«Δίνοντας κάποιο περιθώριο στην Ελλάδα τώρα είναι η μόνη καλή επιλογή που έχουν (οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης)» τονίζεται σε κύριο άρθρο της New York Times με τίτλο: «Δώστε στην Ελλάδα περιθώριο ελιγμών».
Σύμφωνα με τη σύνταξη της εφημερίδας «οι δανειστές, κυρίως η Γερμανία, επιμένουν ότι υπερασπίζονται σημαντικές αρχές: μια χώρα πρέπει να πληρώσει τα χρέη της και η μακροπρόθεσμη επιτυχία του ευρώ εξαρτάται από τον καθένα, σύμφωνα με τους κανονισμούς».
Tονίζεται ότι «αυτό μπορεί να ακούγεται ωραία, καταρχήν, αλλά απορρίπτει την πραγματικότητα, όταν η χώρα και το ευρώ βρίσκονται σε κίνδυνο», ενώ επισημαίνεται το αδιέξοδο που σημειώθηκε στο Eurogroup της Δευτέρας, υπογραμμίζοντας ότι «το επικίνδυνο ενδεχόμενο μιας ελληνικής χρεοκοπίας και μιας κρίσης στο σύστημα του ευρώ έχει γίνει πολύ πραγματικό».
Επίσης, καταγράφεται ως «άμεσο θέμα» μια επέκταση του προγράμματος διάσωσης των 240 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο λήγει στις 28 Φεβρουαρίου και όπως υπογραμμίζεται, οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης υποστηρίζουν ότι «η Ελλάδα πρέπει να συμφωνήσει σε μια επέκταση με τους υφιστάμενους όρους και πρέπει να το πράξει μέχρι την Παρασκευή για να δώσει χρόνο σε όλες τις κυβερνήσεις για να την εγκρίνουν» και ότι «η επέκταση αυτή θα ξεκλειδώσει αμέσως 7 δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, που εκπροσωπήθηκε στις διαπραγματεύσεις από τον εριστικό υπουργό Οικονομικών Γιάννη Βαρουφάκη, αρνήθηκε να επεκταθεί (χρονικά) το πρόγραμμα και επιδιώκει ένα δάνειο-γέφυρα».
Σύμφωνα με το κύριο άρθρο, «οι δανειστές έχουν δηλώσει ότι αν η Ελλάδα υπογράψει για την παράταση, η νέα συμφωνία μπορεί να επιτευχθεί άμεσα για να μαλακώσουν τους όρους λιτότητας. Ο κ. Βαρουφάκης απέρριψε τέτοιες υποσχέσεις ως “νεφελώδεις”. Το υπάρχον πρόγραμμα, είπε, ήταν “μέρος του προβλήματος και όχι μέρος της λύσης” και η κυβέρνησή του εξελέγη για να το αμφισβητήσει. Από την άλλη πλευρά, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, κατηγόρησε την ελληνική κυβέρνηση ότι συμπεριφέρεται “αρκετά ανεύθυνα”».
Η σύνταξη της εφημερίδας της Νέας Υόρκης διατυπώνει επίσης, μεταξύ άλλων, την άποψη ότι «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το πρόγραμμα λιτότητας έχει αποδειχθεί ότι είναι βαθιά προβληματικό» και «είναι αδύνατο για τη χώρα να εξοφλήσει το τρομερό χρέος της».
Όπως υπογραμμίζεται, «ναι, ο κ. Τσίπρας έκανε κάποιες δύσκολες προεκλογικές υποσχέσεις για να κρατηθούν, όπως η αύξηση του κατώτατου μισθού, η μείωση των φόρων ή επαναπρόσληψη των δημοσίων υπαλλήλων» ενώ υποστηρίζεται ότι «το στιλ του ευφραδή κ. Βαρουφάκη δεν είναι ό,τι (το καλύτερο) έχουν συνηθίσει οι Βρυξέλλες. Αλλά, οι Έλληνες ηγέτες κατέστησαν σαφές, κατά τη διάρκεια της περασμένης εβδομάδας, πως είναι διατεθειμένοι να διατηρήσουν ένα μεγάλο μέρος του υπάρχοντος προγράμματος μεταρρυθμίσεων στη χώρα και έχουν διάθεση να ξεκινήσουν έναν πραγματικό αγώνα κατά της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής».
Καταλήγοντας, υπογραμμίζεται ότι «οι ιδέες της Ελλάδας φέρεται να επιπλέουν στις Βρυξέλλες -όπως ακριβώς το δάνειο-γέφυρα ή η διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος του προϋπολογισμού (πλεόνασμα χωρίς τους τόκους) με το σημερινό ρυθμό περίπου 1,5% του ΑΕΠ. Και αν κάποιες προθεσμίες πρέπει να μετακινηθούν και αν ορισμένες συμφωνίες αλλάξουν, δεν θα ήταν η πρώτη φορά που αυτό συνέβη στις Βρυξέλλες. Όσο οι υπουργοί της ευρωζώνης μπορεί να δυσκολεύονται να προβούν σε παραχωρήσεις σε ένα έθνος που θεωρούν ως σπάταλο και αχάριστο, θα πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι με το γεγονός ότι δίνοντας κάποιο περιθώριο στην Ελλάδα τώρα, είναι η μόνη καλή επιλογή που έχουν».