Την τιμητική τους έχουν τις τελευταίες δύο εβδομάδες οι συνταξιούχοι, στον απόηχο των εξαγγελιών Τσίπρα για την ενίσχυση 1,6 εκατ. χαμηλοσυνταξιούχων με το βοήθημα που είχε τη μορφή «13ης σύνταξης».
Η πρωθυπουργική εξαγγελία πυροδότησε θύελλα αντιδράσεων τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων, με την επιστολή Τσακαλώτου να επαναφέρει στην κανονικότητα την υλοποίηση των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, μετά την έντονη αντίδραση του Βερολίνου και του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Και μπορεί η «13η σύνταξη», η οποία την πορεία εξελίχθηκε σε «έκτακτο εφάπαξ επίδομα» να βρίσκεται ήδη στους λογαριασμούς των δικαιούχων, ωστόσο η συγκυρία καταβολής της μαζί με το οριζόντια «κουρεμένο» κατά 50% ΕΚΑΣ έχει ήδη μειώσει σημαντικά ό,τι θετικό έφερε η κίνηση της κυβέρνησης.
Μιας κυβέρνησης που ήθελε να το εκμεταλλευθεί και επικοινωνιακά, εκτός των άλλων και για μία κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων που μπορούν να ανατρέψουν το δημοσκοπικό κλίμα.
Το ξεφούσκωμα του αντίκτυπου της κυβερνητικής πρωτοβουλίας έρχεται σε συνέχεια του «ανένδοτου» για την προστασία των κύριων συντάξεων, η οποία αν και επετεύχθη κατά την πρώτη αξιολόγηση το Μάιο, δεν γίνεται αντιληπτή στις τσέπες των συνταξιούχων λόγω των πολλαπλών έμμεσων φορολογικών επιβαρύνσεων.
Την ίδια ώρα ωστόσο, οι αποστάσεις που τήρησε η ηγεσία της ΝΔ από τη χορήγηση του έκτακτου επιδόματος με το «παρών» στην ψηφοφορία δεν ήχησε καλά στ’ αυτιά των συνταξιούχων τη στιγμή που ψάχνει κέρδη από αυτή τη δεξαμενή το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Αποτέλεσμα είναι οι απόμαχοι της εργασίας να βρίσκονται εγκλωβισμένοι μεταξύ μνημονιακών δεσμεύσεων, εξαγγελιών και υποσχέσεων, με το βλέμμα όλων των πολιτικών δυνάμεων στην εκλογική τους δυναμική.
Η απάντηση στο αρχικό ερώτημα, «τι είναι χειρότερο για έναν συνταξιούχο; Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ή η ΝΔ;», είναι μία: η πραγματικότητα. Αυτή που βιώνει η τρίτη ηλικία και άνθρωποι που τόσα χρόνια πλήρωναν με τις κρατήσεις τους χρήματα που τελικά δε θα πάρουν ποτέ. Γιατί οι συντάξεις του λεηλατήθηκαν από όλες τις κυβερνήσεις.