίκας από τον οθωμανικό κόσμο στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος. Συνέχισαν οι περισσότερες να είναι αμόρφωτες, περιορισμένες στον ρόλο της συζύγου και της νοικοκυράς. Μόνο όταν μπήκαν στην παραγωγική διαδικασία κατάφεραν να αποκτήσουν έναν ρόλο στην κοινωνία» εκτίμησε η συγγραφέας.
Αναφερόμενη στην έρευνά της για τη συγγραφή του βιβλίου «1821 – Γυναίκες και Επανάσταση» (εκδ. Διόπτρα), η Βασιλική Λάζου, τόνισε ότι «χτυπήθηκε» από την πανδημία, καθώς πανεπιστήμια, βιβλιοθήκες ερευνητικά κέντρα, αρχεία παραμένουν κλειστά. Ωστόσο υπογράμμισε ότι είχε πρόσβαση σε ένα πλούσιο υλικό που διατίθεται ψηφιακά, την Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών «Ανέμη» του Πανεπιστημίου Κρήτης, που έχει ψηφιοποιήσει όλα τα έργα του 19ου αιώνα, καθώς και στα Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας που έχει ψηφιοποιήσει η Βουλή των Ελλήνων και είναι ανοιχτά για όλους.
Όσον αφορά το ορόσημο των 200 χρόνων από την έναρξη της Επανάστασης, η συγγραφέας και ιστορικός εκτίμησε ότι «οι σημαντικές επέτειοι είναι μία ευκαιρία να στοχαστούμε, να ταξινομήσουμε το παρελθόν και να μπορέσουμε να εκπαιδευτούμε, να φωτιστούμε από το παρελθόν έτσι ώστε να εξηγήσουμε το παρόν και να σχεδιάσουμε το μέλλον».
«Για να σχεδιάσουμε το μέλλον είναι μία καλή ευκαιρία να δούμε ποιες είναι οι αξίες, ποια είναι τα ιδανικά, γιατί πολέμησαν οι ήρωες του ’21, την ελευθερία, την ιδέα της ανεξαρτησίας, ένα φιλελεύθερο Σύνταγμα που ερχόταν σε αντίθεση με τον δεσποτισμό του Σουλτάνου, την ισότητα και λαϊκή κυριαρχία, όλα αυτά που αποτυπώνονται στα Συντάγματα του Αγώνα. Είναι μία ευκαιρία να μελετήσουμε το παρελθόν, να γίνουν προσβάσιμα σε όλους μας τα τεκμήρια της ιστορίας και μέσα από την έρευνα, τη μάθηση και την παιδεία να φτάσουμε στην εθνική αυτογνωσία» ανέφερε.