Έντεκα Έλληνες πανεπιστημιακοί και ερευνητές, οι οποίοι εργάζονται σε ελληνικά τριτοβάθμια ιδρύματα και ερευνητικούς φορείς, περιλαμβάνονται στη λίστα των 6.400 επιστημόνων με τη μεγαλύτερη επιρροή, παγκοσμίως, όπως αυτή προκύπτει από την απήχηση του έργου τους για την τελευταία 11ετία.
Η εν λόγω λίστα, που έχει τίτλο «The Highly Cited Researchers» συντάσσεται από τον διεθνώς αναγνωρισμένο οργανισμό Thomson Reuters στο πλαίσιο του project Clarivate Analytics και στηρίζεται στα δεδομένα της ερευνητικής βάσης δεδομένων Web of Science.
Μεταξύ των Eλλήνων πανεπιστημιακών και ερευνητών ηγείται ο καθηγητής Ιατρικής και Πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Μελέτιος –Αθανάσιος Δημόπουλος (με 2.358 δημοσιεύσεις και 71.340 συνολικό αριθμό ετεροαναφορών) και ακολουθούν ο καθηγητής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Αριστείδης Τσατσάκης (939 δημοσιεύσεις και 13.148 αναφορές) και στην 3η θέση, o καθηγητής της Ιατρικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γεράσιμος Φιλιππάτος (682 δημοσιεύσεις και 59.141 αναφορές), στην 4η θέση ο καθηγητής Πληροφορικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γιώργος Καραγιαννίδης (560 δημοσιεύσεις και 12.136 ετεροαναφορές) και την πρώτη πεντάδα κλείνει ο καθηγητής Ιατρικής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Ευάγγελος Γιαμαρέλλος -Μπουρμπούλης (399 δημοσιεύσεις και 9.929 αναφορές),
Την ενδεκάδα συμπληρώνουν οι καθηγητές: Δαΐκος Γεώργιος (ΕΚΠΑ), Στούμπος Κωνσταντίνος (Πανεπιστήμιο Κρήτης), Απέργης Νικόλαος (Πανεπιστήμιο Πειραιά και Πανεπιστήμιο Ντέρμπυ), Χατζηγεωργίου Άρτεμις (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ), Ρακόπουλος Δημήτριος (Ελληνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογίας και Εθνικό Μετσόβιο Πολτεχνείο) και Δαλαμάγκας Θεόδωρος (Ινστιτούτο Πληροφοριακών συστημάτων ΑΘΗΝΑ).
Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω δεδομένα, τέσσερις εξ αυτών εργάζονται στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, δύο εργάζονται στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Από μία συμμετοχή έχει το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το Πανεπιστήμιο Πειραιά και το Ινστιτούτο Πληροφοριακών Συστημάτων ΑΘΗΝΑ.
Πώς προκύπτει η κατάταξη
Η παραπάνω διάκριση για τους Έλληνες πανεπιστημιακούς που δραστηριοποιούνται εντός Ελλάδος είναι αρκετά σημαντική, λαμβάνοντας υπ’ όψιν το πώς προκύπτει η κατάταξη «Highly Cited Researchers».
Τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για την ανάλυση και την επιλογή των ερευνητών με υψηλή διάκριση προέρχονται από τους δείκτες βασικών επιστημών (ESI), 2009-2019, οι οποίοι προκύπτουν από περίπου 160.000 άρθρα και ερευνητικές εργασίες υψηλής απήχησης και επίδρασης αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Κάθε μία από αυτές τις ερευνητικές εργασίες κατατάσσεται στο κορυφαίο 1% των άρθρων με το μεγαλύτερο αριθμό ετεροαναφορών για κάθε συγκεκριμένο έτος. Ένα δεύτερο κριτήριο επιλογής ενός ερευνητή στον εν λόγω πίνακα είναι το κατά πόσο το σύνολο των ετεροαναφορών του σε ένα συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο, τον κατατάσσει στο 1% των ερευνητών με το μεγαλύτερο αριθμό ετεροαναφορών στο συγκεκριμένο πεδίο.
Με αυτόν τον τρόπο αναδεικνύεται το έργο νεώτερων ερευνητών, οι οποίοι δεν επικαλύπτονται από το έργο παλαιότερων ερευνητών που λόγω πολυετούς δραστηριοποίησης έχουν μεγαλύτερο όγκο ερευνητικού έργου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού, από τα περίπου 9.000.000 ερευνητών, που δραστηριοποιούνται παγκοσμίως, συντάσσεται ο πίνακας με τους καλύτερους 6.400 ερευνητές, το έργο των οποίων είναι σημαντικό, σύμφωνα με συγκεκριμένους δείκτες, και αποτελεί συγχρόνως πηγή για τις εργασίες άλλων ερευνητών.
Ολόκληρη η κατάταξη βρίσκεται στον σύνδεσμο: https://recognition.webofscience.com/awards/highly-cited/2020/