«Η κοινή γνώμη, ο ελληνικός λαός στην πλειοψηφία του δεν επιθυμεί τη ρήξη την Ευρώπη , αλλά την ρήξη με το λόμπυ της δραχμής», τόνισε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος μιλώντας σε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με κεντρικό ομιλητή τον υπουργό Οικονομίας Γιώργο Σταθάκη.
«Η κυβέρνηση οφείλει να καταθέσει ένα εθνικό σχέδιο αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που μπορεί να εξασφαλίσει την βοήθεια των εταίρων μας και κυρίως να ξαναβάλει τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής», τόνισε.
Διαβάστε την ομιλία Μίχαλου
«Πριν 3 μέρες, στην συζήτηση στην Βουλή ο Πρωθυπουργός απευθυνόμενος στον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης τον ρώτησε πως θα έβγαζε την χώρα από το Μνημόνιο όταν χρηματοδοτικές ανάγκες του δημοσίου ανέρχονται για τα επόμενα δύο χρόνια στα 35 δις ευρώ;
Εξαιρετικά κρίσιμο το ερώτημα, για το οποίο όλοι μας θα επιθυμούσαμε να έχουμε μια απάντηση.
Δυστυχώς δεν την λάβαμε από την προηγούμενη κυβέρνηση και ελπίζουμε να την έχουμε από τη σημερινή.
Η αλήθεια είναι, ότι η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτημα δεν είναι εύκολη, τουλάχιστον σε πρακτικό επίπεδο.
Εμείς, ως επιχειρηματική τάξη, θεωρούμε ότι πρωτίστως χρειάζεται ένα εθνικό σχέδιο αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, με σαφές χρονοδιάγραμμα, πλήρες κοστολογημένο, το οποίο να πείθει και τις αγορές και τους εταίρους μας και να έχει θετικό πρόσημο στο πλεόνασμα, την ανάπτυξη και βεβαίως να διασφαλίζει την κοινωνική συνοχή.
Ένα τέτοια σχέδιο, απαιτεί κατά την άποψη μας πολιτική γενναιότητα, ειλικρίνεια και πάνω απ όλα ευρύτερη συναίνεση. Μέχρι δυστυχώς μέχρι σήμερα , ιδιαίτερα στο σκέλος της συναίνεσης δεν έχουν γίνει σημαντικά βήματα προόδου.
Θα πρέπει να επισημάνω, πάντως, ότι σε κάθε περίπτωση τον πρώτο λόγο τον έχει πάντα η κυβέρνηση. Αυτή οφείλει να κάνει τις αναγκαίες κινήσεις και για την κατάρτιση του εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης της χώρας και για την διασφάλιση της συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων.
Η κυβέρνηση οφείλει να καταθέσει ένα εθνικό σχέδιο αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που μπορεί να εξασφαλίσει την βοήθεια των εταίρων μας και κυρίως να ξαναβάλει τη χώρα σε τροχιά ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής.
Ένα σχέδιο που δεν θα μπορεί να απορριφθεί από τις άλλες πολιτικές δυνάμεις της χώρας, ώστε να υπερψηφιστεί από την πλειοψηφία του κοινοβουλίου και να στείλει μήνυμα στους εταίρους μας, ότι επιτέλους υπάρχει ταύτιση απόψεων και ομοψυχία στην Ελλάδα, για τα μείζονα ζητήματα.
Η κυβέρνηση, αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης , μείζονος και ήσσονος δεν θα πρέπει να παραβλέπουν ότι οι πολίτες και οι επιχειρήσεις απαιτούν άμεσες λύσεις για τα προβλήματα τους. Λύσεις που θα είναι αποτέλεσμα ενός έντιμου και επ ωφελεία όλων συμβιβασμού με τους εταίρους. Η κοινή γνώμη, ο ελληνικός λαός στην πλειοψηφία του δεν επιθυμεί τη ρήξη την Ευρώπη , αλλά την ρήξη με το λόμπυ της δραχμής .
Και σήμερα οι συνθήκες για νέα έντιμη συμφωνία είναι πολύ καλύτερες από το πρόσφατο παρελθόν.
Και τα οφέλη από ένα έντιμο συμβιβασμό θα είναι σημαντικά.
