Ας μην γελιόμαστε. Τα 2 χρόνια της πανδημίας του κορονοϊού ήταν δραματικά. Οι επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική μας υγεία ήταν και είναι σχεδόν καταστροφικές. Το ίδιο και ο αντίκτυπος στην κοινωνική ζωή και συνοχή, την εργασία και την οικονομία στο σύνολό της.
Αυτά τα δύο χρόνια ωστόσο έφεραν στο προσκήνιο και κάποιες νέες τάσεις. Ένα διάστημα 2 ετών είναι αρκετό, μέσα σε συνθήκες απομόνωσης και καραντίνας, για έναν άνθρωπο να σκεφτεί και να βρει τα σημεία εκείνα που θα τον συνέδεαν ξανά με τον εαυτό του και τα πράγματα που του προσφέρουν ευχαρίστηση. Σε μία σειρά από τομείς της ζωής του. Από την προσωπική του ζωή και τα ερωτικά του μέχρι την εργασία του. Ή για να είμαστε πιο ακριβείς το τέλος της εργασίας του.
Σίγουρα θα έχουμε ακούσει στον φιλικό και κοινωνικό μας περίγυρο ανθρώπους να αφήνουν οικειοθελώς τις δουλειές τους σε αναζήτηση νέας εργασιακής στέγης. Με στόχο καλύτερες συνθήκες στον ίδιο κλάδο ενώ ακόμα περισσότεροι είναι εκείνοι που στρέφονται σε μεταπήδηση μεταξύ εργασιακών αντικειμένων, δοκιμάζοντας νέα πράγματα. Ένα μικρότερο ποσοστό, αλλά διόλου ευκαταφρόνητο, ειδικά μέσα στο 2021, εγκατέλειψε τη συμβατική δουλειά του με το βαρετό 8ωρο για να κάνει ένα επαγγελματικό βήμα που θα τον γέμιζε ψυχικά και θα τον ολοκλήρωνε επαγγελματικά. Ακόμα και αν μιλάμε για κινήσεις κοστοβόρες με ρίσκο αποτυχίας.
Το κύμα της «Μεγάλης Παραίτησης» – Ας μιλήσουμε για νούμερα
Αυτή η νέα τάση κινητικότητας του εργατικού δυναμικού που παρουσιάζει έκρηξη το 2021 έχει ονομαστεί από τους αναλυτές ως η «Μεγάλη Παραίτηση». Το συγκεκριμένο ρεύμα παρουσιάζει εντυπωσιακά ποσοστά παγκοσμίως, με τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία να καταγράφουν παραιτήσεις ρεκόρ, ενώ εμφανής είναι η συγκεκριμένη κίνηση και στα ελληνικά δεδομένα.
Παρόλο που η ΕΛΣΤΑΤ δεν έχει δώσει κάποιο επίσημο αριθμό εργαζομένων που παραιτήθηκαν από τις δουλειές τους, μία μικρή αναζήτηση σε ιστοτόπους που κάνουν focus στην αγορά εργασίας (όπως το Linkedin για παράδειγμα) θα παρατηρήσει έντονα τα σημάδια αυτής της κινητικότητας. Και σε μία χώρα μάλιστα που τα ποσοστά ανεργίας παραμένουν τεράστια παρουσιάζεται ως παραδοξότητα εργαζόμενοι να φεύγουν από τις δουλειές τους και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια.
Η μεταβολή στην εργασιακή κουλτούρα είναι εδώ δείχνοντας μια αλλαγή προτεραιοτήτων από πλευράς εργαζομένων. Τα χρήματα παραμένουν σημαντικά αλλά δεν είναι ο μόνος λόγος για να αφήσεις ή να δεχτεί κάποιο μια δουλειά. Σε μία συνάντηση με μάνατζερ κορυφαίων βιομηχανιών, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, είχε δώσει πρόσφατα την εξής συμβουλή, όταν ρωτήθηκε πως μπορούν να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό: «Πληρώστε τους περισσότερο». Αυτή η απάντηση γεννά ένα νέο ερώτημα: «Αυτό θα αρκούσε για να βρεθούν νέοι εργαζόμενοι;». «Όχι και τόσο », απαντούν ειδικοί. Όπως χαρακτηριστικά το έθεσε μάνατζερ κορυφαίας αμερικανικής βιομηχανίας, οι υψηλοί μισθοί σίγουρα είναι κάτι σημαντικό, όμως «δεν είναι το κίνητρο που έγινε πόλος έλξης για τις παλαιότερες γενιές και το οποίο θα μπορούσε να προσελκύσει τώρα τις νεότερες».
