Τα ψηφιακά νομίσματα κεντρικών τραπεζών μπορεί να οδηγήσουν σε υποκατάσταση εγχώριου χρήματος από ξένα νομίσματα και είναι πιθανόν να ενισχύσουν τις παράνομες ροές κεφαλαίων αν δεν υπάρξουν τα κατάλληλα μέτρα προστασίας, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο άρχισαν να εξετάζουν στενά την έκδοση των δικών τους ψηφιακών νομισμάτων, γνωστών ως CBDCs, μετά την ανακοίνωση πέρυσι από το Facebook για την έκδοση του ψηφιακού νομίσματος (stablecoin) Libra, η οποία δεν έχει γίνει ακόμη.
Η έρευνα των κεντρικών τραπεζών εστιάζει στο ερώτημα ποιος θα ελέγχει το χρήμα στο μέλλον, με πολλούς να φοβούνται την απώλεια ελέγχου σε συστήματα πληρωμών, αν τα νομίσματα που εκδοθούν από ιδιωτικούς φορείς, όπως η Libra, γίνουν αποδεκτά ευρέως, όπως μεταδίδει το Reuters και αναμεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στην έκθεσή του, το ΔΝΤ αναφέρει ότι οι συνέπειες για την οικονομία και την πολιτική των CBDC και των ψηφιακών νομισμάτων από τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες εξαρτώνται από την αποδοχή τους, κάτι που είναι δύσκολο να προβλεφθεί, με τα CBDC να απέχουν ακόμη πολύ από το να αποτελέσουν πραγματικότητα στις μεγάλες οικονομίες και την τύχη του Libra να μην είναι ξεκάθαρη.
Τα CBDC και τα stablecoins μπορεί να αυξήσουν την πίεση «για υποκατάσταση νομισμάτων», όπου ξένα νομίσματα υποκαθιστούν τα εγχώρια νομίσματα για εσωτερική χρήση, σημειώνει η έκθεση.
Η υποκατάσταση των νομισμάτων μπορεί να υπονομεύσει τον έλεγχο των Αρχών στην εγχώρια ρευστότητα, μειώνοντας τη σταθερότητα της ζήτησης χρήματος και αποδυναμώνοντας τελικά την επίδραση της νομισματικής πολιτικής. Χωρίς επαρκή μέτρα προστασίας, τα ξένα CBDC και stablecoins μπορεί επίσης να ενισχύσουν τις παράνομες ροές και να κάνουν πιο δύσκολη την επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων από τις τοπικές Αρχές, πρόσθεσε το ΔΝΤ.