Στο 24,9% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το α΄ τρίμηνο εφέτος και μειώθηκε μεν σημαντικά σε σχέση με το 26,6% του αντίστοιχου τριμήνου πέρυσι, αλλά αυξήθηκε κατά μισή μονάδα από το 24,4% το δ΄ τρίμηνο 2015. Οι άνεργοι ανήλθαν σε 1.195.084 άτομα, με κομβικά ζητήματα την πολύ υψηλή ανεργία στους νέους έως 24 ετών (στο 50,9% και ειδικά στις νέες γυναίκες στο 55,1%), τους μακροχρόνια άνεργους (840.145 άτομα ή το 70,3% του συνόλου των ανέργων) και το γεγονός ότι σε έξι από τις 13 περιφέρειες της χώρας αυξήθηκε η ανεργία.
Ειδικότερα, από την τριμηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτουν τα εξής:
Ο αριθµός των ανέργων αυξήθηκε κατά 1,7% σε σχέση µε το προηγούµενο τρίµηνο και µειώθηκε κατά 6,1% σε σχέση µε το α΄ τρίµηνο του 2015.
Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (29,5% το α΄ τρίμηνο 2016 από 30,6% το α΄ τρίμηνο 2015) είναι σηµαντικά υψηλότερο από των ανδρών (21,2% από 23,5%).
Ηλικιακά, το υψηλότερο ποσοστό καταγράφεται στις ομάδες 15- 24 ετών (50,9% το α΄ τρίμηνο 2016 από 51,9% το α΄ τρίμηνο 2015) και 25- 29 ετών (35,9% από 39,7%). Ακολουθούν οι ηλικίες 30- 44 ετών (23,4% από 25,7%), 45- 64 ετών (αμετάβλητο στο 20,4%) και 65 ετών και άνω (12,3% από 9,3%).
Σε επίπεδο περιφερειών, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται η Δυτική Μακεδονία (33,3% το α΄ τρίμηνο 2016 από 29% το α΄ τρίμηνο 2015), η Δυτική Ελλάδα (30% από 29%) και η Κρήτη (28,3% από 27,2%). Ακολουθούν, η Θεσσαλία (27,8% από 26,8%), η Στερεά Ελλάδα (27,7% από 26,4%), η Ήπειρος (25,7% από 25,5%), η Κεντρική Μακεδονία (25,4% από 27,4%), η Ανατολική Μακεδονία- Θράκη (23,9% από 24,8%), η Αττική (23,4% από 26,7%), το Νότιο Αιγαίο (21,2% από 25,4%), η Πελοπόννησος (20,6% από 23,9%), οι Ιόνιοι Νήσοι (19,6% από 28,9%) και το Βόρειο Αιγαίο (18,5% από 20,2%).
Η κατανοµή της ανεργίας, λαµβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους έχουν τελειώσει µερικές τάξεις δηµοτικού (46,2%). Τα χαµηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή µεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (11,3%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης (18,4%).
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν µισθωτή απασχόληση, το 12% αναζητεί αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 83,3% αναζητεί πλήρη αλλά, στην ανάγκη, είναι διατεθειµένο να εργαστεί και µε µερική απασχόληση. Τέλος, το 4,7% είτε αναζητεί µερική απασχόληση είτε δεν ενδιαφέρεται εάν θα βρει µερική ή πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (6,4%) απέρριψε κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή: δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (30,3%), δεν εξυπηρετούσε το ωράριο εργασίας (22,7%), δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (15,8%).
Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν ανέρχεται στο 21,1% του συνόλου των ανέργων ενώ οι µακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν εργασία από 12 µήνες και άνω, ανεξάρτητα από το εάν έχουν εργαστεί στο παρελθόν), αποτελούν αντίστοιχα το 70,3%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόµων µε ξένη υπηκοότητα είναι µεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (34,1% έναντι 24,2%). Επίσης, το 72,2% των ξένων υπηκόων είναι οικονοµικά ενεργό, ποσοστό σηµαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων, το οποίο είναι 51%.
Σε επίπεδο απασχόλησης, το α΄ τρίμηνο εφέτος ο αριθµός των απασχολούµενων ανήλθε σε 3.606.344 άτοµα και η απασχόληση µειώθηκε κατά 1% σε σχέση µε το προηγούµενο τρίµηνο και αυξήθηκε κατά 2,9% σε σχέση µε το α΄ Τρίµηνο του 2015.
Το α’ τρίµηνο εφέτος, βρήκαν απασχόληση 139.609 άτοµα, τα οποία δήλωσαν ότι ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, το ίδιο χρονικό διάστηµα, 41.847 άτοµα µετακινήθηκαν από τον οικονοµικά µη ενεργό πληθυσµό σε θέσεις απασχόλησης. Αντίθετα, 122.574 άτοµα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούµενα, σήµερα είναι άνεργα και άλλα 53.430 άτοµα που ήταν απασχολούµενα είναι πλέον οικονοµικά µη ενεργά. Επιπλέον, 107.454 άτοµα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονοµικά µη ενεργό πληθυσµό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση αλλά είναι άνεργα.
Ανά τοµέα της οικονοµίας, παρατηρείται ότι στον πρωτογενή τοµέα υπάρχει µείωση 6,5% στον αριθµό των απασχολούµενων, στον δευτερογενή τοµέα παρατηρείται αύξηση 3,9% και στον τριτογενή αύξηση 4,5%.
Το ποσοστό της µερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 9,8% του συνόλου των απασχολουµένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζοµένων, το 69,1% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν µπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 7,6% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,2% διότι εκπαιδεύεται, το 2,5% διότι φροντίζει µικρά παιδιά ή εξαρτώµενους ενήλικες και το 16,6% για διάφορους άλλους λόγους.
Το ποσοστό των µισθωτών, το οποίο εκτιµάται σε 65,8%, εξακολουθεί να είναι το χαµηλότερο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία ανέρχεται στο 83,9 του συνόλου των απασχολουµένων (εκτίµηση 2015).