Μετά την ευρεία αποδοχή της στρατηγικής της απέναντι στην επιδημία του κορονοϊού, η Ανγκελα Μέρκελ βλέπει τη σχεδόν καθολική, μέχρι σήμερα, συναίνεση της γερμανικής κοινής γνώμης να διαλύεται.
Η καγκελάριος της Γερμανίας υποστηρίζει αδιάκοπα τις τελευταίες εβδομάδες ότι η άρση των περιοριστικών μέτρων πρέπει να είναι σταδιακή και στιγματίζει την αυξανόμενη ανυπομονησία του πληθυσμού απέναντι στο αυστηρό περιοριστικό καθεστώς που έχει επιβληθεί εδώ και ενάμιση μήνα και τις οικονομικές του επιπτώσεις.
Μέχρι σήμερα, τα μέτρα της γερμανικής κυβέρνησης, που εξασφάλισαν στη χώρα χαμηλότερη θνητότητα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές, υποστηρίχθηκε από τη συντριπτική πλειονότητα της κοινής γνώμης και η δημοτικότητα της Μέρκελ εκτοξεύθηκε. Η πολιτική της παράταξη, η Χριστιανοδημοκρατική και η Χριστιανοκοινωνική Ένωση (CDU-CSU) κέρδισε 10 ποσοστιαίες μονάδες και εκτινάχθηκε στο 38% της πρόθεσης ψήφου.
Εσωκομματική κριτική από «βαριά χαρτιά»
Ωστόσο, το πολιτικό κλίμα αλλάζει και η αμφισβήτηση αρχίζει να ακούγεται και στο εσωτερικό του κόμματός της.
Ήδη, το Σαββατοκύριακο, αίσθηση προκάλεσε η συνέντευξη στην Tagesspiegel του προέδρου της Γερμανικής Βουλής, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος τάχθηκε κατά της παράτασης των περιοριστικών μέτρων.
«Όταν ακούω ότι οτιδήποτε άλλο, πρέπει να υποχωρήσει μπροστά στην προστασία της ανθρώπινης ζωής, θεωρώ ότι αυτή η απολυτότητα δεν είναι δικαιολογημένη», είπε.
Αλλά, και άλλος βαρώνος της CDU, ο Αρμιν Λάσετ, υποψήφιος για την διαδοχή της Άνγκελα Μέρκελ και πρόεδρος της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, έρχεται τον τελευταίο καιρό σε σύγκρουση, καθώς ζητά την επιτάχυνση της άρσης των περιοριστικών μέτρων.
«Φυσικά εδώ τίθεται θέμα ζωής και θανάτου, αλλά πρέπει επίσης να ληφθούν υπ’ οψιν οι αρνητικές επιπτώσεις της καραντίνας, για παράδειγμα, στα παιδιά που παραμένουν εδώ και έξι εβδομάδες στο σπίτι», σημείωσε.
Ο Λάσετ αναφέρεται στις κατά την γνώμη του «υπερβολικά απαισιόδοξες», προβλέψεις των ιολόγων -η γνώμη των οποίων μετρά πολύ για την καγκελάριο- και τονίζει ότι στην δική του περιοχή το 40% των κλινών εντατικής είναι κενές.
Σήμερα (27/04), η Bild υιοθετεί τις επικρίσεις αυτές και καλεί μέσω του κύριου άρθρου της την καγκελάριο να εγκαταλείψει την ανυποχώρητη στάση της.
Αρχίζει να βγάζει τα «όπλα» της και η αντιπολίτευση
Η αντιπολίτευση, σχετικά σιωπηλή μέχρι σήμερα, αρχίζει να παίρνει θέση. Ο πρόεδρος των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP), Κρίστιαν Λίντνερ, κήρυξε το τέλος της μεγάλης ενότητας στο θέμα του κορονοϊού.
Το κόμμα του ανησυχεί για τις οικονομικές επιπτώσεις επί των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και επιτίθεται κατά των περιορισμών που έχουν επιβληθεί από τις γερμανικές αρχές στην ατομική ελευθερία. Σε αυτό συνεπικουρείται από τα άκρα του πολιτικού φάσματος.
