Από τα ακριβότερα στην Ευρώπη είναι τα προϊόντα των πολυεθνικών ομίλων στην ελληνική αγορά, την ώρα που το εισόδημα των καταναλωτών συρρικνώνεται ολοένα και περισσότερο.
Σύμφωνα με έρευνα της Γενική Γραμματεία Εμπορίου του υπουργείου Οικονομίας με αντικείμενο τις τιμές 70 προϊόντων στην Ισπανία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Κύπρο, τη Σλοβενία και την Ελλάδα, η χώρας μας αναδεικνύεται είτε στην πρώτη θέση, δηλαδή έχει την υψηλότερη τιμή είτε στις αμέσως επόμενες.
Αντιθέτως με τις τιμές των διεθνών επώνυμων προϊόντων, η χώρα μας αποδεικνύεται εξαιρετικά φτηνή στα φρούτα και στα λαχανικά- και μάλιστα με μεγάλη απόσταση από τις άλλες χώρες.
Η έρευνα της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου αφορά διεθνή προϊόντα ευρείας κατανάλωσης περίπου 20 πολυεθνικών ομίλων και έγινε στο πλαίσιο της εφαρμογής του transfer pricing, δηλαδή του ελέγχου των ενδοομιλικών συναλλαγών.
Σύμφωνα με πληροφορίες εξάλλου ο έλεγχος έχει κιόλας αρχίσει, ενώ όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές «στους υποβληθέντες φακέλους υπάρχουν ήδη ευρήματα και είμαστε μόνο στην αρχή». Οπως σημειώνεται χαρακτηριστικά, υπάρχουν προϊόντα που πωλούνται ακόμη και σε διπλάσια τιμή στην Ελλάδα απ΄ ό,τι π.χ. στη Γερμανία ή εταιρείες που δουλεύουν με μεικτό περιθώριο κέρδους από 40% ως και 60%. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το transfer pricing αποτελεί ένα από τα βασικά εργαλεία που διαθέτει το υπουργείο Οικονομίας για να βάλει σε κίνηση τη διαδικασία μείωσης των τιμών.
Σε αυτό το πλαίσιο πρόκειται να περάσει νομοθετική ρύθμιση (τροπολογία στο νομοσχέδιο για την απελευθέρωση του καμποτάζ) με την οποία θα συσταθούν μεικτά κλιμάκια ελέγχου των υπαλλήλων του υπουργείου Οικονομίας και του υπουργείου Οικονομικών προκειμένου να γίνεται ο έλεγχος πιο αποτελεσματικός, ενώ πρόκειται να προσληφθούν και εξειδικευμένοι εξωτερικοί συνεργάτες. Επίσης, απέκτησε το σύστημα «Αmadeus»- που έχουν όλες οι αντίστοιχες Αρχές των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης- με το οποίο είναι δυνατός ο έλεγχος της αξιοπιστίας των στοιχείων που υποβάλλουν οι πολυεθνικές εταιρείες στο υπουργείο και με αυτά δικαιολογείται η διαμόρφωση των συγκεκριμένων τιμών. Εξάλλου, μια ομάδα δέκα υπαλλήλων της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου έχει εκπαιδευτεί από τον Σύνδεσμο Ορκωτών Ελεγκτών για να μπορεί να ελέγχει τις ενδοομιλικές συναλλαγές.
Πώς λειτουργεί το transfer pricing
Α πό τη χώρα παραγωγής, Κίνα κ.ά., εξάγονται τα προϊόντα που ουσιαστικά πουλάει η πολυεθνική στη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης με το ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς. Ενα προϊόν με κόστος παραγωγής π.χ. 10 ευρώ το εξάγει η πολυεθνική στην ΕΕ, στη θυγατρική της που έχει αναλάβει τη διακίνηση (logistics) για την Ευρώπη, ας υποθέσουμε παραδειγματικά στη Γερμανία, στην τιμή των 12 ως 13 ευρώ. Οι δασμοί του 10% πληρώνονται στο γερμανικό Δημόσιο. Οποιαδήποτε άλλη εξαγωγή από τη Γερμανία σε άλλη χώρα της ΕΕ δεν θα δασμολογηθεί ξανά λόγω σχετικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Η γερμανική θυγατρική εταιρεία της πολυεθνικής έχει την ιδιοκτησία των θυγατρικών της πολυεθνικής στις χώρες που προμηθεύει, δηλαδή χώρες όπως η Ελλάδα. Γνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα μπορεί να πουλάει το ίδιο προϊόν- που στοιχίζει 10 ευρώ- αντί π.χ. 30 ευρώ κάνει τον υπολογισμό των λειτουργικών εξόδων και τιμολογεί έτσι που να βγαίνει ένα κέρδος 3%- 5% στην ελληνική θυγατρική. Ετσι, το προϊόν έρχεται στην Ελλάδα στην τιμή των 25 ευρώ.
Από τα 12 ως 13 ευρώ κόστος αγοράς, συν τους δασμούς, συν τα μεταφορικά, το συνολικό κόστος δεν ξεπερνά τα 15 ευρώ. Ως τα 25 ευρώ που εξάγεται από τη Γερμανία στην Ελλάδα είναι 10 ευρώ, που είναι το κέρδος της γερμανικής εταιρείας για το οποίο θα πληρώσει φόρους στο γερμανικό κράτος ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος από το οποίο προέρχεται.
Έτσι, το ίδιο προϊόν που πωλείται π.χ. 15 ευρώ σε μια ευρωπαϊκή χώρα στην Ελλάδα πωλείται στη διπλάσια τιμή. Το κέρδος, που πληρώνει ο Έλληνας καταναλωτής, εισπράττει η ξένη εταιρεία και φορολογείται από το Δημόσιο του κράτους που έχει την έδρα της με ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς.
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜA