Το ρολόι δείχνει τρεις μετά το μεσημέρι και ο δυνατός αέρας «πνίγει» τον ήχο από τη μηχανή που κινείται αργά πάνω στις ράγες, στον σιδηροδρομικό σταθμό της Ειδομένης, εκεί όπου μέχρι πριν λίγα 24ωρα λειτουργούσε μία ολόκληρη πολύβουη σκηνούπολη: Αυτή που είχαν στήσει χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, που είχαν εγκλωβιστεί στα σύνορα Ελλάδας- ΠΓΔΜ, μετά το κλείσιμο των συνόρων.
Ύστερα από περίπου 70 μέρες, η σιδηροδρομική γραμμή στην Ειδομένη άνοιξε. Η μηχανή της ΤΡΑΙΝΟΣΕ πέρασε στην άλλη πλευρά των συνόρων και αφού φόρτωσε μια σειρά από άδεια βαγόνια γύρισε πίσω στον σιδηροδρομικό σταθμό. Εκεί όπου από το πρωί, εργάτες μαζεύουν απ’ τις ράγες ό,τι έχει απομείνει από τα προσωπικά αντικείμενα των προσφύγων και μεταναστών, που είτε μεταφέρθηκαν σε ένα από τα κέντρα φιλοξενίας, είτε έφυγαν με τα πόδια, κατευθυνόμενοι – μεταξύ άλλων – προς τους γύρω άτυπους καταυλισμούς.
Ο άτυπος καταυλισμός της Ειδομένης δεν θυμίζει πλέον σε τίποτα τη μικρή πολιτεία που είχε στηθεί εκεί, πλάι στο χωριό των 100 κατοίκων (στην πλειοψηφία τους ηλικιωμένων). Οι τελευταίοι πρόσφυγες και μετανάστες επιβιβάστηκαν στα συνολικά 18 λεωφορεία που έφυγαν σήμερα από την Ειδομένη, μεταφέροντας 783 άτομα σε διάφορες δομές φιλοξενίας.
Πίσω στον καταυλισμό, ρούχα, παπούτσια, παιδικά παιχνίδια κι ένα σωρό άλλα αντικείμενα μέσα στις άδειες σκηνές, θυμίζουν τους ανθρώπους που έζησαν εκεί τους τελευταίους μήνες, περιμένοντας να βρουν τρόπο να συνεχίσουν το ταξίδι τους και να δώσουν «σάρκα και οστά» στο όνειρό τους για μία καλύτερη ζωή στη βόρεια Ευρώπη.
Πλάι σε μια σκηνή, μια παιδική ζωγραφιά τσακαλωμένη και πεταμένη στο χώμα, απεικονίζει τη φρίκη του πολέμου που έζησαν οι πιο πολλοί από τους πρόσφυγες, προτού πάρουν τη μεγάλη απόφαση για το μακρύ ταξίδι προς την Ευρώπη. Παραδίπλα μία κούκλα και λίγο πιο πέρα ένας λόφος από σκουπίδια.
Και οι δρόμοι, τόσο στον καταυλισμό όσο και μέσα στο χωριό, σχεδόν …βουβοί.