Η τεράστια βρετανική βιομηχανία των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών θα υποστεί πολύ μικρότερες απώλειες σε ό,τι αφορά τις θέσεις εργασίας λόγω του Brexit σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις, όπως δήλωσε στο Reuters η επικεφαλής πολιτικής για το Σίτι του Λονδίνου, σε σχόλια που ίσως αποτελέσουν επιχειρήματα για τους οπαδούς της αποχώρησης από την ΕΕ, που υποστηρίζουν ότι η απειλή ήταν υπερβολική.
Το Σίτι του Λονδίνου, που φιλοξενεί το μεγαλύτερο αριθμό τραπεζών στον κόσμο και τη μεγαλύτερη εμπορική ασφαλιστική αγορά, προσπαθεί να προετοιμαστεί για την απώλεια της εύκολης πρόσβασης στην ευρωπαϊκή εμπορική ένωση, που είναι η σοβαρότερη απειλή που αντιμετωπίζει από την χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2009.
Η Κάθριν Μακ Γκίνες, η πολιτική ηγέτιδα του ιστορικού δημοτικού σώματος στην καρδιά του Λονδίνου, δήλωσε ότι οι προοπτικές για τον κλάδο έχουν βελτιωθεί αφού η Βρετανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση συμφώνησαν τον περασμένο μήνα επί της αρχής σε μια μεταβατική συμφωνία και σε συνομιλίες για τις μελλοντικές εμπορικές σχέσεις.
Η βιομηχανία νιώθει επίσης ότι εισακούεται από την κυβέρνηση της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι.
«Τα σημάδια είναι θετικά, είναι ξεκάθαρο ότι η κυβέρνηση δεν ακούει απλά, αλλά έχει καταλάβει τη θέση μας», δήλωσε η Μακ Γκίνες σε συνέντευξή της. «Αλλά τώρα πρέπει να πείσουμε τους 27 της ΕΕ να καταλήξουν σε μια συμφωνία που να λειτουργεί υπέρ αυτού του κλάδου».
Οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, που αντιστοιχούν περίπου στο 12% του βρετανικού ΑΕΠ, θεωρήθηκαν ως ένας από τους κλάδους που έχει να χάσει τα περισσότερα από τον τερματισμό της απρόσκοπτης πρόσβασης στις αγορές της ΕΕ.
Οι αριθμοί των χρηματοπιστωτικών θέσεων εργασίας που ίσως μετακινηθούν εκτός Βρετανίας ή θα δημιουργηθούν έξω από τη χώρα ως αποτέλεσμα του Brexit είναι τώρα πιθανόν να διαμορφωθούν στο κατώτερο επίπεδο των εκτιμήσεων, που κυμαίνονταν από 5.000 έως 75.000 θέσεις εργασίας δήλωσε η ίδια.