Οι περισσότεροι γνωρίζουν τον «Δρομέα» ως το εντυπωσιακό γλυπτό που μοιάζει να ακολουθεί την αεικίνητη Αθήνα, τοποθετημένο στην πλατεία της Μεγάλης του Γένους Σχολής, μπροστά στο ξενοδοχείο Hilton.

Τις τελευταίες ημέρες, ο «Δρομέας» βρέθηκε στο προσκήνιο μετά την αποκάλυψη του δημιουργού του, του γλύπτη Κωστα Βαρώτσου, ότι υπήρξε πρόταση από την υπουργό Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά να μεταφερθεί το γλυπτό στα Σκόπια. Τον καλλιτέχνη διέψευσε η κα Ζορμπά, λέγοντας από την πλευρά της πως δεν έχει γίνει καμία πρόταση για μεταφορά του και πως ούτως ή άλλως το έργο ανήκει στον δήμο Αθηναίων.

Αυτό που πολλοί ίσως δεν γνωρίζουν- ή δεν θυμούνται- είναι πως ο «Δρομέας» δεν βρισκόταν πάντα στο σταυροδρόμι όπου βρίσκεται σήμερα. Αρχικά, όπως είχε πει ο ίδιος ο δημιουργός του στο newsbeast.gr, είχε τοποθετηθεί στην Ομόνοια, στο πλαίσιο της προσωρινής παραχώρησης μιας θέσης στην πλατεία σε διάφορους καλλιτέχνες, για την έκθεση των δημιουργιών τους.

Ήταν το 1988, την εποχή της δημαρχίας του Μιλτιάδη Έβερτ, με αντιδήμαρχο τον Σταύρο Ξαρχάκο. «Θα έλεγα ότι η συγκεκριμένη χρονική περίοδος υπήρξε μία τυχερή στιγμή για την Αθήνα. Ο σχεδιασμός του Έβερτ ως δημάρχου και του Σταύρου Ξαρχάκου, ο οποίος ήταν αντιδήμαρχος Πολιτισμού, δημιούργησε μία εκρηκτική κατάσταση για την τέχνη και για την πόλη» είχε πει σε συνέντευξή του στο newsbeast.gr ο Κώστας Βαρώτσος.

Όταν το προβλεπόμενο διάστημα παραμονής του «Δρομέα» στην Ομόνοια ολοκληρώθηκε, η Μελίνα Μερκούρη, που ήταν τότε υπουργός Πολιτισμού, είχε πει στον Έβερτ: «Μ’ αρέσει αυτό το έργο! Πρέπει να το κρατήσουμε».

Ο τότε δήμαρχος της Αθήνας ζήτησε από τον Κώστα Βαρώτσο να παραμείνει το έργο στην Ομόνοια. Όμως, λόγω του προσωρινού του χαρακτήρα, δεν είχε γίνει σωστή στατική μελέτη. Έτσι ο γλύπτης τοποθέτησε υποστυλώματα και ενίσχυσε το γλυπτό.

Όταν το γλυπτό διαλύθηκε και…πετάχτηκε στα σκουπίδια

Το 1993, την εποχή που γίνονταν τα έργα για το μετρό, χρειάστηκε να σκαφτεί και το σημείο πάνω στο οποίο στεκόταν ο αγέρωχος «Δρομέας». Το έργο δεν ήταν όμως φτιαγμένο για να μεταφερθεί. Έτσι γκρεμίστηκε και φτιάχτηκε από την αρχή, το 1994, στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα. «Έτσι έγινε. Το άγαλμα όντως καταστράφηκε εντελώς. Πετάχτηκε στα σκουπίδια. Δεν γινόταν να μεταφερθεί» είχε πει ο κ. Βαρώτσος.

Το όνομα

Εκτός από τη διαφορετική τοποθεσία, το έργο επρόκειτο να έχει και διαφορετικό όνομα. Ο Κώστας Βαρώτσος το είχε ονομάσει «Ο ξένος». «Αυτό που είχα στο μυαλό μου ήταν η ιδέα του περαστικού» είχε πει στο newsbeast.gr. Η Ομόνοια ήταν πάντα μία αφετηρία. Όλοι οι επαρχιώτες και όλοι οι ξένοι έρχονταν και έρχονται στην Ομόνοια. Αυτό που με ενδιέφερε ήταν η φιγούρα του ανθρώπου που βρίσκεται σε διαρκή κίνηση. Ένας ξένος που μόλις τον συναντάς, τον ρωτάς: “Πότε ήρθες;” και αμέσως μετά ρωτάς: “Πότε φεύγεις;”. Αυτός ο άνθρωπος εξελίχθηκε στη συνέχεια σε Δρομέα. Η υπόθεση του Δρομέα ήταν κάτι που άλλαζε σταδιακά την εικόνα της πόλης, η οποία άρχισε να αποκτά σημείο αναφοράς».

Αντιδράσεις

Το γλυπτό είχε διχάσει την Αθήνα, προκαλώντας αντίθετες και σε κάθε περίπτωση πολύ έντονες αντιδράσεις.

«Μόλις στήσαμε το έργο στη Ομόνοια κάποιοι υπέστησαν ένα είδος πολιτισμικού σοκ. Ξαφνικά η Αθήνα χωρίστηκε στα δύο. Οι μισοί το αγάπησαν και οι άλλοι μισοί το μίσησαν. Και ακολούθησαν διάφορα περιστατικά. Ήταν σαν να είχα πετάξει μία πέτρα στο νερό, η οποία προκάλεσε δαχτυλίδια στην επιφάνεια. Έτσι κι ο Δρομέας. Έκανε δαχτυλίδια μέσα στην πόλη» είχε αφηγηθεί ο Βαρώτσος. «Η πιο χαρακτηριστική αντίδραση ήταν η επίθεση που δέχτηκα τότε από το σύστημα της τέχνης. Κανείς δεν μπορούσε να αποκωδικοποιήσει αυτό το έργο. Δεν ήταν έργο που ανήκε σε ένα κίνημα ή μία νοοτροπία. Ήταν πρωτογενές. Οι συνάδελφοί μου δεν ήξεραν: ήταν καλό ή κακό αυτό που έβλεπαν; Από την άλλη πλευρά ο κόσμος το αποκωδικοποίησε και το δέχτηκε αμέσως. Οι περισσότεροι το λάτρεψαν. Το πιο αστείο ήταν ότι εμφανίστηκαν λίβελοι από διάφορους κριτικούς τέχνης ή συναδέλφους, οι οποίοι μου επιτέθηκαν. Δέχτηκα φοβερές επιθέσεις! Εγώ ωστόσο δεν απάντησα ποτέ σε όλα αυτά. Είχα παγώσει με αυτά που έβλεπα και ήμουν και μικρός. Μόλις 32 χρονών τότε… Αντιθέτως σε όλες αυτές της κατηγορίες των ανθρώπων της τέχνης εναντίον μου, απαντούσαν οι πολίτες».