Με τις ιστορίες των Ελλήνων που λόγω της οικονομικής κρίσης εγκατέλειψαν την Αθήνα και επέστρεψαν στα χωριά τους ασχολείται η Wall Street Journal σε δημοσίευμα στο πρωτοσέλιδο της ηλεκτρονικής της έκδοσης.
Η εφημερίδα σημειώνει πως μετά από πέντε χρόνια ύφεσης και με την ανεργία πάνω από 25% πολλές οικογένειες που μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο έγιναν η μεσαία τάξη της χώρας, τώρα επιστρέφουν προς τα πίσω.
Άλλοι γυρνούν σε βρώμικες ή επικίνδυνες εργασίες, όπως βοσκοί ή ναύτες σε ποντοπόρα φορτηγά πλοία και άλλοι φεύγουν από την Ελλάδα.
Η εφημερίδα αναφέρεται στον Παναγιώτη Τριανταφυλλόπουλο ο οποίος εργαζόταν στην Αθήνα φτιάχνοντας τα γραφικά και την εκτύπωση συσκευασιών φαρμάκων για πολυεθνική φαρμακευτική εταιρεία.
Τώρα, στα 54 χρόνια του, περνά τις μέρες του μαζεύοντας καυσόξυλα, ταΐζοντας τα κοτόπουλα και ετοιμάζεται για την συγκομιδή της ελιάς στο χωριό Αριστομένη στη Μεσσηνία.
Πριν επιστρέψει στο χωριό έψαχνε δουλειά επί δύο χρόνια μετά την απόλυση του. Όπως ο ίδιος λέει στο τέλος κατάλαβε ότι δεν είχε άλλη επιλογή.
«Είμαι νεόπτωχος» δήλωσε ο κ. Τριανταφυλλόπουλος, ο οποίος πήγε στην Αθήνα ως έφηβος το 1975. «Ήταν μια δύσκολη απόφαση να επιστρέψω. Είχαμε όνειρα για κάτι μεγαλύτερο».
Η κρίση έχει οδηγήσει τον κ. Τριανταφυλλόπουλου πίσω, κυριολεκτικά, στο σημείο όπου ξεκίνησε. Κοιμάται στο κρεβάτι μεταλλικό πλαίσιο στο οποίο γεννήθηκε το 1958. Μερικές φορές τη νύχτα που κοιτάζει επάνω βλέπει το ίδιο κομμάτι της ξύλινης οροφής που κοίταζε σαν παιδί.
Η WSJ σημειώνει ότι πριν χάσει τη δουλειά του τον Μάιο του 2010 και η σύζυγος του Έλενη τη δίκη της αμέσως μετά, είχαν ετήσιο εισόδημα πάνω από 30.000 ευρώ και ένα άνετο σπίτι στην Αθήνα.
Τώρα ζει με την 82χρονη μητέρα του η οποία συνεχίζει να κάνει κάποιες δουλειές ως μοδίστρα για να κερδίζει λίγα χρήματα.
Ο μεγαλύτερος φόβος του είναι ότι η κόρη του κ. Τριανταφυλλόπουλου δεν θα είναι σε θέση να τελειώσει το πανεπιστήμιο.
«Δεν με πειράζει να είμαι εγώ φτωχός. Ήρθα από τη φτώχεια», δήλωσε ο κ. Τριανταφυλλόπουλος, ανάβοντας ένα τσιγάρο.
Η εφημερίδα στη συνέχεια ασχολείται με τον Δημήτρη Στάθη και την Αγγελική Κατσιμάρδου. Απολύθηκαν και τώρα δουλεύουν σε πρατήριο καυσίμων κερδίζοντας 800 ευρώ το μήνα, όμως έχουν δάνειο 900 ευρώ.
«Δεν έχουμε την πολυτέλεια κρέας», είπε η κα Κατσιμάρδου. «Ακόμη και το γάλα είναι δύσκολο. Και αυτό είναι η Ελλάδα, για όνομα του Θεού».
Σε ένα διπλανό χωριό, ο 22χρονος Γιώργος Λεβέντης αρμέγει την κατσίκα του. Δούλευε στην Αθήνα ως υδραυλικός, όμως έμεινε χωρίς δουλειά και επέστρεψε στο χωριό με τη γιαγιά του. Ασχολείται με τα κοτόπουλα και τα πρόβατα.
«Πολλοί άνθρωποι της ηλικίας μου, που μεγαλώνουν στην Αθήνα, δεν θα μπορούσαν ποτέ να φανταστούν κάτι τέτοιο», είπε ο κ. Λεβέντης. Αλλά, όπως είπε, ο ίδιος απολαμβάνει το έργο και να είναι αφεντικό του εαυτού του. Κερδίζει από 300 έως 400 ευρώ το μήνα πουλώντας κοτόπουλα, αυγά και ελαιόλαδο.