«Η Ελλάδα νεκροθάφτης της γερμανικής λιτότητας» είναι ο τίτλος εκτενούς άρθρου του πρώην υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας και αντιπροέδρου από το 1998 ως το 2005, Γιόσκα Φίσερ, το οποίο δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο της οικονομικής εφημερίδας του Βελγίου L’ Echo.
Στην εισαγωγή του άρθρου ο Γ. Φίσερ αναφέρει τα εξής:
«Πρόσφατα, οι πολιτικοί και οι Γερμανοί δημοσιογράφοι διαβεβαίωναν ότι η κρίση του ευρώ είχε παρέλθει. Έλεγαν ότι η Γερμανία και η Ευρωπαϊκή Ένωση άντεξαν στην καταιγίδα.
»Γνωρίζουμε τώρα ότι επρόκειτο περί λανθασμένης εκτίμησης, μιας ακόμη στην εξελισσόμενη κρίση, που ήδη είχε χαρακτηριστεί από επαναλαμβανόμενες λανθασμένες εκτιμήσεις. Η τελευταία εκτίμηση, όπως και πολλές προηγούμενες, προήλθαν από την τάση που έχουν οι διάφοροι παράγοντες να νομίζουν ότι οι επιθυμίες τους είναι η πραγματικότητα- και, για άλλη μία φορά, η Ελλάδα είναι εκείνη που θρυμμάτισε σε χίλια κομμάτια αυτή την οφθαλμαπάτη.
»Ακόμη και πριν από τη μεγάλη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, ήταν προφανές ότι η κρίση απειλούσε με επιδείνωση. Τα μέτρα λιτότητας- η πολιτική που υποτίθεται ότι θα αντιμετώπιζε τη μείωση της ζήτησης- απλούστατα δεν λειτούργησαν».
Αναφερόμενος στη συνέχεια στις αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία, ο Γερμανός πολιτικός αναφέρει:
«Σε μία οικονομία που συρρικνώνεται, το ποσοστό του δημόσιου χρέους σε σχέση με το ΑΕΠ αυξάνεται αντί να μειώνεται και οι ευρωπαϊκές χώρες που ήταν σε ύφεση, είναι τώρα προ των πυλών της κατάρρευσης της οικονομίας τους, η οποία συνοδεύεται από μαζική ανεργία, ανησυχητικά επίπεδα φτώχειας, ενώ οι ελπίδες μειώνονται ολοένα και περισσότερο.
»Οι προειδοποιήσεις για τυχόν αρνητικές επιπτώσεις αγνοήθηκαν. Έχοντας ένα βαθύ ταμπού απέναντι στον πληθωρισμό, η Γερμανία της καγκελάριου Μέρκελ ισχυρίζεται πεισματικά ότι τα οδυνηρά προγράμματα λιτότητας είναι απαραίτητα για την οικονομική ανάκαμψη. Η ΕΕ δεν είχε και πολλές άλλες επιλογές από το να ακολουθήσει αυτή την άποψη. Τώρα που οι Έλληνες ψηφοφόροι έχουν παραγκωνίσει την εξαντλημένη και διεφθαρμένη ελίτ της χώρας προς όφελος ενός κόμματος που δεσμεύτηκε να βάλει τέρμα στις πολιτικές λιτότητας, οι επιπτώσεις εκδηλώθηκαν.
»Αλλά αν, από τη μία πλευρά, η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ανοίξει το επόμενο κεφάλαιο της κρίσης του ευρώ, ο πολιτικός κίνδυνος –μπορεί και υπαρξιακός- τον οποίο αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι πολύ πιο σημαντικός. Η απότομη αποδέσμευση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ελβετικού φράγκου έναντι του ευρώ από την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας (BNS) στις 15 Ιανουαρίου, προκάλεσε, χωρίς να θέτει άμεση χρηματοοικονομική απειλή, ένα τεράστιο ψυχολογικό σοκ, ενισχύοντας την απώλεια εμπιστοσύνης».
