Τα «κλειδιά» που θα ενεργοποιούν το μηχανισμό ο οποίος θα «κοκκινίζει» στις περιπτώσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων που εμφανίζουν αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών τους προς το Δημόσιο και τις τράπεζες καθώς και τα βήματα που πρέπει να κάνουν οι ενδιαφερόμενοι προκειμένου να μην βρεθούν αντιμέτωποι με κατασχέσεις και πλειστηριασμούς εξειδικεύει κοινή υπουργική απόφαση.
Με αίτηση τους στη σχετική πλατφόρμα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους και με την παροχή των απαραίτητων στοιχείων για το οικονομικό τους προφίλ οι οφειλέτες φυσικά και νομικά πρόσωπα θα βαθμολογούνται ανάλογα με το κίνδυνο αφερεγγυότητας και εφόσον καταταγούν στο μεσαία και υψηλό επίπεδο θα έχουν τη δυνατότητα να επικοινωνούν με 52 Κέντρα – Γραφεία Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών προκειμένου να ενημερωθούν για τους όρους των δανειακών συμβάσεων και των συμφωνιών ρύθμισης οφειλών, την κατάρτιση οικογενειακού προϋπολογισμού, για την τήρηση ρυθμίσεων αποπληρωμής οφειλών και την οικονομική διαχείριση του νοικοκυριού τους.
Από την πλευρά τους οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι επιχειρήσεις μπορούν να απευθύνονται στους Επαγγελματικούς Φορείς για να ενημερωθούν για το νομικό πλαίσιο και τους γενικούς όρους των δανειακών συμβάσεων και των συμφωνιών ρύθμισης οφειλών και να λάβουν συμβουλευτική επιχειρηματική υποστήριξη και καθοδήγηση
Τα 3 βήματα
Η διαδικασία της έγκαιρης προειδοποίησης περιλαμβάνει τρία βασικά βήματα:
- Ο ενδιαφερόμενος οφειλέτης υποβάλλει αίτηση στον Μηχανισμό Έγκαιρης Προειδοποίησης, μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ), του Υπουργείου Οικονομικών (http://www.keyd.gov.gr/ ή http://ofeiles.gov.gr). Μέσω αυτής, παρέχει τη συναίνεσή του για την άρση απορρήτου, με σκοπό την αναζήτηση, πρόσβαση, συλλογή, επεξεργασία και διασταύρωση δεδομένων που τον αφορούν.
- Η πλατφόρμα επεξεργάζεται τα οικονομικά στοιχεία, βάσει ειδικών αριθμοδεικτών, όπως για παράδειγμα η κάλυψη βραχυπρόθεσμων οφειλών και ακολούθως, ο οφειλέτης κατατάσσεται σε ένα από τα τρία επίπεδα κινδύνου αφερεγγυότητας (χαμηλό – μέτριο – υψηλό).
- Στην περίπτωση που ο οφειλέτης έχει καταταχθεί σε μέτριο ή υψηλό επίπεδο κινδύνου και εφόσον επιθυμεί, τότε αιτείται, μέσω της πλατφόρμας, τον προγραμματισμό της πρώτης συνάντησης για να λάβει δωρεάν υπηρεσίες ενημέρωσης. Στο πλαίσιο αυτό, συμπληρώνει ειδικό ερωτηματολόγιο και επισυνάπτει τυχόν στοιχεία που δεν είναι ψηφιακά διαθέσιμα. Τα εν λόγω στοιχεία μελετώνται από ειδικούς εμπειρογνώμονες, οι οποίοι ακολούθως παρέχουν ενημέρωση και συμβουλές στον οφειλέτη.
Η απόφαση
Σύμφωνα με την κοινή υπουργική απόφαση που καθορίζει τις διαδικασίες, το περιεχόμενο της αίτησης, οι προϋποθέσεις και οι λεπτομέρειες του μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης δανειοληπτών:
- Αίτηση στον μηχανισμό μπορούν να υποβάλουν τόσο φυσικά όσο και νομικά πρόσωπα. Για την είσοδο στην πλατφόρμα χρησιμοποιούν τους κωδικούς διαπιστευτήρια του της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Με την αίτηση παρέχεται από τον αιτούντα:
α) άδεια για κοινοποίηση της κατάθεσης αίτησης στον Ηλεκτρονικό Μηχανισμό Έγκαιρης Προειδοποίησης Οφειλετών και άντληση στοιχείων από τους θεσμικούς πιστωτές και
β) συναίνεση για παροχή και επεξεργασία των δεδομένων, των εγγράφων και των στοιχείων που τον αφορούν και είναι απαραίτητα για την αίτηση, όπως προσδιορίζονται στο παρόν άρθρο, και βρίσκονται στην κατοχή των θεσμικών πιστωτών, για τους σκοπούς της λειτουργίας του Ηλεκτρονικού Μηχανισμού Έγκαιρης Προειδοποίησης. Η άδεια του προηγούμενου εδαφίου συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων και του φορολογικού απορρήτου.
2. Όταν πρόκειται για αιτούντα φυσικό πρόσωπο (επιτηδευματία ή μη, εκτός των ειδικώς ορισθέντων κατωτέρω), η αίτηση περιλαμβάνει υποχρεωτικά τα εξής:
α. Τα πλήρη στοιχεία του αιτούντος (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση) και αναφορά στην οικογενειακή του κατάσταση, ήτοι την ύπαρξη ή μη συζύγου και τον αριθμό εξαρτώμενων τέκνων ή ενηλίκων τέκνων.
β. Για φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες, τον αριθμό συνεχόμενων μηνών που βρίσκεται ο αιτών σε καθεστώς ανεργίας, το αναμενόμενο ατομικό εισόδημα του αιτούντος, το σύνολο δόσεων οφειλών προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και το ποσό των τοκοχρεωλυτικών δόσεων που πρόκειται να αποπληρωθούν κατά το έτος που κατατίθεται η αίτηση.
