Έντονα αντέδρασε το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ σε δημοσιεύματα και πληροφορίες για τις προθέσεις της κυβέρνησης να αυξήσει το ωράριο των εκπαιδευτικών και με σημερινή ανακοίνωσή της προειδοποιεί ότι οποιαδήποτε δυσμενής αλλαγή στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών θα έχει αρνητική επίδραση στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Οι καθηγητές αναφέρονται σε έκθεση του ΟΟΣΑ, στην οποία βασίζεται η πρόταση για την αύξηση του ωραρίου και η οποία όπως τονίζουν, «αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αλλοίωσης και διαστρέβλωσης της εκπαιδευτικής πραγματικότητας της χώρας μας».
Η ΟΛΜΕ σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «οι εμπειρογνώμονες του «έγκυρου» Διεθνούς Οργανισμού δεν επιδίωξαν να καταγράψουν τι πραγματικά συμβαίνει στην ελληνική εκπαίδευση». Η έκθεση που έδωσαν δεν είναι παρά μια κατά παραγγελία από το υπουργείο Παιδείας έκθεση (η σύνταξη της έκθεσης κόστισε 127.653 ευρώ, χωρίς να υπολογίσουμε τους φόρους και τις κρατήσεις) που σκοπό έχει να ενισχύσει την κυβέρνηση και την τρόικα στην προσπάθειά τους να λάβουν ακόμα πιο επώδυνες αποφάσεις για τη δημόσια εκπαίδευση και τους εκπαιδευτικούς.
Οι ειδήμονες του ΟΟΣΑ, επισημαίνει η ΟΛΜΕ, «γνωρίζουν πολύ καλά τις τεράστιες ελλείψεις του εκπαιδευτικού μας συστήματος σε υποδομές, εξοπλισμό και προσωπικό. Γνωρίζουν επίσης τους εξαιρετικά χαμηλούς πόρους που διατίθενται για την εκπαίδευση, οι οποίοι μάλιστα μετά την εφαρμογή των επαίσχυντων Μνημονίων έχουν συρρικνωθεί πολύ κάτω από το 3% επί του ΑΕΠ, φτάνοντας στο 2,69%, με αποτέλεσμα οι σχολικές μονάδες να μην μπορούν να καλύψουν ούτε τις στοιχειώδεις λειτουργικές δαπάνες τους».
Επίσης, οι συντάκτες της Έκθεσης γνωρίζουν «τη δεινή οικονομική θέση στην οποία έχουν περιέλθει οι Έλληνες εκπαιδευτικοί μετά τις απανωτές περικοπές στους μισθούς τους και τις επώδυνες αλλαγές στο συνταξιοδοτικό. Και όμως, όλα αυτά τα αποσιωπούν προκειμένου να υπηρετήσουν το βασικό στόχο που έχει θέσει η Τρόικα: να ενοχοποιήσουν για όλα τα δεινά της εκπαίδευσης τους Έλληνες εκπαιδευτικούς, ώστε να συνεχιστεί και να ενταθεί η επίθεση εναντίον τους και εναντίον της δημόσιας εκπαίδευσης στη χώρα μας».
Η ΟΛΜΕ αναφέρεται στο ωράριο των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό υποστηρίζοντας ότι δεν φαίνεται να υπάρχει διαφορά.
«Η Έκθεση υποστηρίζει ότι το διδακτικό ωράριο των Ελλήνων εκπαιδευτικών είναι το χαμηλότερο στην Ευρώπη», τονίζουν οι καθηγητές υπογραμμίζοντας ότι «και εδώ παραγνωρίζεται το γεγονός ότι το βασικό ωράριο των εκπαιδευτικών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι 21 διδακτικές ώρες την εβδομάδα. Σε αυτό το σημείο, παρά τα όσα λέγονται, δεν φαίνεται να υπάρχει κάποια διαφορά από τις άλλες χώρες της Ευρώπης, όπου η πλειονότητα των εκπαιδευτικών διδάσκουν από 18 ως 20 ώρες την εβδομάδα.
Επίσης, οι Έλληνες εκπαιδευτικοί είναι επιφορτισμένοι σε εξαιρετικά μεγάλο βαθμό και με καθήκοντα διοίκησης και γραμματείας. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες οι εκπαιδευτικοί είναι απαλλαγμένοι από τέτοια καθήκοντα, τα οποία αναλαμβάνει πολυμελής γραμματεία. Η παντελής έλλειψη διοικητικών υπαλλήλων στα σχολεία υποχρεώνει τους εκπαιδευτικούς να αναλαμβάνουν όλη τη γραφειοκρατία που αφορά τη σχολική μονάδα, και να αφιερώνουν σε αυτή αρκετές ώρες.
«Θεωρούμε» τονίζεται στην ανακοίνωση της ΟΛΜΕ «πως οποιαδήποτε δυσμενής αλλαγή στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών θα έχει αρνητική επίδραση στην εκπαιδευτική διαδικασία. Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως οι συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών είναι και συνθήκες μάθησης των μαθητών και με αυτή την έννοια το θέμα δεν αφορά μόνο τους εκπαιδευτικούς, αλλά ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και την ίδια την ύπαρξη του δημόσιου σχολείου» .