Τέσσερα υπομνήματα με τεχνικά κείμενα τεκμηρίωσης, καθώς και την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία και απασχόληση, απέστειλε η Συνομοσπονδία στην υπουργό Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Στην σχετική επιστολή στην υπουργό Εργασίας, μεταξύ άλλων, αναφέρεται:
«Θέμα: Αποστολή οικονομικών και νομικών τεχνικών εκθέσεων
Λαμβάνοντας υπόψη την κρισιμότητα των εξελίξεων στις εθνικές διαπραγματεύσεις, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης και, ιδιαίτερα, σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις νέων απορρυθμιστικών παρεμβάσεων στην εθνική εργατική νομοθεσία, η ΓΣΕΕ σας καταθέτει την Ετήσια Έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την για την Οικονομία και την Απασχόληση έτους 2017.
Επίσης, θέτουμε εκ νέου υπόψη σας τις θέσεις και προτάσεις της Συνομοσπονδίας, όπως αποτυπώνονται στα ακόλουθα τεχνικά κείμενα τεκμηρίωσης:
1. Υπόμνημα για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τον καθορισμό του κατώτατου μισθού/ημερομισθίου
2. Υπόμνημα για το δικαίωμα στην απεργία
3. Υπόμνημα για τις ομαδικές απολύσεις
4. Υπόμνημα για τη συνολική κατάσταση των εργασιακών δικαιωμάτων στην Ελλάδα, υπό το πρίσμα των αποφάσεων των διεθνών ελεγκτικών οργάνων ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Βασικό πλαίσιο θέσεων της ΓΣΕΕ
«1. Για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας
Να αποκατασταθεί η δυνατότητα επέκτασης/κήρυξης γενικά υποχρεωτικών κλαδικών και ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ.
Να αποκατασταθεί η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης στη συρροή κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών με επιχειρησιακές ΣΣΕ και να καταργηθεί η πρόβλεψη του ν. 4024/2011, άρθρο 37 παρ. 7, σύμφωνα με την οποία η επιχειρησιακή ΣΣΕ υπερισχύει κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ, κατά παρέκκλιση της αρχής της ισχύος της ευνοϊκότερης για τον εργαζόμενο διάταξης.
Να καταργηθεί η ικανότητα των ενώσεων προσώπων να συνάπτουν επιχειρησιακές ΣΣΕ.
Οι κανονιστικοί όροι ΣΣΕ που έληξε ή καταγγέλθηκε, να εξακολουθούν να ισχύουν για ένα εξάμηνο και να εφαρμόζονται και στους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό.
Να αποκατασταθεί η μετενέργεια του συνόλου των όρων της ΣΣΕ, μετά την πάροδο του εξαμήνου.
Να αυστηροποιηθούν οι ποινικές κυρώσεις του άρθρου 21 του ν. 1876/1990 και να προβλέπεται ότι εργοδότης ή εκπρόσωποι αυτού που παραβιάζουν όρους ισχύουσας ΣΣΕ ή ΔΑ ή ΥΑ, να τιμωρούνται, εκτός από χρηματική ποινή και με ποινή φυλάκισης. Ακόμη, η ποινική προστασία να επεκτείνεται και σε περίπτωση παραβίασης ΚΥΑ που εκδίδονται σε περιπτώσεις που είναι ανέφικτη η σύναψη ΣΣΕ, λόγω έλλειψης εργοδοτικής οργάνωσης (άρθρο μόνο του Ν. 435/1968).
Να καταργηθεί ο δεύτερος βαθμός διαιτησίας και η δυνατότητα άσκησης έφεσης κατά των διαιτητικών αποφάσεων, ενώπιον Πενταμελούς Δευτεροβάθμιας Επιτροπής Διαιτησίας.
Να καταργηθεί η υποχρέωση αναφοράς στη διαιτητική απόφαση του περιεχομένου των κανονιστικών όρων άλλων συλλογικών συμβάσεων, που διατηρούνται σε ισχύ.
Να καταργηθεί ο κατάλογος των επιπλέον στοιχείων που υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη ο διαιτητής ή η Επιτροπή Διαιτησίας, όπως αυτά ορίστηκαν με το ν. 4303/2014.
Να αποκατασταθούν οι ελεύθερες συλλογικές συμβάσεις και στο χώρο των Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών, που επλήγησαν βάναυσα με τα μνημονιακά νομοθετήματα της τελευταίας εξαετίας.
2. Για τον κατώτατο μισθό
Να θεσμοθετηθεί και πάλι η καθολικότητα ισχύος και δεσμευτικότητα του συνόλου των όρων (μισθολογικών και μη) της ΕΓΣΣΕ και ο κατώτατος μισθός/ημερομίσθιο να καθορίζονται και πάλι αποκλειστικά με ΕΓΣΣΕ, κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ των κορυφαίων οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών.