Μόνο στις ΗΠΑ, τον περασμένο Αύγουστο παραιτήθηκαν 4,3 εκατομμύρια εργαζόμενοι. Η τάση αυτή συνεχίζεται, με τα ποσοστά να είναι υψηλά και όσον αφορά την πρόθεση των εργαζομένων να παραιτηθούν κάποια στιγμή άμεσα στο μέλλον.
Έρευνα της Microsoft, στην οποία συμμετείχαν 30.000 εργαζόμενοι από ολόκληρο τον κόσμο, έδειξε ότι το 41% σκέφτονταν να παραιτηθούν ή να αλλάξουν επαγγελματικό κλάδο μέσα στη χρονιά. Μια μελέτη από την εταιρεία ανθρώπινου δυναμικού Personio που έγινε μεταξύ εργαζομένων στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία έδειξε ότι το 38% των ερωτηθέντων σχεδίαζε να παραιτηθεί τους επόμενους έξι μήνες έως ένα χρόνο.
Τι ζητούν οι εργαζόμενοι στα μετα-πανδημικά χρόνια
Σύμφωνα με τη μελέτη «Resetting Normal: Defining the New Era of Work» της LHH προβλέπεται ότι μετακινήσεις εργαζομένων θα γίνουν με γνώμονα την ευελιξία, την αναγνώριση και τη βελτίωση της ψυχικής και της σωματικής υγείας. Σύμφωνα με τη μελέτη, διαπιστώθηκε ότι τα 2/3 των εργαζομένων είναι πεπεισμένοι ότι οι εταιρίες θα ξεκινήσουν ξανά σημαντικές προσλήψεις.
Επιπλέον, σχεδόν δύο στους πέντε αλλάζουν ή σκέφτονται να αλλάξουν δουλειά, με το 41% να σκέφτεται να μετακινηθεί σε δουλειές με πιο ευέλικτες συνθήκες εργασίας, ενώ εντυπωσιάζει το εύρημα ότι το 1/4 των εργατών παγκοσμίως σκέφτεται να μετακινηθεί σε άλλη περιοχή ή χώρα.
Είναι κοινά αποδεκτό ότι οι εργοδότες σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν χάσει το παιχνίδι του «χαρούμενου εργαζόμενου». Ένας ολόκληρος κλάδος της ψυχολογίας (Οργανωτική Ψυχολογία) ασχολείται εδώ και χρόνια ακριβώς με τις συνθήκες και τη διάδραση που πρέπει να επικρατούν σε έναν εργασιακό χώρο για να είναι οι εργαζόμενοι πιο ευχαριστημένοι, άρα και αποδοτικοί.
Σημείο αναφοράς για την ικανοποίηση των εργαζομένων έχει γίνει η ευημερία στο χώρο εργασίας.
Οι εργαζόμενοι δεν αντιτίθενται στη σκληρή δουλειά ή στην επιστροφή στο γραφείο, αντιθέτως, θέλουν να το κάνουν με τους δικούς τους όρους: Με μεγαλύτερη ευελιξία και αναγνώριση τόσο για την εργασιακή τους συμβολή όσο και για την ψυχική και σωματική τους υγεία.
Τα ηγετικά μέλη στον εργασιακό χώρο, φαίνεται να μην μπορούν να αναγνωρίσουν και να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των εργαζομένων τους για επαγγελματική εξέλιξη και ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής. Η αντίληψη «σε πληρώνω για να δουλεύεις» πλέον δεν έχει αντίκρισμα.
Η εργασιακή εξουθένωση, οι άσχημες συμπεριφορές από τις διοικήσεις και τους μάνατζερ καθώς και τα καινούργια υβριδικά μοντέλα εργασίας είναι από τους πιο συνηθισμένους λόγους που κάποιος επιλέγει να αφήσει την εργασία του. Ακόμα και εργαζόμενοι χρόνων σε μία εταιρία μπορεί να επιλέξουν να φύγουν και να δοκιμάσουν κάτι διαφορετικό για το μέλλον τους. Οι άνθρωποι είναι πιο πρόθυμοι να ρισκάρουν, να κυνηγήσουν μια δουλειά που ονειρεύονταν, γίνονται πιο τολμηροί να διαπραγματευτούν τις συνθήκες εργασίας τους, ενώ, παράλληλα, δε φοβούνται να κάνουν το μεγάλο βήμα και να ξαναρχίσουν κάτι από την αρχή, ακόμα και αν αυτό σημαίνει λιγότερες αποδοχές. αρκεί να είναι περισσότερο ευχαριστημένοι από το περιβάλλον εργασίας τους και από τη σχέση τους με τον εργοδότη τους.
