Για «άνοδο ενός νεοναζιστικού κόμματος θυμίζει την Δημοκρατία της Βαϊμάρης» κάνουν λόγο οι βουλευτές του γερμανικού κόμματος Die Link αναφερόμενοι στη Χρυσή Αυγή, εκφράζοντας ανησυχίες για τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα, αλλά και διερευνώντας αν αυτά συνδέονται και πώς με τις πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζονται.
Οι βουλευτές επιχειρούν με επερώτησή τους να λάβουν επίσημες απαντήσεις από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας σχετικά με τα όσα αναφέρονται για τις σχέσεις Χρυσής Αυγής και Αστυνομίας στην Ελλάδα, όπως αυτές περιγράφονται σε αποκαλύψεις της βρετανικής εφημερίδας Guardian και του Infowar.
Πέρα από το θέμα των δεσμών μεταξύ Χρυσαυγιτών και Αστυνομίας, στην ερώτηση των βουλευτών υπάρχουν αναφορές σε θέματα ρατσιστικής βίας, βασανισμών διαδηλωτών ακόμη και ελευθεροτυπίας.
Ειδικότερα, σε επερώτησή τους οι βουλευτές ρωτούν μεταξύ άλλων: «Σε ποια συμπεράσματα καταλήγει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση μετά και το δημοσίευμα της εφημερίδας „Guardian”, σύμφωνα με το οποίο αξιωματικός της αστυνομίας αναφέρει ότι η Χρυσή Αυγή έχει στην κυριολεξία “ παρεισφρήσει” στις τάξεις των υπηρεσιών ασφαλείας και ότι αυτό είναι εν γνώσει της Ελληνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, αλλά ότι αυτή, ωστόσο, δεν κάνει τίποτε, επειδή οι Χρυσαυγίτες μπορούν, ενδεχομένως, να αποβούν χρήσιμοι κατά των αριστερών διαδηλωτών (Guardian, 26 Οκτωβρίου 2012)».
Στην απάντησή της η γερμανική κυβέρνηση αναφέρει: «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση σημειώνει με ανησυχία τις αναφορές αυτές και καταβάλλει προσπάθειες προκειμένου να τις επαληθεύσει. Αν αποδειχτούν ακριβείς, τότε αυτό θα ήταν απαράδεκτο».
Οι βουλευτές ρωτούν επίσης «σε ποιο βαθμό οι δηλώσεις του Έλληνα πρωθυπουργού (ότι η άνοδος ενός νεοναζιστικού κόμματος θυμίζει την Δημοκρατία της Βαϊμάρης) αποτελούν την κατάλληλη βάση προκειμένου η Γερμανία να επανεξετάσει εκ βάθρων και να διακόψει την συνεργασία της με την ελληνική αστυνομία;». Η απάντηση που δίνεται είναι ότι «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν έχει την πρόθεση κατ΄αρχήν να αλλάξει, πόσο μάλλον να διακόψει τη συνεργασία με την Ελλάδα στον τομέα της ασφάλειας»
Στην επερώτηση παρουσιάζονται δεκάδες κόμη περιστατικά ρατσιστικής βίας αλλά και η περίφημη περίπτωση βασανισμού αριστερών διαδηλωτών από την αστυνομία που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Guardian. Ακόμη γίνεται αναφορά σε περιστατικά παραβίασης της ελευθεροτυπίας, όπως την προσωρινή απομάκρυνση των δημοσιογράφων Αρβανίτη και Κατσίμη από την κρατική τηλεόραση αλλά και τη δίωξη Βαξεβάνη.
Οι βουλευτές του Die Linke υποστηρίζουν ότι η ΕΕ «γίνεται συνεργός στην ενδυνάμωση της φασιστικής Χρυσής Αυγής». Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά : «Στο ζήτημα της αναζωπύρωσης του φασισμού τόσο το Συμβούλιο όσο και η Επιτροπή τηρούν μέχρι τώρα σιγή ιχθύος. Αλλά και ως προς τις ρατσιστικές επιθέσεις από αστυνομικούς η ΕΕ σιωπά. Αντιθέτως, ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μανουέλ Μπαρόζο, δήλωσε ότι η απόφαση κατά πόσο ένα κόμμα μπορεί να χαρακτηριστεί “νεοναζιστικό κόμμα” θα πρέπει να λαμβάνεται σε εθνικό, εκάστοτε, επίπεδο http://euobserver.com/fickers/116177)».
Στην απάντησή της η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε σχέση ανάμεσα στην πολιτική λιτότητας που επιβάλλει το Βερολίνο και η ΕΕ στην Ελλάδα και την έξαρση των κρουσμάτων ρατσιστικής βίας αλλά και την άνοδο του φασισμού στη χώρα. Όπως αναφέρεται στην απάντηση: «Από τη σκοπιά της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, δεν υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας και της συγκρότησης της ελληνικής αστυνομίας “βασιζόμενης στον αυταρχισμό”, όπως υπαινίσσονται οι ερωτώντες στην προκαταρκτική παρατήρησή τους».
Παρόλα αυτά η γερμανική κυβέρνηση φαίνεται να αφήνει αιχμές και προς την ελληνική αστυνομία επισημαίνοντας ότι «η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει λάβει υπόψη… ότι οι ενδείξεις σχετικά με την αυξανόμενη ξενοφοβική βία στην Ελλάδα πυκνώνουν. Η ελληνική αστυνομία, ωστόσο, δεν καταγράφει στατιστικά τις αξιόποινες πράξεις εναντίον των αλλοδαπών».