Την κατάργηση της διάταξης που προβλέπει ότι οι δικαιούχοι σύνταξης από το Δημόσιο χάνουν το συνταξιοδοτικό τους δικαίωμα αν η αίτηση συνταξιοδότησης υποβληθεί μετά από τουλάχιστον πέντε χρόνια από την ημερομηνία θεμελίωσης, ζητεί ο Συνήγορος του Πολίτη (ΣτΠ). Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (ΓΛΚ) απαντά, ωστόσο, ότι το υπουργείο Οικονομικών δεν προτίθεται να προβεί σε τροποποίηση της σχετικής συνταξιοδοτικής διάταξης, παρά το γεγονός ότι ταυτόσημες απόψεις με αυτές του Συνηγόρου του Πολίτη διατυπώνει το Ελεγκτικό Συνέδριο σε δύο πρόσφατες αποφάσεις του.
Πολίτες προσέφυγαν στον ΣτΠ διαμαρτυρόμενοι για την απόρριψη των αιτημάτων τους περί χορήγησης, ή αυξητικής αναπροσαρμογής της σύνταξής τους από την Γενική Διεύθυνση Συντάξεων του ΓΛΚ, διότι, βάσει της διάταξης της παρ. 3 του άρθρ. 3 του ν. 3075/2002, είχε παρέλθει πενταετία από την θεμελίωση των αντίστοιχων δικαιωμάτων τους με αποτέλεσμα αυτά να έχουν παραγραφεί.
Μετά από εξέταση των αναφορών αυτών, ο ΣτΠ επεσήμανε την ανάγκη παραγραφής της διάταξης ώστε ο δικαιούχος σύνταξης από το Δημόσιο να μπορεί να ασκήσει το δικαίωμά του οποτεδήποτε χρονικά, με τον περιορισμό της έναρξης καταβολής της σύνταξης από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αιτήσεως και όχι από την ημερομηνία της θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος.
Στο πόρισμά του, η ανεξάρτητη αρχή τονίζει ότι το συνταξιοδοτικό δικαίωμα των δημοσίων υπαλλήλων και των μελών των οικογενειών τους αποτελεί περιουσιακό στοιχείο, προστατεύεται από το άρθρ. 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών.
Με την διάταξη αυτή, προσθέτει, παραβιάζεται και η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας που καθιερώνει η παρ. 1 του άρθρ. 25 του Συντάγματος, ενώ αντίκειται και στο άρθρ. 22 παρ. 5 του Συντάγματος το οποίο βρίσκει εφαρμογή και στην περίπτωση των δημοσίων υπαλλήλων.
Να σημειωθεί, ότι σε κανέναν ασφαλιστικό οργανισμό, που παρέχει κύρια σύνταξη, δεν προβλέπεται παραγραφή του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, ανεξάρτητα από τον χρόνο άσκησής του. Ο μόνος περιορισμός που υφίσταται, είναι ότι αφετηρία της έναρξης καταβολής της σύνταξης αποτελεί η ημερομηνία υποβολής της σχετικής αιτήσεως από το δικαιούχο, που αποτελεί και αναγκαίο όρο για να κινηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία της συνταξιοδότησης και συνεπώς να διατυπωθεί η βούληση του διοικητικού οργάνου με την έκδοση της σχετικής διοικητικής πράξης.
Απαντώντας στο αίτημα του ΣτΠ, η αρμόδια Διεύθυνση του ΓΛΚ ενημέρωσε ότι το υπουργείο Οικονομικών δεν προτίθεται να προβεί σε τροποποίηση της σχετικής συνταξιοδοτικής διάταξης, αφού το Ελεγκτικό Συνέδριο πριν από την ψήφισή της έκρινε ότι οι προθεσμίες που τίθενται είναι εύλογες και επαρκείς για να κινηθεί με αίτηση του ενδιαφερόμενου η σχετική διοικητική διαδικασία αναγνωρίσεως των δικαιωμάτων στα οποία αυτές αναφέρονται.
«Με αυτό τον τρόπο όμως, αποσιωπά το γεγονός ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο σε πρόσφατες αποφάσεις του (τα έτη 2012 και 2014), διατυπώνει ταυτόσημες απόψεις επί του θέματος με αυτές του ΣτΠ”, σχολιάζει η ανεξάρτητη αρχή.