Όταν κατέφθασε στο Ναύπλιο τον Ιανουάριο του 1833, ο 17χρονος τότε βασιλιάς Όθωνας, συνοδευόταν από Βαυαρούς συμβούλους και αξιωματούχους. Στο Ναύπλιο παρέμεινε για τους επόμενους 11 μήνες, όμως, το διάστημα εκείνο πολλοί Βαυαροί ακόλουθοι του προσβλήθηκαν από κοιλιακό τύφο και πέθαναν.
Λίγα χρόνια αργότερα, στη μνήμη τους, ο πατέρας του Όθωνα, Λουδοβίκος Α’ ζήτησε από τον Βαυαρό γλύπτη, Κρίστιαν Ζίγκελ να φιλοτεχνήσει ένα γλυπτό μνημείο. Εκείνος έχοντας ως πρότυπο τον λέοντα της Λουκέρνης του Μπέρτελ Θορβάλντσεν, σμίλευσε πάνω σε βράχο στο συνοικισμό Πρόνοια, ένα τεράστιο γλυπτό που έχει τη μορφή λιονταριού που κοιμάται.
Κάτω από αυτό υπάρχει χαραγμένη γερμανική επιγραφή, όπου πληροφορεί το κοινό για την ιστορία του κοιμώμενου λιονταριού. Ο γλύπτης δεν επέλεξε τυχαία να κοιμάται το λιοντάρι, αφού ο κοιμώμενος «Λέων των Βαυαρών» – όπως είναι γνωστός – συμβολίζει τον αιώνιο ύπνο του θανάτου.
Το γλυπτό, που είναι ένα από τα σημαντικότερα του 19ου αιώνα στην Ελλάδα, χρονολογείται στο διάστημα 1840 με 1841. Βρίσκεται μεταξύ της εκκλησίας των Αγίων Πάντων και του σημερινού νεκροταφείου του Ναυπλίου, στην οδό Μιχαήλ Ιατρού. Ο χώρος μπροστά από τον «Λέοντα των Βαυαρών» έχει διαμορφωθεί σε μικρό πάρκο, ενώ προσελκύει το ενδιαφέρον των επισκεπτών.