«Η Εισαγγελία δεν σταματά ούτε μπροστά στα γραφεία των ανώτερων στελεχών των τραπεζών», τονίζει σε σχετικό της άρθρο, στην κυριακάτικη έκδοσή της, η Frankfurter Allegmeine am Sonntag (FAS), η οποία συμπληρώνει πως «το ότι οι περίεργες συναλλαγές Cum-Ex ερευνώνται τώρα σε βάθος είναι κάτι θετικό, αλλά ο ενθουσιασμός για την αυστηρή έρευνα μειώνεται».
Η γερμανική εφημερίδα -μεταξύ άλλων- γράφει τα εξής: «Στην Εισαγγελία μπορεί κανείς να βασιστεί: Εστιάζει στον στόχο, σαρώνει με αμείλικτη σκληρότητα τις αίθουσες συναλλαγών της Γερμανίας και δεν σταματά ούτε μπροστά στα γραφεία των ανώτερων στελεχών των τραπεζών. Υπηρετούντα και αφυπηρετήσαντα μεγέθη της Deutsche Bank, όπως είναι το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, Garth Ritchie και οι δύο πρώην διευθύνοντες σύμβουλοι, Anshu Jain και Γιόζεφ Άκερμαν / Josef Ackermann, βιώνουν τώρα την εμπειρία να ανήκουν στον κύκλο των κατηγορουμένων σε συνάρτηση με το φορολογικό σκάνδαλο, το οποίο έχει γίνει γνωστό με την επωνυμία “Cum Ex”. Οι πρώτες κατηγορίες έχουν απαγγελθεί και σύντομα θα ξεκινήσει η -δημόσια- δικαστική διαδικασία.
Θα μπορούσε κανείς να γιορτάσει τη θαρραλέα διαδικασία κατά της μεγαλύτερης φορο-μπλόφας όλων των εποχών, αφού οι γερμανικές φορολογικές Αρχές αποστερήθηκαν με τρομακτική ευκολία περίπου 55 δισ. ευρώ. Κάτι που έκαναν με τη βοήθεια περίπλοκων διανομών μερισμάτων, οι οποίες ευλογήθηκαν με τις επιστροφές φόρων. Αυτές τις επιστροφές φόρων, τα μέρη δεν τις μοιράστηκαν προφανώς μόνο μία φορά, αλλά τις έλαβαν από την εφορία επανειλημμένα και μοιράστηκαν μεταξύ τους τη λεία».
Η FAS στη συνέχεια προσθέτει: «Αλλά, η αγαλίαση για την άκαμπτη προσέγγιση (των εμπλεκομένων Αρχών) μειώνεται και όχι μόνο επειδή είναι ούτως ή άλλως εντελώς ακατάλληλη στο πλαίσιο των ποινικών διαδικασιών, αφού σε τελευταία ανάλυση εδώ πρέπει να θεωρηθούν ως υπεύθυνοι ιδιώτες, για τους οποίους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας. Η αγαλίαση θα πρέπει να μειωθεί επίσης και επειδή η αποτυχία του κράτους είναι τόσο εμφανής. Λίγο πριν παραγραφούν οι πράξεις, η Εισαγγελία θα ενεργοποιηθεί και πάλι και όλα αυτά δεν μπορούν να εξηγηθούν χωρίς την προηγηθείσα δυσάρεστη παθητικότητα των φορολογικών Αρχών.
Έλλειψη προειδοποιήσεων σχετικά με τις μηχανορραφίες, στις οποίες συμμετείχαν αρκετές τράπεζες, δεν υπήρξε. Παρ’ όλα αυτά, το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομικών δεν αντιδρούσε επί χρόνια και στη συνέχεια αντέδρασε ανεπαρκώς. Για πολλούς, η διαδικασία ήταν απλώς πάρα πολύ πολύπλοκη για να διεισδύσει κανείς πλήρως σε αυτήν και να την αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα».
Η εφημερίδα σημειώνει στη συνέχεια: «Σε αυτήν την περίπλοκη κατάσταση, θα μπορούσε να ευδοκιμήσει η περίεργη νομική άποψη ότι αν και η πολλαπλές επιστροφές είναι άκομψες, επιτρέπονται εν τούτοις από τον νόμο. Κάποτε οι δικηγόροι συζητούσαν με αμφιλεγόμενο τρόπο και πολύ πάθος για το αν οι σκιές της νομικής γκρίζας ζώνης είχαν ήδη γίνει μαύρες. Σήμερα, αυτό είναι τόσο αδιανόητο, όσο και το ότι η δωροδοκία είναι κάτι αναπόφευκτο στις επιχειρηματικές επαφές ώστε (τα ποσά) να μπορούν να αφαιρεθούν από τους φόρους τους. Παρ’ όλα αυτά, ήταν ακριβώς αυτός ο νόμος που ίσχυε εδώ και δεκαετίες.
Αυτό δεν είναι τίποτα λιγότερο από μία σαφή ένδειξη ότι το πνεύμα των καιρών έχει αλλάξει σημαντικά τα τελευταία χρόνια: Η φοροδιαφυγή και η φοροαπάτη λαμβάνονται πολύ πιο σοβαρά υπόψη από ό,τι πριν. Οι ίδιες οι τράπεζες το έχουν αντιληφθεί και εμφανίζονται μετανοιωμένες. Η μία μετά την άλλη επιστρέφουν τις παραληφθείσες καταβολές στις φορολογικές Αρχές. Το αν αυτό μπορεί ποτέ να αντισταθμίσει τη ζημία, μπορεί να αμφισβητηθεί με βεβαιότητα».
Και καταληκτικά επισημαίνει: «Ότι οι σκοτεινές συναλλαγές Cum-Ex αξιολογούνται πλέον διαφορετικά είναι καλό, έστω και αν αυτό καθυστέρησε πολύ καιρό. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορεί να αποκρύψει κανείς το γεγονός ότι η κατάσταση ήταν διαφορετική εδώ και χρόνια. Αυτό θα παίξει, επίσης, ρόλο κατά τη διαδικασία ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, όταν εμπλακούν επιτέλους οι δικαστές. Εκεί, οι συνήγοροι υπεράσπισης αναμένεται να επισημάνουν, απολαμβάνοντάς το, τον ρόλο του κράτους, το οποίο έχει ήδη ασχοληθεί (με αυτό το θέμα), σε μία επιτροπή της Βουλής / Bundestag, με τις συνήθεις πολιτικές αντεγκλήσεις.
Ίσως η μία ή η άλλη διαδικασία να σταματήσει υπό όρους. Στο μέλλον, όμως, το κράτος πρέπει να κινηθεί σαφέστερα και ταχύτερα, θέτοντας τα όρια. Έτσι, θα μπορέσει να εξοικονομήσει και τη μετέπειτα ενασχόληση (με τέτοιου είδους θέματα)».