Το νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, η συζήτηση του οποίου αρχίζει αύριο στη Βουλή, είναι στο επίκεντρο της συνεδρίασης των πρυτάνεων που είναι σε εξέλιξη σε χώρο του Πολυτεχνείου στο Λαύριο. Οι καθηγητές, επικεντρώνουν τα επιχειρήματά τους πλέον στην επιστημονική έκθεση του τμήματος νομοτεχνικής επεξεργασίας σχεδίων και προτάσεων νόμου της Βουλής, τονίζοντας ότι σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης αυτής, υπάρχουν σημεία στο νομοσχέδιο που προσκρούουν στο Σύνταγμα και στους νόμους.
Οι πρυτάνεις αναμένεται να απευθυνθούν στους βουλευτές και όχι στο υπουργείο Παιδείας, σε μια προσπάθεια – όπως λένε – να αποφευχθούν προβλήματα και δυσλειτουργίες που θα παρουσιαστούν στα Πανεπιστήμια εφόσον ψηφισθεί το νομοσχέδιο.
Αργά απόψε, εξέδωσε ανακοίνωση και το Δ.Σ. της ΠΟΣΔΕΠ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Καθηγητών Πανεπιστημίου), το οποίο καταγγέλλει για «ανευθυνότητα» και «προχειρότητα» το υπουργείο Παιδείας σχετικά με τους χειρισμούς της μεταρρύθμισης για τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ.
Καυτηριάζει το γεγονός ότι «μία ημέρα πριν την συζήτηση στη Βουλή του νομοσχεδίου και το τελικό κείμενο δεν δόθηκε», γεγονός που οι καθηγητές ερμηνεύουν ως «επιβεβαίωση της ανυπαρξίας διαλόγου και την αλαζονεία του υπουργείου».
Σχετικά με το κείμενο που γνωρίζουν οι καθηγητές από τις 19 Αυγούστου παρατηρούν:
«Το κείμενο αυτό απέχει σημαντικά σε κεντρικά του σημεία από τις θέσεις της Ομοσπονδίας, όπως αυτές διαμορφώθηκαν στο 10ο Συνέδριο και αναλύθηκαν μεταξύ των άλλων στις συνεδριάσεις του ΕΣΥΠ. Έτσι το Υπουργείο συνεχίζει να αγνοεί επιδεικτικά τους πανεπιστημιακούς και τα θεσμικά τους όργανα. Είναι εμφανής η έλλειψη ισορροπίας ανάμεσα από τη μια πλευρά το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει για όλα τα ζητήματα, διοικητικά και ακαδημαϊκά, και από την άλλη τον Πρύτανη και τη Σύγκλητο, που δεν έχουν ουσιαστικές αρμοδιότητες ούτε σε καθαρά ακαδημαϊκά ζητήματα αλλά είναι απλά εκτελεστικά όργανα. Το προτεινόμενο από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου μοντέλο διοίκησης, είναι συγκεντρωτικό, περιορίζει τη δημοκρατική λειτουργία, υποβαθμίζει την ακαδημαϊκή ζωή στο εσωτερικό των ΑΕΙ και δεν συμβάλλει στην προώθηση της αριστείας, χωρίς να διορθώνει τα κακώς κείμενα στις διαδικασίες των οργάνων διοίκησης και στη λειτουργία των ΑΕΙ».
Αν και το υπουργείο αποδέχεται να παραμείνει το τμήμα βασική ακαδημαϊκή μονάδα, οι καθηγητές παρατηρούν: «Το σχέδιο νόμου συνεχίζει να ταυτίζει το Τμήμα με το σύνολο των διδασκόντων ενός προγράμματος σπουδών. Η ΠΟΣΔΕΠ έχει αναδείξει ως κεντρικό ζήτημα τη θέσπιση του Τμήματος ως βασικής εκπαιδευτικής και ακαδημαϊκής μονάδας, που αντιστοιχεί σε ένα ιστορικά διαμορφωμένο και διεθνώς αναγνωρισμένο επιστημονικό αντικείμενο, έχει την ευθύνη για τη διδασκαλία και την έρευνα σε αυτό και προφανώς διαθέτει τα όργανα και τις αντίστοιχες προς τούτο αρμοδιότητες».
Επίσης τονίζουν ότι: «στα ζητήματα οργάνωσης των σπουδών, δεν γίνεται σαφής διάρθρωση των τριών κύκλων σπουδών στα πενταετή τμήματα, με αποτέλεσμα να αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία, η δυνατότητα χορήγησης πτυχίου δεύτερου κύκλου σπουδών, χωρίς την υποχρέωση του τμήματος να χορηγεί πτυχίο πρώτου κύκλου σπουδών.
Το Νομοσχέδιο συνεχίζει να περιέχει διατάξεις, οι οποίες είναι προσβλητικές για τους Έλληνες πανεπιστημιακούς δασκάλους. Επίσης δείχνει να χρήζει σοβαρής περαιτέρω νομικής αλλά ακόμα και γλωσσικής επεξεργασίας. Η πρόσφατη αλλά και η γενικότερη εμπειρία έχει αποδείξει ότι ένας νόμος εφαρμόζεται στα ΑΕΙ, όταν έχει τη συναίνεση και αποδοχή της πλειοψηφίας της ακαδημαϊκής κοινότητας. Άρα η όποια μεταρρύθμιση για να πετύχει, και να μην εξαντληθεί σε ρητορική, πρέπει να έχει τη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας της Πανεπιστημιακής κοινότητας, κάτι που δεν συμβαίνει τώρα».
Τέλος, η ΠΟΣΔΕΠ, καλεί τους βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, ανεξαρτήτως κόμματος, να μην ψηφίσουν το Νομοσχέδιο στην παρούσα μορφή, αλλά να στηρίξουν τις θέσεις της Ομοσπονδίας, που έχουν κατατεθεί και να πιέσουν για αλλαγές υπό μορφή τροπολογιών, που να διατηρούν την ισορροπία μεταξύ διοικητικών και ακαδημαϊκών οργάνων και τη διεθνώς αναγνωρισμένη ακαδημαϊκή διάρθρωση των Τμημάτων. «Σε περίπτωση που το Νομοσχέδιο ψηφιστεί ως έχει, η ΠΟΣΔΕΠ θα αγωνιστεί για να αλλάξει ο νόμος στα σημεία που έχουμε αναδείξει».