Η Αντισαλέμ Αμπεμπέ ζει εδώ και 14 χρόνια στην Ελλάδα. Όταν πριν από έξι χρόνια αναζητούσε δουλειά, έκανε τηλεφωνική συνέντευξη με ιδιοκτήτη ζαχαροπλαστείου για τη θέση της πωλήτριας. Ενώ η τηλεφωνική επικοινωνία κύλησε ομαλά, όταν έδωσε ραντεβού μαζί του για να γνωριστούν, εκείνος αρνήθηκε να την προσλάβει «γιατί είσαι μαύρη και θα έχουν πρόβλημα οι πελάτες».
«Εκνευρίστηκα. Επειδή όμως μπορεί να έχω μαύρο δέρμα, αλλά δεν έχω μαύρη καρδιά και βλέπω όλους τους ανθρώπους το ίδιο, αποφάσισα να κάνω συζήτηση μαζί του για να τον πείσω να αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεται. Γιατί αν δεν αλλάξει εκείνος, δεν θα αλλάξει ο τρόπος που και οι πελάτες του βλέπουν τα πράγματα», εξομολογείται.
Αντίστοιχα περιστατικά διακρίσεων στο χώρο εργασίας, στις δημόσιες υπηρεσίες και στις δομές υγείας βιώνουν χιλιάδες άνθρωποι στην Ελλάδα λόγω φυλής, χρώματος, σεξουαλικού προσανατολισμού, φύλου ή ηλικίας. Γυναίκες εξαναγκάζονται σε παραίτηση λόγω εγκυμοσύνης, μετανάστες από χώρες της υποσαχάριας Αφρικής απορρίπτονται λόγω καταγωγής και χρώματος, άνδρες και γυναίκες οικιακοί βοηθοί παρενοχλούνται σεξουαλικά, εξειδικευμένοι τεχνίτες χάνουν τη δουλειά τους γιατί είναι μεγάλοι σε ηλικία. Ένα πρόγραμμα- παρέμβαση στον τομέα της διακρίσεων με την ονομασία «React» υλοποιούν δύο Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, οι Praksis και «Civis Plus». Από τον περασμένο Ιούνιο, οπότε ξεκίνησε το πρόγραμμα, έχουν καταγραφεί 241 περιστατικά διακρίσεων και έχουν πραγματοποιηθεί 632 συνεδρίες νομικής και 704 συνεδρίες ψυχοκοινωνικής υποστήριξης. Επίσης, έγιναν τρεις ολοκληρωμένες δράσεις νομικής αρωγής και 71 τηλεφωνικές ενημερώσεις για θέματα διακρίσεων. Οι διακρίσεις είχαν τη μορφή αποκλεισμού, άνισης μεταχείρισης, σωματικής ή λεκτικής βίας.
Στόχοι του προγράμματος είναι η υποστήριξη των ανθρώπων που έχουν βίωσει οποιαδήποτε συμπεριφορά διάκρισης στην Ελλάδα και η ανάδειξη της πραγματικής διάστασης του προβλήματος των διακρίσεων στην ελληνική κοινωνία. «Κυρίως θέλουμε να ακουστεί η φωνή των ανθρώπων που έχουν υποστεί και υφίστανται διακρίσεις», όπως επισήμανε σε σχετική ημερίδα παρουσίασης του προγράμματος ο πρόεδρος της «Praksis», Τζανέτος Αντύπας . Ο ίδιος συμπλήρωσε ότι η καινοτομία του προγράμματος εστιάζεται στο γεγονός ότι η καταγραφή των περιστατικών διάκρισης «θα αξιοποιηθεί για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των ομάδων».
«Το έργο αυτό προσπαθεί να σπάσει το κοινωνικό απόστημα των διακρίσεων μέσα από την πρόσβαση στην καταγγελία, δικαίωμα που πρέπει να έχουν όλοι οι άνθρωποι», εξήγησε από την πλευρά του ο πρόεδρος της «Civis Plus», Δημήτρης Αντωνιάδης.