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της επιβίωσης του ευρώ, ο Γ. Φισερ σημειώνει:
«Το ευρώ, όπως συνεπάγεται από την απόφαση της BNS, παραμένει εύθραυστο. Και η απόφαση της ΕΚΤ να ξεκινήσει ένα πρόγραμμα μαζικής επαναγοράς τίτλων, για περισσότερο από 1.000 δισεκατομμύρια ευρώ σε ομόλογα της Ευρωζώνης, αν και δίκαιη και απαραίτητη, υπονόμευσε ακόμη περισσότερο την εμπιστοσύνη.
»Το αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών ήταν αναμενόμενο εδώ και ένα χρόνο. Αν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην τρόικα και τη νέα ελληνική κυβέρνησή καταλήξουν, θα οδηγήσουν σε ένα συμβιβασμό που θα επιτρέψει στο κάθε μέρος να σώσει τα προσχήματα. Αν δεν βρεθεί καμία συμφωνία, η Ελλάδα θα κάνει στάση πληρωμών.
»Αν και κανείς δεν μπορεί να πει ποιες θα είναι οι επιπτώσεις μιας στάσης πληρωμών της Ελλάδας για το ευρώ, συμπεριλαμβάνει σίγουρα ένα ρίσκο για την επιβίωση του ενιαίου νομίσματος. Και με την ίδια βεβαιότητα, η μεγάλη καταστροφή που θα μπορούσε να γεννηθεί από μία έκρηξη της Ευρωζώνης δεν θα αφήσει ούτε τη Γερμανία άθικτη.
»Ο συμβιβασμός θα προέλθει από μια ελάφρυνση των μέτρων λιτότητας, οι οποίες θα μπορούσαν να φέρουν τη Μέρκελ σε δύσκολη θέση σε εσωτερικό επίπεδο (λιγότερο από μία αποτυχία του ευρώ). Αλλά δεδομένης της τεράστιας δημοφιλίας που χαίρει εντός Γερμανίας, και εντός της παράταξής της- υποτιμά τις επιλογές που έχει στη διάθεσή της-, θα μπορούσε να προχωρήσει πολύ περισσότερο, αν είχε μόνο περισσότερη εμπιστοσύνη στον εαυτό της».
Η λιτότητα καταρρέει, τονίζει στη συνέχεια ο Γιόσκα Φίσερ αναφέροντας τα εξής:
«Τελικά όμως, ενδέχεται να μην έχει άλλη επιλογή. Δεδομένης της επιρροής των ελληνικών εκλογών στην Ισπανία, στην Ιταλία και στη Γαλλία, όπου η αντίθεση στα μέτρα λιτότητας είναι έντονη, οι πολιτικές πιέσεις- της δεξιάς όπως και της αριστεράς- στο Γιούρογκρουπ θα αυξάνονται συνεχώς.
»Δεν χρειάζεται να είμαστε προφήτες για να προβλέψουμε ότι το τελευταίο κεφάλαιο της κρίσης του ευρώ θα καταστρέψει τελείως την πολιτική λιτότητας της Γερμανίας- εκτός και αν η Μέρκελ επιθυμεί πραγματικά να λάβει το τεράστιο ρίσκο της αποτυχίας του ευρώ.
»Τίποτα δεν μας αφήνει να το πιστεύουμε. Όποιο και αν είναι το μέρος που θα κάνει το πρώτο βήμα στις επόμενες διαπραγματεύσεις, η τρόικα ή η νέα ελληνική κυβέρνηση, οι εκλογές στην Ελλάδα ερμηνεύονται ως αδιαμφισβήτητη ήττα της Μέρκελ και της στρατηγικής της για τη στήριξη του ευρώ.
»Γνωρίζουμε σήμερα ότι η ταυτόχρονη εφαρμογή μείωσης του χρέους και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θέτει σε κίνδυνο κάθε δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, διότι υποβάλλει τους ψηφοφόρους σε υπερβολικά σκληρή δοκιμασία. Και επειδή, χωρίς ανάπτυξη, δεν θα υπάρξουν ούτε οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όσο απαραίτητες και αν είναι.
