Η ανάκαμψη στην ευρωζώνη είναι καλύτερη από ό,τι προβλεπόταν, όμως το βάρος του χρέους, ο χαμηλός ακόμη πληθωρισμός και οι τραπεζικοί κίνδυνοι μπορεί μεσοπρόθεσμα να την επηρεάσουν, εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην εξαμηνιαία έκθεσή του.
Στην έκθεση αυτή, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, το ΔΝΤ αναθεωρεί προς τα επάνω τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη στην ευρωζώνη για την επόμενη διετία, στο 2,1% για το 2017 (+0,2% σε σύγκριση με την προηγούμενη πρόβλεψη του Ιουλίου) και στο 1,9% για το 2018 (επίσης +0,2%). Η αναθεώρηση αυτή αντικατοπτρίζει «την επιτάχυνση των εξαγωγών εντός του ευρύτερου πλαισίου μιας ανάκαμψης του παγκόσμιου εμπορίου» και μια «μείωση του πολιτικού κινδύνου», σημειώνει το Ταμείο.
Στην προηγούμενη έκθεσή του το ΔΝΤ εμφανιζόταν επιφυλακτικό, λόγω του αβέβαιου αποτελέσματος των εκλογών που επρόκειτο να διενεργηθούν σε χώρες της ευρωζώνης, όπως ήταν οι βουλευτικές στη Γερμανία και την Ολλανδία και οι προεδρικές στη Γαλλία.
Η πολιτική αβεβαιότητα που συνδέεται με τις διαπραγματεύσεις για το Brexit φαίνεται εξάλλου ότι πλήττει λιγότερο τις Βρυξέλλες και περισσότερο το Λονδίνο. Για το Ηνωμένο Βασίλειο, η πρόβλεψη του ΔΝΤ για την ανάπτυξη παραμένει αμετάβλητη, στο 1,7% για φέτος και στο 1,5% για το 2018. Όμως οι προοπτικές της βρετανικής οικονομίας μεσοπρόθεσμα «είναι ιδιαίτερα αβέβαιες και θα εξαρτηθούν εν μέρει από τη νέα οικονομική σχέση (της Βρετανίας) με την Ευρωπαϊκή Ένωση», προστίθεται στην έκθεση.
Προς τα επάνω αναθεώρησε το Ταμείο τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη στη Γερμανία (2% φέτος και 1,8% το 2018), τη Γαλλία (1,6% για φέτος και 1,8% για το 2018), την Ιταλία (1,5% για το 2017 και 1,1% για το 2018) και την Ισπανία (3,1% το 2017 και 2,5% το 2018).
Για να αντιμετωπιστούν οι παράγοντες που μπορεί να πλήξουν την ανάπτυξη, όπως είναι η χαμηλή παραγωγικότητα, οι μη ευνοϊκοί δημογραφικοί παράγοντες αλλά «και το βάρος του ιδιωτικού και δημόσιου χρέους σε ορισμένες χώρες», το ΔΝΤ καλεί όσες χώρες μπορούν να το κάνουν να επενδύσουν ώστε «να στηρίξουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».