Πάνω από διακόσιες χιλιάδες πρόσφυγες έχουν αφιχθεί φέτος στην Ελλάδα, αριθμός που είναι εξαπλάσιος από πέρυσι και μεγαλύτερος από τον αριθμό των προσφύγων σε όλο τον μεσογειακό χώρο μέσα στο 2014, τονίζει η εκπρόσωπος της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, Μελίσα Φλέμινγκ, σε σημερινή συνέντευξή της σε αυστριακή εφημερίδα.
Όπως επισημαίνει, οι διακινητές προσαρμόζονται πολύ γρήγορα στις αλλαγμένες καταστάσεις και έχουν επεκτείνει τις δραστηριότητές τους, ωστόσο η ρίζα του προβλήματος δεν βρίσκεται στους διακινητές αλλά στις άλυτες διενέξεις και στους συνεχιζόμενους πολέμους, όπως επίσης στις διαρκώς επιδεινούμενες συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων στις γειτονικές χώρες.
Σύμφωνα με την κ. Φλέμινγκ, οι περισσότεροι πρόσφυγες που καταφθάνουν τώρα προέρχονται από τη Συρία, της οποίας οι γειτονικές χώρες υποδέχονταν γενναιόδωρα έως τώρα πρόσφυγες, (συνολικά τέσσερα εκατομμύρια), ωστόσο σήμερα, έπειτα από πέντε χρόνια πολέμου, οι χώρες αυτές έχουν φτάσει σε ένα σημείο που κλείνουν ολοένα και περισσότερο τα σύνορά τους. Ο Λίβανος, για παράδειγμα, φιλοξενεί 1,2 εκατομμύρια πρόσφυγες, ενώ ο πληθυσμός του ανέρχεται σε τέσσερα εκατομμύρια κατοίκους.
Η εκπρόσωπος της Υπατης Αρμοστείας σημειώνει ότι στην Ευρώπη, με τα 500 εκατομμύρια κατοίκους, έφθασαν φέτος 300.000 πρόσφυγες, τη στιγμή που εκατομμύρια πρόσφυγες φιλοξενούνται στις γειτονικές με τη Συρία χώρες.
Κατά την άποψή της, η Ευρώπη έχει καλές υποδομές και είναι σίγουρα σε θέση να αντιμετωπίσει την κατάσταση, εφόσον το ευρωπαικό σύστημα παροχής ασύλου μεταρρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να είναι λειτουργικό και να γίνεται κατανομή των βαρών σε περισσότερες χώρες.
Δεν μπορεί, όπως παρατηρεί, να συνεχίζεται μια κατάσταση, όπου η Γερμανία και η Σουηδία δέχονται το 43ο/ο των αιτούντων άσυλο, ενώ και η Αυστρία, σε σχέση με τον πληθυσμό της, βρίσκεται στην κορυφή των χωρών που δέχονται τους αιτούντες άσυλο.
Στη συνέντευξή της η κ. Φλέμινγκ ασκεί κριτική στην Ευρώπη, η οποία, όπως σημειώνει, ενόσω οι πρόσφυγες από τη Συρία κατέφευγαν στην Ιορδανία και στο Λίβανο, μπορούσε πρακτικά να αδιαφορεί, όμως αυτό δεν είναι τώρα πλέον δυνατό.