»Αυτό είναι το μάθημα της Ελλάδας προς την Ευρώπη. Το ζήτημα δεν είναι να ξέρουμε αν η γερμανική κυβέρνηση θα το δεχτεί, αλλά πότε. Θα χρειαστεί μία παρόμοια κατάρρευση των συντηρητικών στην Ισπανία στις επόμενες εκλογές για να συνειδητοποιήσει η Μέρκελ την πραγματικότητα;
»Μόνο η ανάπτυξη θα κρίνει το μέλλον του ευρώ. Μέχρι και η Γερμανία, κύρια οικονομία της ΕΕ, χρειάζεται τεράστιες επενδύσεις στις υποδομές της. Αν η κυβέρνησή της έπαυε να βλέπει στο “μηδέν νέα χρέη” ως δόγμα και επένδυε καλύτερα στον εκσυγχρονισμό των μεταφορών της και των δημοτικών εξοπλισμών, στην ψηφιοποίηση των νοικοκυριών και των εταιρειών, το ευρώ και η Ευρώπη θα λάμβαναν γερή δόση βοήθειας. Πόσο μάλλον όταν αυτές οι επενδύσεις στη Γερμανία μπορούν να χρηματοδοτούνται με εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια. Η συνοχή της Ευρωζώνης και η επιτυχία των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων εξαρτώνται πλέον από την ικανότητά της να ξεπεράσει το αναπτυξιακό της έλλειμμα. Η κυβέρνηση της Γερμανίας διαθέτει κάποιο δημοσιονομικό περιθώριο για να το πράξει. Το μήνυμα των ελληνικών εκλογών είναι ότι η Μέρκελ πρέπει να επωφεληθεί από αυτό, προτού είναι αργά».
«Η λιτότητα σκοτώνει: απόδειξη η Ελλάδα» αναφέρει στο τέλος του άρθρου του ο Γ. Φίσερ επισημαίνοντας:
«Η λιτότητα που εφαρμόστηκε ως θεραπεία ενάντια στα συμπτώματα του χρέους και του ελλείμματος, είναι πολύ βίαια θεραπεία, με παρενέργειες ιδιαίτερα καταστροφικές για τον λαό που υποβάλλεται σε αυτή.
»Απόδειξη αποτελούν τα στοιχεία από μελέτη που δημοσιεύτηκε χθες και στην οποία αποδεικνύεται η σχέση ανάμεσα στα ενισχυμένα μέτρα λιτότητας που υιοθετήθηκαν τον Ιούνιο του 2011 στην Ελλάδα και στην αύξησή των αυτοκτονιών στη χώρα. Μία ομάδα ερευνητών μελέτησε τις μηνιαίες στατιστικές των αυτοκτονιών στην Ελλάδα από το 1983 ως το 2012, σε σχέση με την πολιτική λιτότητας από το 2008, με εκείνες της περιόδου ευημερίας των προηγούμενων χρόνων (π.χ. όταν εισήλθε η χώρα στην Ευρωζώνη το 2002 ή κατά την περίοδο οργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων το 2004).
»Φαίνεται, λοιπόν, ότι η ανακοίνωση, τον Ιούνιο του 2011, από την ελληνική κυβέρνηση, δεύτερου πακέτου μέτρων λιτότητας, που συμπεριλάμβανε μειώσεις μισθών δημοσίων υπαλλήλων και μείωση δαπανών κοινωνικής προστασίας, είχαν την πιο σημαντική επίπτωση στην καμπύλη των αυτοκτονιών, με αύξησή, κατά μέσο όρο, κατά 35,7% του αριθμού αυτοκτονιών κατά τους μήνες που ακολούθησαν, σε σχέση με τον μέσο όρο των προηγούμενων μηνών.
»Αντίθετα τα πιο χαμηλά στοιχεία στις μηνιαίες καταγραφές αντιστοιχούν σε πιο ευνοϊκές περιόδους, όπως τον Φεβρουάριο του 1983 και τον Νοέμβριο του 1999.
»Αριθμοί που πρέπει να συνδέσουμε με την έκρηξή των τηλεφωνικών αιτημάτων βοήθειας που κατέγραψαν οι υπηρεσίες ψυχολογικής βοήθειας, από το 2011. Οι αριθμοί είναι σίγουρα κάτω από την πραγματικότητα, όταν γνωρίσουμε την πολιτιστική απέχθεια των Ελλήνων να στρέφονται σε αυτές τις υπηρεσίες, και έχοντας επίσης στο νου μας ότι, π.χ., η Ορθόδοξη Εκκλησία αρνείται να κηδεύσει τα άτομα που αυτοκτόνησαν».