Δύο ακόμη χρόνια ύφεσης για την Ελλάδα βλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ελληνική οικονομία προβλέπεται να διολισθήσει και πάλι στην ύφεση το 2015, μετά από μια περίοδο αυξημένης αβεβαιότητας που οδήγησε σε τραπεζική αργία και επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων, γράφει στη φθινοπωρινή της έκθεση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Τα capital controls, σημειώνει, αναμένεται να έχουν επίπτωση διαρκείαςστην οικονομία, η οποία αναμένεται να παραμείνει σε ύφεση και το 2016.
Συγκεκριμένα περιμένει υφεση 1,4% για το 2015 και 1,3% για το 2016.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης το 2017, όπου το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,7%.
Παράλληλα, αναμένει διακοπή της πτωτικής πορείας της ανεργίας, η οποία το 2015 θα διαμορφωθεί στο 25,7% και το 2016 στο 25,8%. Μείωση αναμένεται από το 2017 και μετέπειτα.
Η Κομισιόν εκτιμά επίσης, ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα θα ανέλθει στο 4,6% του ΑΕΠ το 2015 από 3,6% το 2014. Το επόμενο έτος αναμένεται να υποχωρήσει στα επίπεδα του 2014 (3,6%) και το 2017 στο 2,2%.
Το χρέος εκτιμάται ότι θα αγγίξει το 194,8% το 2015 και το 199,7% το 2016, προτού υποχωρήσει στο 195,6% το 2017.
Η οικονομική ανάκαμψη στην Ευρωζώνη και στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεχίζεται για τρίτη χρονιά. Αναμένεται δε να συνεχιστεί με συγκρατημένο ρυθμό το επόμενο έτος, παρά τις δυσμενέστερες συνθήκες στην παγκόσμια οικονομία.
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάζοντας σήμερα από τις Βρυξέλλες τις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της για την πορεία των ευρωπαϊκών οικονομιών.
Σύμφωνα με την Επιτροπή η οικονομική ανάκαμψη στην Ευρώπη ήταν φέτος αργή αλλά ανθεκτική και αποτέλεσμα της πτώσης των τιμών του πετρελαίου, της χαλαρής νομισματικής πολιτικής και της σχετικής εξασθένησης της αξίας του ευρώ.Παράλληλα όμως η Επιτροπή σημειώνει ότι ο αντίκτυπος των θετικών παραγόντων εξασθενεί, ενώ εμφανίζονται νέες προκλήσεις, όπως η επιβράδυνση τόσο της οικονομικής δραστηριότητας στις αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς όσο και του παγκόσμιου εμπορίου, καθώς και οι παρατεταμένες γεωπολιτικές εντάσεις.
Σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, όπως οι καλύτερες επιδόσεις του τομέα της απασχόλησης που συνέβαλαν στην ενίσχυση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, η χαλάρωση των πιστωτικών συνθηκών, η πρόοδος στην χρηματοοικονομική απομόχλευση και η αύξηση του αριθμού των επενδύσεων, ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης αναμένεται να αντισταθεί στις δυσκολίες το 2016 και το 2017, αναφέρει η Επιτροπή σημειώνοντας ότι σε ορισμένες χώρες, ο θετικός αντίκτυπος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που προώθησαν θα συμβάλει επίσης στην περαιτέρω στήριξη της ανάπτυξης.
Συνολικά, το πραγματικό ΑΕΠ στην Ευρωζώνη αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,6% το 2015, 1,8% το 2016 και 1,9% το 2017. Στο σύνολο της ΕΕ, το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί από 1,9% φέτος σε 2,0% το 2016 και 2,1% το 2017. Η Επιτροπή σημειώνει ότι η ιδιωτική κατανάλωση στην ΕΕ αυξάνεται ως συνέπεια της αύξησης των ονομαστικών εισοδημάτων και του χαμηλού πληθωρισμού. Οι επενδύσεις αναμένεται επίσης να ενισχυθούν, ως ένα βαθμό, χάρη στην αύξηση των διαθέσιμων εισοδημάτων των νοικοκυριών, στη βελτίωση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων, στις ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης και στις θετικότερες προοπτικές από την πλευρά της ζήτησης. Σε ότι αφορά την αγορά της εργασίας η Επιτροπή αναφέρει ότι οι μεταρρυθμίσεις που έχουν ήδη συντελεστεί αποδίδουν
Στην Ευρωζώνη, η απασχόληση αναμένεται να αυξηθεί κατά 0,9% το τρέχον και το επόμενο έτος και κατά 1% το 2017. Στην ΕΕ, η απασχόληση προβλέπεται να αυξηθεί κατά 1,0% φέτος και κατά 0,9% το 2016 και το 2017. Συνολικά, η ανεργία αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται μόνο σταδιακά, με σημαντικές όμως διαφορές μεταξύ των κρατών μελών.
Στην Ευρωζώνη, προβλέπεται να μειωθεί από 11,0% το τρέχον έτος σε 10,6% το επόμενο έτος και σε 10,3% το 2017, ενώ σε ολόκληρη την ΕΕ, οι προβλέψεις δείχνουν πτώση από 9,5% το τρέχον έτος σε 9,2% και 8,9% το 2016 και το 2017 αντίστοιχα. Σε ότι αφορά τα δημοσιονομικά η Επιτροπή προβλέπει ότι ο συνολικός δείκτης του ελλείμματος προς το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναμένεται να μειωθεί σε 2,0%, χάρη στις προηγούμενες προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης, την κυκλική ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και, σε μικρότερο βαθμό, στη μείωση των δαπανών για την πληρωμή τόκων. Μέχρι το 2017, ο δείκτης του ελλείμματος προς το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναμένεται να μειωθεί σε 1,5%. Ο δημοσιονομικός προσανατολισμός της Ευρωζώνης αναμένεται να παραμείνει σε γενικές γραμμές ουδέτερος.
