Το δικό τους μήνυμα για τη συμπλήρωση 12 χρόνων από τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου έστειλε οι συνήγοροι της οικογένειάς του, Νίκος Κωνσταντόπουλος και Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Συγκεκριμένα, κάνουν λόγο για «μία πολλαπλή τραγωδία σε βάρος της ανθρώπινης ζωής που εξακολουθεί να παραμένει χωρίς λύτρωση» και καλούν τη Δικαιοσύνη «να αποκαταστήσει το δίκαιο».

Αναλυτικά:

«Δώδεκα χρόνια μετά την δολοφονία του δεκαπεντάχρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, η μητέρα του περιμένει ακόμη Δικαιοσύνη, η κοινωνία επιμένει να διαμαρτύρεται για την δολοφονική αστυνομική βία αλλά και για την θεσμική υποκρισία, οι φορείς εξουσίας σιωπούν ή επαναλαμβάνουν στερεότυπες δηλώσεις, και από τους εμπλεκόμενους ειδικούς φρουρούς ο Σαραλιώτης, που καταδικάστηκε αρχικά για συνεργός, αθωώθηκε, ενώ ο Κορκονέας, ένοχος για ανθρωποκτονία από πρόθεση, με άμεσο δόλο, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, είναι ελεύθερος, μετά τη μείωση της ποινής του, από ισόβια κάθειρξη σε δεκατρία χρόνια από το Εφετείο Λαμίας, που τον επιβράβευσε με ελαφρυντικό.

Μία πολλαπλή τραγωδία σε βάρος της ανθρώπινης ζωής, της παιδικής ηλικίας και αθωότητας, των κοινωνικών αξιών, της ουσιαστικής Δικαιοσύνης και της ισονομίας, της Δημοκρατίας και της αξιοπιστίας της, εξακολουθεί να παραμένει χωρίς λύτρωση και να αποκαλύπτει χαμηλό επίπεδο θεσμικής ποιότητας και λειτουργίας, σε μία περίοδο πολύπλευρης και πρωτοφανούς κρίσης των πάντων, που διευρύνει και εντείνει τις απώλειες της πατρίδας μας και των πολιτών.

Η δολοφονία του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, προσέθεσε ένα ακόμη αθώο θύμα στα πολλά της αστυνομικής βίας. Αποτελεί τραυματικό γεγονός στη συλλογική συνείδηση και μνήμη, που έχει αποκτήσει πολλαπλή ιστορικότητα. Η αφαίρεση, εν ψυχρώ και με άμεσο δόλο, της ζωής ενός ανυπεράσπιστου δεκαπεντάχρονου παιδιού, από αστυνομικό, είναι βάρβαρη κατάχρηση εξουσίας, που διασύρει κάθε έννοια ευνομούμενης Δημοκρατίας. Το ξέσπασμα διαμαρτυρίας της κοινωνίας, που εκδηλώθηκε αμέσως και διαρκεί, αναδεικνύει την δολοφονία του Αλέξανδρου, σε κεντρικό δεδομένο στη διαμόρφωση του νέου κοινωνικού περιβάλλοντος και της πρωτόγνωρης πολιτικής κατάστασης, που βιώνει η Ελλάδα από το 2008.

Η αδυναμία της δικαστικής εξουσίας να τιμωρήσει αυτό το έγκλημα, το μήνυμα που εξέπεμψε η Εφετειακή απόφαση είναι ολέθριο: μπορεί στο τέλος ο δολοφόνος ενός παιδιού να επιβραβευθεί. Η Αναίρεση που άσκησε ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου αποτελεί πράξη ευθύνης και ηθικής συνέπειας. Μένει ωστόσο να δούμε την Απόφαση του Αρείου Πάγου, που ακόμη εκκρεμεί, μετά από μια διαδικασία στην οποία απαγορεύθηκε να ακουσθεί η οικογένεια του Αλέξανδρου, δια των συνηγόρων της.

Ο Αλέξανδρος αγαπούσε τη ζωή και έγραφε στις εκθέσεις του, λίγες ημέρες πριν δολοφονηθεί, «για τα στάδια της ζωής, για την εφηβεία, την ενηλικίωση, την οικογένεια. Και στο τέλος γίνεσαι ηλικιωμένος, αφού δεν μπορεί να το αποφύγει κανείς». Ένα τρυφερό και χαρούμενο παιδί, αγαπητό σε όλους, με ξεχωριστές ευαισθησίες, που δεν πρόλαβε να μεγαλώσει, γιατί στάθηκε στο διάβα του η δολοφονική αστυνομική βία και του έδειξε την απάνθρωπη υπεροχή της. Σήμερα, θα ήταν είκοσι-επτά χρόνων, πλαισιωμένος απ’ την αγάπη της μητέρας του και της αδελφής του, δημιουργικός νέος πολίτης αυτής της κοινωνίας.

Υπερασπιζόμαστε τη μνήμη του Αλέξανδρου και το δικαίωμά του στη ζωή. Υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα κάθε παιδιού, κάθε επόμενου Αλέξανδρου, να ζήσει, να μεγαλώσει, να δημιουργήσει, να χαρεί. Να μην κόψει το νήμα της ζωής του η σφαίρα κανενός επόμενου Κορκονέα, αποθρασυμένου από τις δικαστικές αποφάσεις που επιβραβεύουν δολοφονίες πολιτών από αστυνομικούς. Είναι ευθύνη της Δικαιοσύνης να αποκαταστήσει το δίκαιο. Είναι ευθύνη της κοινωνίας να βρίσκεται σε εγρήγορση και να απαιτήσει δικαίωση».