Το έργο περιλαμβάνει τέσσερις άξονες: την καταγραφή οποιασδήποτε διάκρισης έχει υποστεί κάποιος, την οποία μπορεί να καταγγείλει επώνυμα ή ανώνυμα, την παρέμβαση με στόχο την εξυπηρέτηση των ωφελούμενων και τη μη επανάληψη αντίστοιχων περιστατικών, τη νομική και ψυχοκοινωνική υποστήριξή τους και την επιστημονική έρευνα με στόχο τη χαρτογράφηση του φαινομένου και την αποτύπωση του εύρους του.
Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα κατά τους πρώτους μήνες του προγράμματος είναι ότι οι αιτούντες άσυλο δεν έχουν τη νομική δυνατότητα να εργαστούν γιατί οι προϋποθέσεις για να λάβουν άδεια εργασίας είναι εξαιρετικά δύσκολες σε αντίθεση με τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες ή τους δικαιούχους επικουρικής προστασίας.
«Μεγάλες διακρίσεις και αποκλεισμό αντιμετωπίζουν και οι τρανς άνθρωποι στην εκπαίδευση, την εργασία, την υγεία και την πρόνοια», όπως παρατήρησε η Μαρίνα Γαλανού, πρόεδρος του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών.
«Όλες οι διακρίσεις ξεκινούν από το λόγο μίσους, στον οποίο οι περισσότεροι δεν δίνουμε σημασία. Όταν όμως ο λόγος γίνει πράξη είναι ήδη αργά γιατί προκύπτει και κάποιο θύμα. Εμείς πρέπει να αλλάξουμε ως κοινωνίες. Καμία αλλαγή δεν μπορεί να επιβληθεί», τόνισε ο Μαχμούντ Αμπντελρασούλ από τη ΜΚΟ Almasar.
Για την καταγγελία περιστατικών διακρίσεων λειτουργούν δύο τηλεφωνικές γραμμές: 800 100 17 78 (δωρεάν από σταθερό τηλέφωνο) και 211 012 14 42 (από κινητό τηλέφωνο). Επίσης, λειτουργούν γραφεία ενημέρωσης και υποστήριξης για ζητήματα διακρίσεων στην Αθήνα (Παιωνίου 5 και Αχαρνών, πλατεία Βικτωρίας), τη Θεσσαλονίκη (Αρκαδιουπόλεως 1 και Αγίου Δημητρίου) και την Πάτρα (Τσαμαδού 38).
Το πρόγραμμα «React» που θα διαρκέσει μέχρι τον Φεβρουάριο 2016 χρηματοδοτείται από την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία, στο πλαίσιο του προγράμματος «Είμαστε όλοι πολίτες», που εντάσσεται στο χρηματοδοτικό μηχανισμό του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (EEA Grants). Διαχειριστής της επιχορήγησης είναι το Ίδρυμα Μποδοσάκη.
Σήμερα η χρηματοδότηση του ΕΟΧ στην Ελλάδα ανέρχεται σε 63,4 εκατομμύρια ευρώ, από τα οποία τα 7,3 εκατομμύρια ευρώ συγκροτούν το πρόγραμμα «Είμαστε όλοι πολίτες» και έχουν σκοπό να υποστηρίξουν την κοινωνία των πολιτών. Από τα χρήματα αυτά, περισσότερα από δύο εκατομμύρια αφορούν στα ανθρώπινα δικαιώματα και την αντιμετώπιση των διακρίσεων. Στο πλαίσιο του «Είμαστε όλοι πολίτες» υλοποιούνται 76 έργα από 80 ΜΚΟ και απευθύνονται σε κοινωνικά ευπαθείς ομάδες. Όπως επισήμανε η αναπληρώτρια διευθύντρια του προγράμματος «Είμαστε όλοι πολίτες», Φαίη Κουτζούκου, υπολογίζεται ότι ως τη λήξη του προγράμματος το 2016 περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι αναμένεται να ωφεληθούν από τα έργα αυτά. Εξάλλου, όπως ανακοίνωσε ο πρέσβης της Νορβηγίας, Γιορν Ζέλσταντ, η χρηματοδότηση από τα EEA Grants για τη χρηματοδοτική περίοδο 2014-2021 σχεδόν θα διπλασιαστεί για την Ελλάδα και θα φτάσει τα 120 εκατομμύρια ευρώ.