Ο δείκτης του ελλείμματος προς το ΑΕΠ της Ευρωζώνης προβλέπεται να μειωθεί από το ανώτατο επίπεδο του 94,5% το 2014 σε 91,3% το 2017. Ο δείκτης του ελλείμματος προς το ΑΕΠ για το σύνολο της ΕΕ προβλέπεται να μειωθεί σε 1,6% το 2017 από το προβλεπόμενο ποσοστό 2,5% το τρέχον έτος, ενώ ο δείκτης του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σε 85,8% το 2017 από το προβλεπόμενο ποσοστό 87,8% το τρέχον έτος. Ως προς τον πληθωρισμό η Επιτροπή αναφέρει ότι λόγω των χαμηλότερων τιμών του πετρελαίου υποχωρεί προσωρινά.
Τον Σεπτέμβριο, ως αποτέλεσμα της ραγδαίας πτώσης των τιμών του πετρελαίου και άλλων βασικών εμπορευμάτων, ο γενικός πληθωρισμός στην Ευρωζώνη και την ΕΕ έφθασε σε αρνητικά επίπεδα. Ωστόσο, όπως αναφέρει η Επιτροπή, η διαπίστωση αυτή αποκρύπτει το γεγονός ότι η αύξηση των μισθών, η ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης και η μείωση του κενού παραγωγής αρχίζουν να ασκούν ολοένα και μεγαλύτερες πιέσεις στις τιμές.
Ο ετήσιος πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί από 0,1% στην Ευρωζώνη και 0% στην ΕΕ το τρέχον έτος σε 1,0% και 1,1% αντίστοιχα το επόμενο έτος, και σε 1,6% στην ΕΕ και την Ευρωζώνη το 2017. Τέλος η Επιτροπή αναφερόμενη στην προσφυγική κρίση σημειώνει ότι η άφιξη των αιτούντων άσυλο ενδεχομένως να έχει έναν μικρό θετικό οικονομικό αντίκτυπο στην ΕΕ.
Όπως αναφέρει δε οι προβλέψεις αυτές παρέχουν μια πρώτη εκτίμηση του οικονομικού αντίκτυπου της άφιξης μεγάλου αριθμού αιτούντων άσυλο στην ΕΕ. Ενώ, βραχυπρόθεσμα, οι πρόσθετες δημόσιες δαπάνες θα αυξήσουν το ΑΕΠ, μεσοπρόθεσμα, αναμένεται να ευνοηθεί περαιτέρω η οικονομική ανάπτυξη λόγω της αύξησης της προσφοράς εργατικού δυναμικού, υπό την προϋπόθεση ότι θα εφαρμοστούν οι σωστές πολιτικές για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στην αγορά εργασίας. Για την ΕΕ στο σύνολό της, ο αντίκτυπος στην οικονομική ανάπτυξη είναι περιορισμένος, αλλά μπορεί να είναι σημαντικότερος σε ορισμένα κράτη μέλη.
Με την ευκαιρία των σημερινών οικονομικών προβλέψεων ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Επιτροπής και αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, δήλωσε τα εξής: «Οι σημερινές οικονομικές προβλέψεις δείχνουν ότι συνεχίζεται η συγκρατημένη ανάκαμψη της οικονομίας της Ευρωζώνης. Η ανάπτυξη ευνοείται, σε μεγάλο βαθμό, από προσωρινούς παράγοντες, όπως οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου, η ασθενέστερη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ και η χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ.
Η Ευρωζώνη έχει επιδείξει ανθεκτικότητα σε εξωτερικές εξελίξεις, όπως η επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου, και αυτό είναι ενθαρρυντικό. Για τη διατήρηση και την ενίσχυση της ανάκαμψης απαιτείται η αξιοποίηση αυτής της προσωρινής ευνοϊκής συγκυρίας με στόχο την προώθηση υπεύθυνων δημόσιων οικονομικών, την τόνωση των επενδύσεων και την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Αυτό είναι σημαντικό, λαμβανομένων ιδίως υπόψη της επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας, των συνεχιζόμενων εντάσεων στις γειτονικές μας χώρες και της ανάγκης διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης με αποφασιστικότητα και συλλογικό τρόπο».
Τέλος ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε:«Η ευρωπαϊκή οικονομία εξακολουθεί να βρίσκεται σε τροχιά ανάκαμψης. Για το 2016, προβλέπουμε αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης και μείωση της ανεργίας και των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ωστόσο, οι βελτιώσεις εξακολουθούν να κατανέμονται άνισα: στην Ευρωζώνη, ιδίως, η σύγκλιση δεν πραγματοποιείται με επαρκώς ταχείς ρυθμούς. Εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις: ανεπαρκείς επενδύσεις, οικονομικές δομές που παρεμποδίζουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ανάπτυξη, και διατήρηση υψηλών επιπέδων ιδιωτικού και δημόσιου χρέους. Οι προκλήσεις αυτές απαιτούν την εφαρμογή τολμηρών και αποφασιστικών πολιτικών το 2016, ιδίως ενόψει των αβέβαιων παγκόσμιων προοπτικών».