3. Για τις ομαδικές απολύσεις
Να ενισχυθεί η προστασία των εργαζομένων από τις ομαδικές απολύσεις. Η ευνοϊκότερη ρύθμιση του ελληνικού δικαίου σε σχέση με τη διοικητική έγκριση των ομαδικών απολύσεων είναι απόλυτα δικαιολογημένη και επιβεβλημένη από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας, καθώς και την απουσία κοινωνικού σχεδίου προστασίας των απολυμένων. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαία, εκτός των άλλων και η ενίσχυση του ρόλου του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ), ως γνωμοδοτικού οργάνου σε σχέση με την απόφαση του εργοδότη για ομαδικές απολύσεις.
4. Απεργία–Ανταπεργία
Η απεργία, που προστατεύεται από το Σύνταγμα (άρθρο 23 παρ. 2), υποβάλλεται ήδη σε αυστηρούς νομοθετικούς περιορισμούς (προθεσμίες, αιτιολόγηση των αιτημάτων, ειδικές ρυθμίσεις για τις επιχειρήσεις του δημοσίου, του ευρύτερου δημόσιου τομέα και επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, προσωπικό ασφαλείας, προσωπικό λειτουργίας, κ.ο.κ.-άρθρα 19,20,21 Ν.1264/82).
Τους νομοθετικούς περιορισμούς συμπληρώνει η νομολογιακή απορρύθμιση του απεργιακού δικαιώματος, που οδηγεί κατ’ αποτέλεσμα σε αδυναμία άσκησής του.
Τυχόν ρύθμιση που θα αξιώνει για τη λήψη απόφασης για κήρυξη απεργιακής κινητοποίησης την απόλυτη πλειοψηφία των εγγεγραμμένων μελών της οργάνωσης, θα ήταν αντίθετη στη δημοκρατική αρχή, θα καθιστούσε περίπου αδύνατη την άσκηση του δικαιώματος και θα αντέβαινε στο άρθρο 23 παρ. 2 του Συντάγματος για την αποτελεσματική προστασία και άσκηση του δικαιώματος απεργίας.
Να διατηρηθεί η απαγόρευση ανταπεργίας και να ισχύσει σε όλες τις μορφές της (επιθετική–αμυντική) με τη σύγχρονη κατάργηση και όλων των ισοδυνάμων της (πχ χρήση του άρθρου 656 ΑΚ).
Επίσημες συγκριτικές μελέτες καταδεικνύουν ότι η Ελλάδα έχει ένα σταθμισμένα αυστηρό πλαίσιο προϋποθέσεων άσκησης του δικαιώματος απεργίας και, μάλιστα, συλλογικής, (δηλαδή μέσω των σωματείων), καθώς σε αρκετές χώρες το δικαίωμα μπορεί να ασκηθεί και ατομικά. Στις ευρωπαϊκές χώρες που “φαίνεται” ότι έχουν πιο αυστηρό πλαίσιο, ισχύει παράλληλα και αυστηρή προστασία και σεβασμός των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και της προστατευτικής εργατικής νομοθεσίας;
5. Διαπίστωση σοβαρών παραβιάσεων στα εργασιακά δικαιώματα-Αποφάσεις ελληνικών δικαστηρίων & διεθνών ελεγκτικών οργάνων
Εκτεταμένες παραβιάσεις στο εθνικό και διεθνές θεσμικό πλαίσιο προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων (ατομικών και συλλογικών) έχουν διαπιστωθεί από τα ελληνικά Δικαστήρια και τα διεθνή όργανα ελέγχου δεσμευτικών για την Ελλάδα διεθνών συμβάσεων (ΟΗΕ, ILO, Συμβούλιο της Ευρώπης).
Πρέπει να γίνει επιτέλους γνωστή ποια είναι η θέση και η στάση του υπουργείου Εργασίας απέναντι στις αποφάσεις των ελληνικών Δικαστηρίων, αλλά και των διεθνών οργάνων ελέγχου της εφαρμογής δεσμευτικών για την Ελλάδα διεθνών κειμένων, στις οποίες όφειλε ήδη να έχει συμμορφωθεί.
Μετά από τις προσφυγές της ΓΣΕΕ, των οργανώσεων μελών της, πρωτοβάθμιων σωματείων και μεμονωμένων εργαζομένων/απολυμένων, έχουν αναγνωρισθεί ως αντικείμενες στο Σύνταγμα και τη διεθνή νομοθεσία οι διατάξεις για τη διαφοροποίηση της αμοιβής των νέων έως 25 ετών (-32%), για τη μη καταβολή αποζημίωσης για τον πρώτο χρόνο εργασίας σε περίπτωση απόλυσης, για την κατάχρηση της εργοδοτικής επιβολής εκ περιτροπής εργασίας, για τις ενώσεις προσώπων ως προς τη δυνατότητα να υπογράφουν επιχειρησιακές ΣΣΕ και να δεσμεύουν το σύνολο του προσωπικού, για την κατάργηση της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία και την παρέμβαση στο περιεχόμενο της διαιτητικής απόφασης, για την παρέμβαση στο περιεχόμενο της Εθνικής Γενικής ΣΣΕ, για την παρέμβαση στο κλαδικό επίπεδο διαπραγμάτευσης και την ουσιαστική κατάργηση της επεκτασιμότητας των κλαδικών ΣΣΕ και της αρχής της εύνοιας και άλλες».