Η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας (ΣτΕ), με την υπ’ αριθμ. 1900/2014 απόφασή της, έκρινε ότι είναι συνταγματική και σύμφωνη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) η ισχύουσα διάταξη του Υπαλληλικού Κώδικα που προβλέπει ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι που διαπράττουν πειθαρχικό παράπτωμα θα τίθενται αυτομάτως σε αργία (αυτοδίκαιη θέση σε αργία).
Ειδικότερα, το άρθρο 103 του παλαιού Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 3528/2007) αναμορφώθηκε με τον νόμο 4093/2012 και αυστηροποιήθηκε ο θεσμός της αυτοδίκαιης αργίας των δημοσίων υπαλλήλων, έτσι ώστε «να επιτυγχάνεται η άμεση και έγκαιρη απομάκρυνση όσων διώκονται ή τιμωρούνται για σοβαρά ποινικά και πειθαρχικά παραπτώματα».
Σύμφωνα με τον Υπαλληλικό Κώδικα, ο υπάλληλος τίθεται αμέσως σε αργία μόλις ασκηθεί σε βάρος του πειθαρχική δίωξη ή παραπεμφθεί στο αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο.
Η Ολομέλεια του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου έκρινε ότι το μέτρο της αυτοδίκαιης αργίας επιβάλλεται σε βάρος των δημοσίων υπαλλήλων για λόγους δημοσίου συμφέροντος και εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας, ενώ «η κατάσταση σε αργία δεν επιφέρει τη λύση της υπαλληλικής σχέσεως, ούτε την απώλεια της οργανικής θέσεως ή του κατεχόμενου από τον υπάλληλο βαθμού, ούτε αποτελεί πράξη απολύσεως από την υπηρεσία».
Ακόμη, η αυτοδίκαιη θέση σε αργία «συνιστά προσωρινό διοικητικό μέτρο, το οποίο συνεπάγεται την για λόγους δημοσίου συμφέροντος διακοπή της ενεργού ασκήσεως των υπηρεσιακών καθηκόντων του υπαλλήλου κατά τη διάρκεια της εκκρεμότητας της πειθαρχικής ή ποινικής υποθέσεως», αλλά και η επιβολή του μέτρου της αυτοδίκαιης αργίας «δεν ισοδυναμεί από πλευράς εννόμων αποτελεσμάτων προς απόλυση ή υποβιβασμό».
Επίσης, στη δικαστική απόφαση αναφέρεται ότι οι υπάλληλοι που τίθενται σε αργία λαμβάνουν το 75% των αποδοχών τους και η όλη πειθαρχική διαδικασία πρέπει να ολοκληρωθεί (σύμφωνα με τον νόμο) το πολύ μέσα σε τέσσερεις μήνες.
Η ισχύουσα διάταξη του άρθρου 103 του Υπαλληλικού Κώδικα δεν παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 20 του συνταγματικού χάρτη που κατοχυρώνει το δικαίωμα της προηγούμενης ακροάσεως, αλλά ούτε και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ.
Την Ολομέλεια του ΣτΕ την απασχόλησε περίπτωση εκπαιδευτικού ο οποίος προσελήφθηκε στο Δημόσιο το 2000 και παράλληλα τη δωδεκαετία 2000-2012 δίδασκε και αλλού (Κέντρο Επιμόρφωσης) ως ωρομίσθιος καθηγητής με σύμβαση μίσθωσης εργασίας ορισμένου χρόνου, ενώ την τετραετία 2000-2004 δίδασκε και σε Σχολή. Για τις παράλληλες απασχολήσεις του δεν είχε λάβει την άδεια όπως προβλέπει ο νόμος για την πολυθεσία. Ακόμη, υπέβαλε ψευδώς δηλώσεις ότι δεν ενέπιπτε στις απαγορευτικές διατάξεις του νόμου περί πολυθεσίας.