Μία ομάδα κατόχων αναδιαρθρωμένων ομολόγων της Αργεντινής, με νόμισμα αναφοράς το ευρώ και διεπόμενα από το βρετανικό δίκαιο, επιδιώκουν την ακύρωση της απόφασης του δικαστηρίου της Νέας Υόρκης που δεν επέτρεψε την πληρωμή τους στις 30 Ιουνίου, εν μέσω ανησυχίας ότι το «μακρύ χέρι» της αμερικανικής δικαιοσύνης αναστατώνει τις διεθνείς αγορές, αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times.
Η καταγγελία της ομάδας των επενδυτών, στην οποία περιλαμβάνονται αρκετά κερδοσκοπικά ταμεία (hedge funds), έγινε μετά το πρόστιμο – ρεκόρ ύψους 9 δισ. ευρώ που επέβαλαν οι αμερικανικές Αρχές στη γαλλική τράπεζα BNP Paribas για παραβίαση των κυρώσεων κατά του Σουδάν και άλλων χωρών. Αυτού του είδους οι δικαστικές υποθέσεις όλο και περισσότερο γίνονται αμφιλεγόμενες, καθώς οι αποφάσεις τους δεν αφορούν Αμερικανούς πολίτες ή αμερικανικούς θεσμούς, σημειώνει το δημοσίευμα.
Με μία «επείγουσα κίνηση παροχής διευκρινίσεων», οι επενδυτές έθεσαν στο αμερικανικό δικαστήριο του Μανχάταν το ερώτημα, για ποιο λόγο συμπεριέλαβαν τα αναδιαρθρωμένα ομόλογά τους σε μία γενική δικαστική απαγόρευση, που δεν επιτρέπει στην Αργεντινή να εξυπηρετεί όλα τα διεθνή ομόλογά της, εάν δεν πληρωθούν και οι κάτοχοι των μη αναδιαρθρωμένων ομολόγων της.
«Το επιχείρημα που επιδιώκουμε να προβάλουμε είναι ότι τα ευρωομόλογα διέπονται από το βρετανικό δίκαιο και οι πληρωμές τους γίνονται εκτός των ΗΠΑ από αλλοδαπούς φορείς, επομένως ένα αμερικανικό δικαστήριο δεν έχει τη δικαιοδοσία να εμποδίσει αυτές τις πληρωμές», δήλωσε ο Κρίστοφερ Κλαρκ, δικηγόρος της εταιρείας Latham & Watkins στη Νέα Υόρκη που εκπροσωπεί τους κατόχους ευρωομολόγων, προσθέτοντας: «Η άποψή μας είναι ότι οι πληρωμές για τα ευρωομόλογα δεν έπρεπε να επηρεασθούν από την απόφαση του δικαστηρίου της Νέας Υόρκης».
Η κίνηση αυτή των επενδυτών αποτελεί την τελευταία εξέλιξη στη δεκαετή διαμάχη της Αργεντινής με τους κατόχους των μη αναδιαρθρωμένων ομολόγων της. Ο Αμερικανός δικαστής Τόμας Γκρίζα αποφάσισε την περασμένη εβδομάδα ότι ήταν παράνομη η προσπάθεια της Αργεντινής να καταβάλει το ποσό των 832 εκατ. δολαρίων στους κατόχους του αναδιαρθρωμένου χρέους της που ήταν ληξιπρόθεσμο στις 30 Ιουνίου, επειδή δεν προέβλεπε και την καταβολή 1,5 δισ. δολαρίων που είχαν ζητήσει οι κάτοχοι των μη αναδιαρθρωμένων ομολόγων. Το αποτέλεσμα ήταν να μην πληρωθούν οι κάτοχοι των ευρωομολόγων της Αργεντινής και τα ομόλογα αυτά να βρίσκονται σε καθεστώς τεχνικής χρεοκοπίας, με μία περίοδο χάριτος 30 ημερών που λήγει στις 30 Ιουλίου. Ο δικαστής Γκρίζα πήγε για διακοπές, αλλά η ομάδα των επενδυτών ζήτησε ακρόαση στις 21 Ιουλίου, σύμφωνα με τον κ. Κλαρκ. Σε περίπτωση που τα ομόλογα κηρυχθούν τυπικά σε χρεοκοπία, αυτή θα ήταν η δεύτερη για την Αργεντινή σε διάστημα 13 ετών. Ο όμιλος των επενδυτών περιλαμβάνει και εταιρείες διαχείρισης που ειδικεύονται σε προβληματικό χρέος, όπως το Khighthead Capital Management, το Redwood Capital Management και το Perry Capital.
Ιδιαίτερα σημαντικές, όσον αφορά τη διαμάχη της Αργεντινής με τους πιστωτές της, είναι οι ανησυχίες ότι η απόφαση του αμερικανικού δικαστηρίου μπορεί να καταστήσει δυσκολότερες τις αναδιαρθρώσεις κρατικού χρέους, καθώς με αυτήν αίρεται το κίνητρο των πιστωτών να «κουρέψουν» τους τίτλους τους, εφόσον οι κάτοχοι των μη «κουρεμένων» ομολόγων θα μπορούν να προσφεύγουν δικαστικά για την πλήρη αποπληρωμή τους και ταυτόχρονα να μπλοκάρουν τις πληρωμές των αναδιαρθρωμένων ομολόγων.
Σχεδόν το 93% των επενδυτών αργεντινών ομολόγων κατέγραψαν ζημιές σε δύο αναδιαρθρώσεις χρέους. Σε συνδυασμό με τον διακανονισμό στην περίπτωση της BNP Paribas, αναλυτές και τραπεζίτες δηλώνουν ότι τέτοιες δικαστικές αποφάσεις μπορεί να δημιουργήσουν αρνητικό αντίκτυπο που θα πλήξει την έλξη που ασκεί η Νέα Υόρκη ως διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο. Για ορισμένους, αυτό ήδη συμβαίνει. Άλλοι υποστηρίζουν το αντίθετο, ότι δηλαδή η αγωγή του επενδυτικού ταμείου NML κατά της Αργεντινής θα μπορούσε να ενισχύσει τη θέση της Νέας Υόρκης, καθώς αυτή στηρίζει τα δικαιώματα των πιστωτών έναντι των οφειλετών. Το Μπουένος ‘Αιρες δήλωσε αυτή την εβδομάδα ότι θα ζητούσε από τα αμερικανικά δικαστήρια να συνεχίσει την εξυπηρέτηση του χρέους του ως προϋπόθεση για να διαπραγματευθεί με το NML.