Η Ελλάδα θα εξασφαλίσει την χρηματοδότηση της για τα επόμενα 2-3 χρόνια. Θα μπορέσει να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από το πακέτο Ντράγκι. Θα μπορέσει να αντλήσει επιπλέον αναπτυξιακά κεφάλαια από το Πακέτο Γιούνγκερ. Η ελληνική οικονομία θα κινηθεί σε ένα πολύ ευνοϊκότερο περιβάλλον σε σχέση με την τελευταία 6ετία.
Αντίθετα οι συνέπειες από μια ρήξη με τους εταίρους θα είναι επώδυνες.
Το 80% των ελλήνων θα ζήσει κάτω από τα όρια της φτώχειας.
Οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων και οι ελλείψεις σε βασικά είδη θα μπουν στην καθημερινότητα μας.
Η πραγματική οικονομία έχει περιέλθει σε κατάσταση ασφυξίας. Οι κάνουλες των τραπεζών είναι κλειστές για τις επιχειρήσεις. Ο τζίρος έχει υποχωρήσει δραματικά. Οι προμηθευτές του εξωτερικού έχουν κάνει παύση πίστωσης. Ο κίνδυνος λουκέτων απειλεί πλέον χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Τα χρονικά περιθώρια έχουν εξαντληθεί.
Η κυβέρνηση οφείλει να σταθεί στο πλευρό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αποτελούν άλλωστε και τη ραχοκοκαλιά της εθνικής μας οικονομίας και να επιλύσει το πρόβλημα της χρηματοδότησης άμεσα.
Και για να το πετύχει αυτό πρέπει να δημιουργήσει ένα περιβάλλον ευνοϊκό για τις επιχειρήσεις.
Η φορολογία είναι ένα βασικό πρόβλημα. Χαμηλοί φορολογικοί συντελεστές και σταθερό με ορίζοντα τουλάχιστον 5ετίας φορολογικό σύστημα δεν αποτελούν «χάρη» στις επιχειρήσεις. Αποτελούν βασικά συστατικά της παραμονής τους στην ζωή και της ανάπτυξης τους για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και πλούτος. Γιατί χωρίς επιχειρήσεις δεν θα υπάρχουν και εργαζόμενοι. Και όπως η κυβέρνηση λέει θέλει να υπερασπιστεί τους εργαζομένους.
Δυστυχώς , όμως, ακόμη δεν έχουμε δει τέτοια δείγματα. Αντίθετα βλέπουμε κάποιες αποσπασματικές παρεμβάσεις με καθαρά εισπρακτικό χαρακτήρα, που δεν θα δώσουν ούτε τις αναμενόμενες πρόσκαιρες λύσεις.
Γιατί εκ του μη έχοντος ουκ αν λάβεις.
Όπως για παράδειγμα η προκαταβολή φόρου 26% επί της δαπάνης για συναλλαγές με χώρες με προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Η ρύθμιση αυτή θα αποτελειώσει χιλιάδες επιχειρήσεις , που αντιμετωπίζουν ήδη τεράστια προβλήματα, από τους προμηθευτές τους που δεν τους κάνουν πίστωση. Που θα βρουν τα κεφάλαια για έναν νέο τόσο μεγάλο και άδικο φόρο;
Εμείς, η υγιής επιχειρηματικότητα, είμαστε περισσότερο θιγμένοι από τις όποιες παρατυπίες και παρανομίες γίνονται από κάποιες πολυεθνικές μέσω των περίφημων τριγωνικών συναλλαγών. Γιατί , οι τριγωνικές συναλλαγές είναι για μας αθέμιτος ανταγωνισμός. Και θέλουμε να παταχθούν. Αλλά όχι με τέτοια μέτρα, Μαζί με τα ξερα δεν πρέπει να καούν και τα χλωρά.
Η χώρα σήμερα χρειάζεται πραγματικές μεταρρυθμίσεις, στην φορολογία, στο ασφαλιστικό, στο τραπεζικό σύστημα , στις αγορές. Και δεν εννοώ μεταρρυθμίσεις τύπου «εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ».
Εννοώ μεταρρυθμίσεις που θα αλλάξουν το τοπίο στην χώρα μας και θα την κάνουν ελκυστική σε εγχώριες και ξένες επενδύσεις.
Είμαι βέβαιος ότι ο Πρωθυπουργός και εσείς προσωπικά εργάζεστε και επιθυμείτε μια νέα συμφωνία με τους εταίρους μας. Και εμείς σας στηρίζουμε σε μια τέτοια προσπάθεια. Μια τέτοια προσπάθεια όμως επαναλαμβάνω ότι απαιτεί σχέδιο και ευρύτερη συναίνεση».