Και μετά την παραίτηση; Τι είναι το φαινόμενο μπούμερανγκ
Η πανδημία και οι συνθήκες που επέβαλε παγκοσμίως οδηγούν όλο και περισσότερους μακριά από την καθημερινότητα που εν πολλοίς του έκανε δυστυχισμένους. Η επιλογή τους ωστόσο δεν σημαίνει ότι θα είναι και επιτυχημένη μεσομακροπρόθεσμα. Ειδικοί αναφέρουν ότι τα επόμενα 2 χρόνια θα είναι καθοριστικά για τους συμμετέχοντες στη «Μεγάλη Παραίτηση». Η χρονική απόσταση των 2 ετών θεωρείται ικανοποιητική για έναν εργαζόμενο να έχει εξοικειωθεί με το νέο του εργασιακό περιβάλλον ή να δει αν το επιχειρηματικό βήμα που έκανε είναι βιώσιμο και αποδίδει.
Σχετικά με το αν αυτή η τάση θα έχει θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο στην αγορά, οι ειδικοί συμφωνούν ότι, βραχυπρόθεσμα, οι εταιρείες θα δυσκολευτούν να καλύψουν τις ανάγκες τους. Μακροπρόθεσμα, όμως, ίσως αποδειχθεί ότι αυτή η αλλαγή στη φιλοσοφία του εργαζομένου έχει ως αποτέλεσμα ανθρώπους ευχαριστημένους με τη δουλειά τους, καλύτερους συνεργάτες, με αξιοπρεπείς αποδοχές, κάτι που ωφελεί την αγορά. Ταυτόχρονα, από την πλευρά τους και οι εταιρείες θα αναγκαστούν να προσαρμόσουν τις πολιτικές τους, να ενδιαφερθούν ώστε να δημιουργήσουν ένα υγιές εργασιακό περιβάλλον, με αποτέλεσμα συνολικά καλύτερες εργασιακές σχέσεις για το μέλλον.
Μετά από 5 χρόνια όμως οι οικονομικοί αναλυτές διαβλέπουν ένα άλλο φαινόμενο να παίρνει σάρκα και οστά. Εκείνο του «εργαζόμενου μπούμερανγκ». Εκείνου δηλαδή που έκανε το βήμα να παραιτηθεί για κάτι νέο και μετά από ένα διάστημα γυρνάει στον παλιό του εργοδότη.
Ο Anthony Klotz, επίκουρος καθηγητής management στο Texas A&M University, πιστεύει ότι οι εργαζόμενοι μπούμερανγκ. θα επιστρέφουν σταδιακά μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Ορισμένοι θα συνειδητοποιήσουν ότι οι νέες θέσεις έχουν επίσης πολλά ελαττώματα, άλλοι θα έχουν ξεκουραστεί από την κούραση που προκάλεσε η πανδημία και κάποιοι θα δουν ότι οι παλιοί τους εργοδότες δέχονται πλέον πιο ευέλικτους όρους εργασίας. Ο ίδιος μάλιστα επισημαίνει ότι το φαινόμενο επιστροφής στις παλιές θέσεις εργασίας έχει γενικά αυξηθεί την τελευταία δεκαετία.
«Περισσότερο από το 40% των εργαζομένων στις ΗΠΑ είναι διατεθειμένο να επιστρέψει σε προηγούμενο εργοδότη, σύμφωνα με σχετική έκθεση του 2016 από την Spherion. Ωστόσο όπως αναφέρουν οι ειδικοί το μεγάλο στοίχημα για τους εργοδότες δεν είναι το πώς θα ξαναπάρουν πίσω έναν εργαζόμενό τους. Αλλά από τι στιγμή που θα το κάνουν πώς θα τον κάνουν να παραμείνει για χρόνια στο δυναμικό της επιχείρησης και να θριαμβεύσει.