Απόλυτα δικαιολογημένο είναι το ελληνικό αίτημα για καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων από τη Γερμανία, αναφέρει ο αυστριακής καταγωγής, ιστορικός και καθηγητής Νεότερης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Χάγκεν Φλάισερ, υποστηρίζοντας πως η Ελλάδα ήταν η μόνη από τις κατεχόμενες από τη ναζιστική Γερμανία μη σλαβικές χώρες η οποία είχε τις μεγαλύτερες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και σε υλικές ζημίες.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην αυστριακή εφημερίδα «Ντερ Στάνταρντ», ο Φλάισερ επισημαίνει πως, πέρα από τους 60.000 Έλληνες Εβραίους που δολοφονήθηκαν, δεκάδες χιλιάδες άλλοι Έλληνες εκτελέστηκαν, τουλάχιστον 100.000 πέθαναν από πείνα, ένας στους τρεις Έλληνες υπέφερε από επιδημικές ασθένειες μετά τη γερμανική οπισθοχώρηση, πολλοί ήταν άστεγοι, καθώς είχαν καταστραφεί περί τις 100.000 κατοικίες, ενώ ολόκληρη η οικονομία και οι υποδομές της χώρας καταστράφηκαν στη διάρκεια της κατοχής και η Ελλάδα, από τότε, ποτέ δεν συνήλθε.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η τωρινή χρονική στιγμή δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή για το ζήτημα των αποζημιώσεων, καθώς η γερμανική πλευρά διατείνεται πως η Ελλάδα θυμήθηκε ξαφνικά το θέμα επειδή είναι τώρα χρεοκοπημένη, όμως αυτό δεν αληθεύει, διότι το ζήτημα ετίθετο κάθε τόσο, επί δεκαετίες, από την ελληνική πλευρά.
Ο Φλάισερ θεωρεί ουτοπικό ότι η γερμανική πλευρά θα δεχθεί να πληρώσει επανορθώσεις για την Ελλάδα, γιατί αυτό θα δημιουργούσε προηγούμενο. Όπως, επίσης, αναφέρει, η Γερμανία ισχυρίζεται με ευκολία, πως αποζημιώσεις πληρώνουν μόνον οι ηττημένοι ενός πολέμου, «τώρα είμαστε εταίροι και φίλοι», τονίζει όμως, πως «χρέη πληρώνουν και οι φίλοι».
Σε ότι αφορά την επιτροπή που έχει συσταθεί για την εξέταση του αιτήματος για τις πολεμικές αποζημιώσεις, ο κ. Φλάισερ εκτιμά πως πρόκειται για μια αντίδραση στην πίεση που δέχεται η ελληνική κυβέρνηση από την αντιπολίτευση, ωστόσο το όλο εγχείρημα δεν έχει νόημα, εφόσον δεν αντιδρά η γερμανική πλευρά.
Ο Αυστριακός ιστορικός καταλήγει πως όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις, μετά το 1990, διακήρυτταν επίσημα πως δεν παραιτούνται από τις απαιτήσεις, τις οποίες θα θέσουν σε μια ευνοϊκή χρονική στιγμή, στιγμή όμως, που ποτέ δεν ήλθε και τώρα είναι φυσικά η πλέον δυσμενής στιγμή για να τεθεί αυτή η ιστορικά και ηθικά θεμελιωμένη αξίωση.