Η συνάντηση γνωριμίας του Γιάννη Βαρουφάκη με τον γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο Βερολίνο κυριαρχεί στα σχόλια των γερμανικών εφημερίδων.
«Ασυμβίβαστους» χαρακτηρίζει τους δύο πολιτικούς το περιοδικό Spiegel στην διαδικτυακή του έκδοση, σημειώνοντας ότι ήταν «φιλικοί όσον αφορά τον τόνο και σκληροί ως προς την ουσία: Ο υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε και ο έλληνας ομόλογός του Βαρουφάκης δεν κατέληξαν σε συμφωνία κατά την πρώτη συνάντηση. Απέδωσαν ο ένας στον άλλο την ευθύνη για την κρίση». Ο αρθρογράφος εκτιμά ότι «τους δύο άνδρες χωρίζουν πολύ περισσότερα από αυτά που αναφέρθηκαν την Πέμπτη».
Για επιστροφή «στην πραγματικότητα» κάνει λόγο η Frankfurter Allgemeine Zeitung, θέτοντας το ερώτημα αν οι κύριοι Βαρουφάκης και Τσίπρας θα εξακολουθήσουν να εναντιώνονται στην «πολιτική λιτότητας και μεταρρυθμίσεων, γνωρίζοντας ότι όχι εντελώς ασήμαντοι παίκτες δεν συναινούν σε μία ριζοσπαστική αλλαγή πορείας». Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό. «Η Ελλάδα χρειάζεται εταίρους, τουλάχιστον ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης το έχουν αντιληφθεί αυτό. Διαφορετικά ο δρόμος οδηγεί κατευθείαν στη χρεοκοπία. Ο υπουργός Οικονομικών επιχείρησε να δελεάσει τους Γερμανούς με ιστορικές εμπειρίες. Ναι, δεν θα πρέπει να ταπεινώνεται ένας λαός, αυτό έχει στις περισσότερες περιπτώσεις τραγική κατάληξη. Ωστόσο, είναι εσφαλμένο να συγκρίνει κανείς την ευρωπαϊκή πολιτική διάσωσης για την Ελλάδα με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών», υπογραμμίζει η FAZ, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle.
«Το φθηνό χρήμα δεν είναι δωρεάν»
«Ο Τσίπρας σκοντάφτει», σχολιάζει σε τίτλο της η Die Welt του Βερολίνου, υπογραμμίζοντας ότι «τώρα δείχνει η Ευρώπη στη νέα ελληνική κυβέρνηση τα όριά της». Μεταξύ άλλων σημειώνει: «Αν ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης κάνουν απολογισμό μετά την επίσκεψη στο Βερολίνο, οφείλουν να διαπιστώσουν ότι έχουν πετύχει ελάχιστα. Δεν τους απομένουν πολλές επιλογές. Είτε θα γίνουν πιο μετριοπαθείς ως προς τα αιτήματά τους, οπότε θα είναι θα είναι εφικτή η εύρεση συμβιβασμών. Είτε θα οξύνουν την αντιπαράθεση, οπότε θα υπάρχει ο κίνδυνος ενός άσχημου τέλους: της χρεοκοπίας ή της έξωσης από το ευρώ».
«Ο Βαρουφάκης περιοδεύει ανεπιτυχώς», γράφει η Tageszeitung του Βερολίνου με αφορμή τη συνάντηση Σόιμπλε-Βαρουφάκη, διαπιστώνοντας ότι «οι θέσεις των δύο πλευρών απέχουν πολύ. Η γερμανική κυβέρνηση εμμένει στον έλεγχο του προγράμματος βοήθειας από την τρόικα. (…) Έτσι η περιοδεία της νέας ηγεσίας στην Αθήνα παραμένει έως τώρα ανεπιτυχής. Χωρίς τρόικα δεν υπάρχουν νέα δάνεια. Από το τέλος Φεβρουαρίου η Ελλάδα απειλείται και πάλι με χρεοκοπία. Το ερώτημα αν αυτό το σενάριο είναι ρεαλιστικό, το άφησε ο Βαρουφάκης αναπάντητο. Πάντως, τα περιθώρια στενεύουν βαθμιαία για την αριστερή κυβέρνηση. Η απόφαση της ΕΚΤ να μην δέχεται από τις 11 Φεβρουαρίου ελληνικά ομόλογα ως εγγυήσεις, εντείνει κι άλλο την πίεση», σημειώνει η TAZ.
Στην απόφαση της ΕΚΤ εστιάζει το σχόλιο της Süddeutsche Zeitung, τονίζοντας ότι «το φθηνό χρήμα δεν είναι δωρεάν» και εκτιμώντας ότι η κίνηση του επικεφαλής της ευρωτράπεζας Μάριο Ντράγκι αποτελεί «το πρώτο σοκ» που φέρνει την ελληνική κυβέρνηση αντιμέτωπη με την πραγματικότητα. Η εφημερίδα του Μονάχου επικρίνει τη στάση των Αλέξη Τσίπρα και Γιάνη Βαρουφάκη, υπογραμμίζοντας ότι «χρήματα μπορούν να δοθούν μόνο έναντι μεταρρυθμίσεων. Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης η αποχώρηση της Ελλάδας (σ.σ. από το ευρώ) αποτελεί μικρότερο κακό από την διάσπαση της ΕΚΤ. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα πρέπει να μείνουν ως είχαν έως τώρα στο θέμα της βοήθειας προς την Ελλάδα. Η εκλογική νίκη του Αλέξη Τσίπρα είναι ακριβώς μία ένδειξη για το πόσα πράγματα πήγαν στραβά όσον αφορά αυτήν τη βοήθεια».
«Αθήνα, χρειαζόμαστε ένα σχέδιο!», υπογραμμίζει σε επιτακτικό τόνο το σχόλιο της Deutsche Welle. Ο αρθρογράφος σημειώνει ότι «η Αθήνα θέλει περισσότερο χρόνο. Ωστόσο, οι δανειστές δεν θα πρέπει να μπουν σε αυτή τη διαδικασία». Το σχόλιο υπογραμμίζει μεταξύ άλλων ότι «η Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστικότατο παράδειγμα πελατειακής οικονομίας και διαφθοράς». Έντονη κριτική ασκείται στις εξαγγελίες της νέας ελληνικής κυβέρνησης, αλλά και στις επαφές των κορυφαίων στελεχών της με κορυφαίους αξιωματούχους στην Ευρώπη. Ο αρθρογράφος θεωρεί ότι θα ήταν πιο επείγον «ο κ. Τσίπρας να μεταβεί σε Ισπανία, Λετονία και Ιρλανδία. Η κρίση άφησε και εκεί βαθιά ίχνη, οι άνθρωποι υπέφεραν. Αλλά οι κυβερνήσεις εφάρμοσαν τα προγράμματα λιτότητας και τώρα γίνονται ορατές οι πρώτες επιτυχίες». Όσον αφορά την τρόικα, ο αρθρογράφος εκτιμά ότι αυτή «αποτελεί το μικρότερο πρόβλημα. Μπορεί κανείς απλά να αφαιρέσει την ετικέτα. Τότε θα πρέπει η Αθήνα να διαπραγματευθεί με την ΕΕ, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ σε ξεχωριστές συνομιλίες».