γ. Για φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες τον Κωδικό Αριθμό κύριας Δραστηριότητας (ΚΑΔ) καθώς και την περιγραφή του.
δ. Την ύπαρξη οφειλών του αιτούντος προς τους θεσμικούς πιστωτές και τους λοιπούς πιστωτές. Στην περίπτωση των λοιπών πιστωτών συμπληρώνεται μόνο το οφειλόμενο ποσό και όχι τα πλήρη στοιχεία του εκάστοτε πιστωτή. Για τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες, τα στοιχεία παρέχονται ξεχωριστά για τις οφειλές από επιχειρηματική δραστηριότητα και ξεχωριστά για οφειλές εκτός επιχειρηματικής δραστηριότητας.
ε. Το εισόδημα του/της συζύγου του αιτούντος του τελευταίου φορολογικού έτους μετά φόρων (αν υπάρχει σύζυγος).
στ. Την εκτιμώμενη αξία των κινητών και αξία των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στην Ελλάδα και την αλλοδαπή. Η αξία των κινητών περιουσιακών στοιχείων προσδιορίζεται με βάση τη δήλωση του αιτούντος ή, αν υπάρχει, με βάση την εκτιμώμενη αξία που προσκομίζεται από τους χρηματοδοτικούς φορείς (π.χ. καταθέσεις, άμεσα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία) ή την εμπορική αξία, όπως προκύπτει από τις εγγραφές στα βιβλία των χρηματοδοτικών φορέων (αν υπάρχει). Η αξία των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων προσδιορίζεται κατά δήλωση του αιτούντος, προαιρετικά συμβουλευόμενος την εμπορική αξία που αντλείται από τις εγγραφές στα βιβλία των χρηματοδοτικών φορέων καθώς και τη φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία πράξη προσδιορισμού φόρου.
3. O αιτών δίνει τη συναίνεσή του για την άντληση των εξής στοιχείων από τους θεσμικούς πιστωτές:
i. πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικό) των δύο τελευταίων φορολογικών ετών,
ii. πράξη διοικητικού προσδιορισμού του ΕΝΦΙΑ του τελευταίου φορολογικού έτους,
iii. υπάρχον χρέος προς τη Φορολογική Διοίκηση και προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Για τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες, τα ως άνω αναφερόμενα στοιχεία παρέχονται ξεχωριστά για τις οφειλές από επιχειρηματική δραστηριότητα και ξεχωριστά για οφειλές εκτός επιχειρηματικής δραστηριότητας,
iv. δήλωση εισοδήματος φυσικών προσώπων (E.1) των τελευταίων δύο φορολογικών ετών, μόνο για τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες,
v. κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε.3) των τελευταίων δύο φορολογικών ετών, μόνο για τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες,
vi. οφειλόμενο ποσό ανά χρηματοδοτικό φορέα. Για τα φυσικά πρόσωπα επιτηδευματίες, τα στοιχεία παρέχονται ξεχωριστά για τις οφειλές από επιχειρηματική δραστηριότητα και χωριστά για οφειλές εκτός επιχειρηματικής δραστηριότητας,
vii. αριθμό ημερών καθυστέρησης για οφειλές προς χρηματοδοτικούς φορείς (που αφορά το κεφάλαιο και τους τόκους),
viii. στοιχεία αναφορικά με καταθέσεις και χρηματοπιστωτικά προϊόντα που τηρούνται από χρηματοδοτικούς φορείς καθώς και την εκτιμώμενη αξία τους και
ix. εμπορική αξία που υπάρχει καταχωρισμένη στα βιβλία των χρηματοδοτικών φορέων για τα κινητά ή ακίνητα περιουσιακά στοιχεία του αιτούντος.
4.Όταν πρόκειται για αιτών νομικό πρόσωπο, τότε η αίτηση περιλαμβάνει υποχρεωτικά τα εξής:
α. πλήρη στοιχεία του αιτούντος (επωνυμία, έδρα,ΑΦΜ, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση),
β. χρηματοοικονομικές καταστάσεις οι οποίες πρέπει να είναι δημοσιευμένες, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχη υποχρέωση,
γ. αναφορά, στις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις, τα ίδια κεφάλαια, τις τοκοχρεολυτικές πληρωμές του έτους, το κυκλοφορούν ενεργητικό, τα αποθέματα, τις επισφαλείς απαιτήσεις και στοιχεία σχετικά με το δανεισμό του νομικού προσώπου,
δ. ο αιτών δίνει τη συναίνεσή του για την άντληση, των εξής στοιχείων από θεσμικούς πιστωτές:
i. Κωδικό Αριθμό κύριας Δραστηριότητας (ΚΑΔ) καθώς και την περιγραφή του,
ii. κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε.3) των τελευταίων δύο (2) φορολογικών ετών,
iii. οφειλόμενο ποσό ανά χρηματοδοτικό φορέα προερχόμενο από δανειακές υποχρεώσεις.
5.Με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης της αίτησής του από το μηχανισμό, ο αιτών δύναται να αιτηθεί την παροχή υπηρεσιών υποστήριξης από τα αρμόδια Κέντρα Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.) ή Γραφεία Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών (Γ.Ε.Υ.Δ.) ή την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών από τους αρμόδιους Φορείς Υποστήριξης Οφειλετών, ανάλογα με την ιδιότητα του. Στην περίπτωση αυτή, παρέχει την συναίνεσή του για να δοθεί η πρόσβαση στα δεδομένα του Ηλεκτρονικού Μηχανισμού Έγκαιρης Προειδοποίησης Οφειλετών στους υπαλλήλους ή εκπροσώπους των φορέων.