Το Σάββατο, στο Βερολίνο, γύρω στα χίλια άτομα προερχόμενα από την άκρα αριστερά, αλλά και την εθνικιστική δεξιά, συγκεντρώθηκαν για να καλέσουν σε «δημοκρατική αντίσταση» απέναντι σε ένα «αυταρχικό Κράτος υπό το πρόσχημα του κορονοϊού».
Αλλά, και η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) παίρνει αντίστοιχη θέση. «Ο γενικευμένος αποκλεισμός θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί και, τώρα, χάνουμε την έξοδο. Όλα τα καταστήματα πρέπει να είναι ανοικτά, δώστε στον πληθυσμό την ελευθερία του», δήλωσε στέλεχος του κόμματος , Σεμπάστιαν Μούντσεμάιερ, σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Το κόμμα της γερμανικής ακροδεξιάς δεν μπορεί αυτήν την στιγμή να επενδύσει στο προσφιλές του θέμα των μεταναστών στην Γερμανία και προσπαθεί να επωφεληθεί από την συγκυρία.
Η AfD μπορεί να επωφεληθεί από την συγκυρία μακροπρόθεσμα, όταν θα γίνουν αισθητές οι επιπτώσεις της επιδημίας, οικονομική ύφεση και πτωχεύσεις μικρών καταστημάτων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, προειδοποιεί η Die Zeit στην ηλεκτρονική της έκδοση.
«Να γίνει η προστασία του κλίματος κεντρικό στοιχείο της οικονομικής ανοικοδόμησης»
Παράλληλα, πριν από τη σημερινή έναρξη του λεγόμενου «Διαλόγου του Πέτερσμπεργκ για το κλίμα», η ομοσπονδιακή υπουργός Περιβάλλοντος, Σβένια Σούλτσε, ζήτησε τη «θέσπιση της προστασίας του κλίματος ως κεντρικού στοιχείου της ανοικοδόμησης της οικονομίας στην κρίση του κορονοϊού.
Είναι σημαντικό για μας τα προσεχή προγράμματα οικονομικής ανάκαμψης να σχεδιαστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να προωθούν την απασχόληση, την καινοτομία και την προστασία του κλίματος ταυτόχρονα», τόνισε η υπουργός, η οποία είναι μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), σε συνέντευξή της η οποία δημοσιεύεται σήμερα στις εφημερίδες της δημοσιογραφικού ομίλου Funke.
«Θα ήταν καλό εάν αυτό το μήνυμα υπογραμμιστεί από πολλούς στο “Διάλογο του Πέτερσμπεργκ για το κλίμα” και διάφορα κράτη αποδείξουν ότι εργάζονται γι’ αυτό. Από σημαντικές χώρες διαφαίνονται θετικά μηνύματα προς την κατεύθυνση αυτή. Η Κίνα, για παράδειγμα, εξετάζει πράσινα πακέτα οικονομικής ανάπτυξης», υπογράμμισε η Σούλτσε.
«Επειδή η κλιματική αλλαγή εξακολουθεί να υπάρχει και στην περίοδο της κρίσης του κορονοϊού, θα πρέπει να συνεχίσουμε να δραστηριοποιούμαστε στο θέμα της προστασίας του κλίματος. Μετά την κρίση, η προστασία του περιβάλλοντος και η προστασία του κλίματος θα είναι ακόμα πιο χρήσιμες ως μοχλοί για την οικονομία, την καινοτομία και την απασχόληση», συνέχισε η υπουργός Περιβάλλοντος.
Καταληκτικά ανέφερε στην τοποθέτησή της: «Φέτος ο “Διάλογος του Πέτερσμπεργκ για το κλίμα” θα γίνει με τηλεδιάσκεψη λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Μπορεί κανείς να καλύψει πολλά (θέματα) με τις τηλεδιασκέψεις, αλλά μακροπρόθεσμα είναι αναγκαίες οι προσωπικές συζητήσεις, διότι πολλά αποσαφηνίζονται τελικά στα διαλείμματα για καφέ».